Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2020

Β! ΚΥΡΙΑΚΗ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

 



Ο θείος αυτός πατέρας, καταγόταν από την Aσία και ανετράφη από παιδί στην βασιλική αυλή της Κωνσταντινούπολης. Τελείωσε τις σπουδές του στη φιλοσοφία, ρητορική και φυσική. Στη λογική, κατά την αποφοιτήριο διάλεξή του ενώπιον του αυτοκράτορα και των αξιωματούχων, ο πρύτανης του πανεπιστημίου ανεφώνησε με θαυμασμό ότι αν ήταν παρών και ο ίδιος Aριστοτέλης θα τον επαινούσε.
Μετά τις σπουδές του όμως, απέρριψε τη προσφορά υψηλών αξιωμάτων του αυτοκράτορα, εγκατέλιψε τα βασίλεια και από είκοσι χρονών ασκήτευσε στο Άγιον Όρος. Πρώτα στην Λαύρα του Βατοπεδίου κατόπιν στη Λαύρα του Αθανασίου καθώς και στην ερημική τοποθεσία Γλωσσία, σημερινή Προβάτα. Ανεχώρησε από το Όρος για τα Ιεροσόλυμα, αλλά στην Θεσσαλονίκη είδε σε όραμα τον Άγιο Δημήτριο που του απαίτησε να μείνει και να μονάσει εκεί κοντά. Εμόνασε τότε στη Βέροια και τριάντα χρονών έγινε ιερέας. Εκεί πλήθη μοναχών και λαϊκών προσέτρεχαν να τον συμβουλευθούν. Μετά πέντε χρόνια και λόγω εισβολής των Σέρβων επέστρεψε στον Άθωνα σε κοντινό κελί της Μεγίστης Λαύρας, όπου έφθασε σε μεγάλα ύψη φωτισμού και εκεί σε όραμα έλαβε εντολή να ασχοληθεί με δογματικά θέματα. Κατόπιν λόγω της φήμης του αναγκάσθηκε να γίνει ηγούμενος για ένα χρόνο στη μονή Εσφιγμένου. Αργότερα έγινε και αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης για δώδεκα χρόνια, αλλά μόνο στα μισά παρέμεινε λόγω περιπετειών, από τη δράση του, μέχρι και φυλακής.
Παραστάθηκε στις συγκροτηθείσες συνόδους του 1341 και 1347 και πολέμησε τις κακοδοξίες των δυτικόφρονων Βαρλαάμ και Ακινδύνου.
Έγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα ιδιαίτερα δογματικά για να καταπολεμήσει τους αιρετικούς, όπως περί του Αγίου Πνεύματος, καθώς και επιστολές στους αντιησυχαστές, επίσης διάφορα ομολογιακά κείμενα. Είναι ο θεολόγος της χάριτος, του ακτίστου φωτός.
Μετά στασιμότητα πολλών αιώνων ο Γρηγόριος πέτυχε να ανανεώσει την θεολογική ορολογία και να δώσει νέες κατευθύνσεις στη θεολογική σκέψη. Ξεκίνησε από προσωπικές εμπειρίες και απέδειξε ότι το έργο της θεολογίας είναι ασύγκριτα ανώτερο από της φιλοσοφίας και επιστήμης. Αξιολογεί την έξω σοφία ως περιορισμένη, αναφέροντας δύο γνώσεις, την θεία και την ανθρώπινη και δύο Θεϊκά δώρα, τα φυσικά για όλους και τα υπερφυσικά ή πνευματικά που δίδονται όποτε θέλει ο Θεός και μόνο στους καθαρούς και αγίους, στους τελείους. Η θεολογία ολοκληρώνεται δια της θεοπτίας.
Οι αντίπαλοι του Παλαμά πίστευαν στο χωρίο του Ιωάννου ότι <<τον Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε>> και κατηγορούσαν τους μοναχούς που είχαν θεοπτία, ως ομφαλοσκόπους. Ο Γρηγόριος αντέτεινε ότι ο Κύριος είπε: <<οι καθαροί στην καρδία τον Θεόν όψονται>> (Ματθ. 5,8). Θεμελιώδης προσφορά του Γρηγορίου στην θεολογία είναι η διάκρισις στην ουσία και ενέργεια του Θεού. Η ύπαρξη του Θεού συνίσταται σε δύο. Στην ουσία Του, η οποία είναι άκτιστη, ακατάληπτη και αυθύπαρκτη και ονομάζεται κυριολεκτικά θεότης (εδώ αναφέρεται το ουδείς εώρακε) και στις ενέργειές Του, οι λεγόμενες ιδιότητες ή προσόντα που είναι μεν άκτιστες, αλλά καταληπτές. Άλλο λοιπόν η θεότης και άλλο η βασιλεία, η αγιότης κ.λ.π.
Ο άνθρωπος είναι μίγμα δύο διαφόρων κόσμων και συγκεφαλαιώνει όλη την κτίση. Ακολουθώντας την Πατερική γραμμή σε σύγκριση με τη πλατωνική και βαρλααμική ανθρωπολογία, θεωρεί ότι το σώμα του ανθρώπου δεν είναι πονηρό, αλλά αποτελεί κατοικία του νου, αφού μάλιστα καθίσταται και του Θεού κατοικία, έτσι μαζί με τη ψυχή καθιστά τον άνθρωπο ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Η αναγέννηση του ανθρώπου γίνεται με το βάπτισμα και η ανακαίνιση με την θεία Ευχαριστία. Είναι τα δύο θεμελιώδη μυστήρια, της θείας οικονομίας.
Το ουσιωδέστερο στοιχείο της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά συνίσταται στην ανύψωση του ανθρώπου υπεράνω αυτού του κόσμου. Η εμπειρία της θεώσεως είναι δυνατή από εδώ με την παράδοξο σύνδεση του ιστορικού με του υπεριστορικού. Το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού στο Θαβώρ, το φως που βλέπουν οι καθαροί ησυχαστές σήμερα και η υπόστασις των αγαθών του μέλλοντος αιώνος αποτελούν τις τρείς φάσεις ενός και του αυτού πνευματικού γεγονότος, σε μια υπερχρόνια πραγματικότητα.
Προβάλλει λοιπόν η Εκκλησία την μνήμη του στη δεύτερη Κυριακή, ως συνέχεια, τρόπον τινά και επέκταση της πρώτης Κυριακής, της Ορθοδοξίας. Η μνήμη του αγίου Γρηγορίου Παλαμά είναι ένα είδος δευτέρας <<Κυριακής της Ορθοδοξίας>>
Κοιμήθηκε σε ηλικία 63 χρονών στις 14 Νοεμβρίου από ασθένεια και αγιοποιήθηκε σύντομα. Το ιερό του λείψανο σώζεται σήμερα στη μητρόπολη της Θεσσαλονίκης.
(*) Ε.Π.Ε ΓΡΗΓ.ΠΑΛΑΜΑ Τομ. 9ος.

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ Λόγος ἐπί τῇ ἑορτῇ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀρχιμ. Γεωργίου Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους

 - 1 -




Aἱ ψυχές μας γεμίζουν εὐγνωμοσύνη πρός τόν ἐν Τριάδι προσκυνούμενο
Θεό μας, διότι μᾶς ἀξίωσε νά παραλάβουμε καί νά διακρατοῦμε τόν ἀτίμητο
θησαυρό τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι» (Β΄ Κορ. δ΄ 7),
στίς ταπεινές καί ἁμαρτωλές μας ὑπάρξεις.
Κοιτάζουμε τόν ἑαυτό μας καί λυπούμεθα, διότι μέ τίς ἁμαρτίες μας φέ-
ρουμε κατάστικτο τόν χιτῶνα τῆς ψυχῆς. Ἀλλά κοιτάζουμε καί τόν θησαυρό
τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως πού μᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Κύριος καί χαιρόμεθα.
Αὐτός ὁ θησαυρός δέν εἶναι κάποιο ἰδεολόγημα. Εἶναι αὐτός ὁ Θεάνθρω-
πος Χριστός. Ἡ κεφαλή καί τό Σῶμα Του, ἡ Ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία.
Εἶναι ὁ ἀληθής Θεάνθρωπος τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Πατέρων.
Ὁ Θεάνθρωπος ὁ ἀκαινοτόμητος. Ὁ «ἀεί ὤν» καί ὁ «ὡσαύτως ὤν». Ὁ «χθές
καί σήμερον ὁ Αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. ιγ΄ 8).
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς πα-
ρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ
χάρις ὡς ἔλαμψεν· ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τό ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ
σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστός ὡς ἐβράβευσεν· οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω
λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν, Χριστόν τόν ἀληθινόν Θεόν ἡμῶν».
Αὐτόν τόν Θεάνθρωπο δέν θέλουμε νά προδώσουμε ἀποδεχόμενοι τούς
ψευδοθεανθρώπους τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ ἀλαθήτου “Πάπα”, τοῦ
“ἀλαθήτου” Προτεστάντου, τόν ψευδοθεάνθρωπον τοῦ δυτικοῦ ἀνθρωποκεν-
τρισμοῦ.
Μένουμε, χάριτι Χριστοῦ, πιστοί καί ἀμετακίνητοι στήν ἁγία μας Ὀρθό-
δοξο Πίστι, τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις» (Ἰούδα 3) καί μακαρίζουμε
τούς ἁγίους Ὁμολογητάς τῆς Πίστεως, (Ὀρθοδόξους Βασιλεῖς, Πατριάρχας,
Ἀρχιεπισκόπους, Ἐπισκόπους, Πρεσβυτέρους, Διακόνους, Μοναχούς καί λαϊ-
κούς), οἱ ὁποῖοι μᾶς τήν παρέδωσαν ὑπομείναντες θανάτους, ἐξορίες, βασανι-
στήρια, προπηλακισμούς.
- 2 -
«Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πί-
στις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν. Ἐπί τούτοις
τούς τῆς εὐσεβείας Κήρυκας, ἀδελφικῶς τε καί πατροποθήτως, εἰς δόξαν καί
τιμήν τῆς εὐσεβείας, ὑπέρ ἧς ἠγωνίσαντο, ἀνευφημοῦμεν καί λέγομεν,
Γερμανοῦ, Ταρασίου, Νικηφόρου, καί Μεθοδίου, τῶν ὡς ἀληθῶς Ἀρχι-
ερέων Θεοῦ, καί τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων καί Διδασκάλων (καί πάντων τῶν
ἁγίων Ὁμολογητῶν), Αἰωνία ἡ μνήμη».
Ἀλλ᾿ αὐτή ἡ φιλτάτη Ὀρθοδοξία μας καί σήμερα κινδυνεύει. Προσπα-
θοῦν κάποιοι νά νοθεύσουν τό δυνατό της κρασί, νά ἀμβλύνουν τά δόγματα,
τίς παραδόσεις της, τό ἦθος της, γιά νά μπορῇ νά συνυπάρχῃ μέ τά ἄλλα “δό-
γματα”.
Τό ἔργο αὐτό ἔχει ἀναλάβει ὁ Οἰκουμενισμός.
Καί δέν ἐννοοῦμε φυσικά ἕναν Ὀρθόδοξο Οἰκουμενισμό, πού μένοντας
πιστός στήν Ὀρθοδοξία θά μποροῦσε νά διαλέγεται μέ τούς ἑτεροδόξους, γιά
νά τούς βοηθήσῃ νά ἀντιληφθοῦν ὅτι ἐπάνοδός τους στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλη-
σία εἶναι ἐπάνοδος στό πατρικό τους σπίτι, ἀπό τό ὁποῖο οἱ πρόγονοί τους ἐ-
μακρύνθησαν.
Ἐννοοῦμε τόν συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό, τόν διαχριστιανικό καί δια-
θρησκειακό.
Μέ πόνο χαράσσω τίς γραμμές αὐτές:
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς ἐκείνους πού συμπροσεύχονται ὄχι μόνο μέ
ἑτεροδόξους ἀλλά καί ἑτεροθρήσκους καί ἀνάβουν κεριά μαζί μέ τούς Ἰουδαί-
ους, Μουσουλμάνους, Βουδιστάς, Εἰδωλολάτρας, γιά τήν εἰρήνη. Σέ ποιόν Θεό
ἄραγε προσφέρουν τά κεριά αὐτά; Ξεχνοῦν ὄχι μόνο τούς Ἱερούς Κανόνας,
ἀλλά καί αὐτές τίς θεῖες Γραφές. «Τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος;» (Β΄ Κορ.
στ΄ 14).
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού χωρίς ἐνδοιασμό συμπροσεύχονται μέ
Προτεστάντισσες ἱέρειες.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού συμμετέχουν στό Π.Σ.Ε., χωρίς ὅμως νά
τούς ἐπιτρέπεται νά καταθέτουν ἰδιαιτέρα δήλωσι πού νά ἐκφράζῃ τάς Ὀρθο-
δόξους θέσεις, μέ συνέπεια ἡ φωνή τους νά χάνεται μέσα στήν παμπροτεστα-
ντική χοάνη.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού κατήρτισαν τό κείμενο τῆς Συμφωνίας
Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν τοῦ Balamand, μέ τό ὁποῖο οἱ Ὀρθόδοξοι
γιά πρώτη φορά ἀνεγνώρισαν τόν Ρωμαιοκαθολικισμό ὡς πλήρη Ἐκκλησία
- 3 -
καί ὡς ἀδελφή Ἐκκλησία, χωρίς οἱ Ρωμαιοκαθολικοί νά παραιτηθοῦν ἀπό τό
Filioque, τό “ἀλάθητο” καί τό πρωτεῖο ἐξουσίας τοῦ Πάπα ἐφ᾿ ὅλης τῆς Ἐκκλη-
σίας, τήν ἑτεροδιδασκαλία περί κτιστῆς Χάριτος καί τίς λοιπές κακοδοξίες
τους.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού μέ τίς Κοινές Δηλώσεις (κατά τόν διάλογο
Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων) ἀνεγνώρισαν ὄχι μόνον τούς νῦν Ἀντιχαλ-
κηδονίους ὡς Ὀρθοδόξους, ἀλλά καί τούς πατέρας αὐτῶν Διόσκορο, Σεβῆρο,
'Ιάκωβο Βαραδαῖο καί λοιπούς, τούς ἀναθεματισθέντας ὑπό Οἰκουμενικῶν
Συνόδων, ἐρχόμενοι ἔτσι σέ φανερά ἀντίθεσι μέ τάς θεοπνεύστους Οἰκουμενι-
κάς μας Συνόδους, ἀλλά καί τούς μεγάλους Πατέρας, 'Ιωάννη τόν Δαμασκηνό,
Μ. Φώτιο, Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, Σωφρόνιο Ἱεροσολύμων καί λοιπούς.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς οἱ ὁποῖοι κηρύττουν ὅτι Ἀνατολική καί Δυτι-
κή Ἐκκλησία εἶναι ἀδελφαί Ἐκκλησίαι καί ὅτι ἡ μεταξύ αὐτῶν κοινωνία εἶναι
ἀντίστοιχος πρός τήν κοινωνία τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὡς ἐάν ἡ
Δυτική προσῆλθε στήν Ὀρθοδοξία. ῎Η κηρύττουν ὅτι Ἀνατολή καί Δύσις εἶναι
οἱ δύο πνεύμονες μέ τούς ὁποίους ἀναπνέει ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἐάν ἡ Δυτική Ἐκ-
κλησία ὀρθοδοξῇ καί δέν πάσχῃ ἀνιάτως. ῎Η κηρύττουν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἀ-
νατολή καί ἡ αἱρετική Δύσις ἀποτελοῦν δύο διαφορετικές ὄψεις τῆς ἰδίας Εὐ-
αγγελικῆς Ἀληθείας καί ὅτι δῆθεν αὐτή εἶναι ἡ Φωτιανή Παράδοσις.
Ὁποία διαστρέβλωσις τῆς Ἱστορίας! Ὁ ὁμολογητής Μέγας Φώτιος, ὁ ἐ-
λέγξας σθεναρῶς τούς κακοδόξους Λατίνους, νά θεωρῆται ὡς τάχα ἐκφράζων
τήν ἴδια πίστι μέ ἐκείνους τούς ὁποίους διά βίου ἐστηλίτευσε!
Δέν ἀντιλαμβάνονται οἱ τά τοιαῦτα λέγοντες ὅτι ὑποτιμοῦν τήν νοημο-
σύνη τῶν ἀκροατῶν καί ἀναγνωστῶν τους; ῞Ωστε λοιπόν Filioque καί μή Filioque,
παποκεντρική ἐκκλησιολογία καί Ὀρθόδοξος ἐκκλησιολογία, κτιστή καί
ἄκτιστος Χάρις, ἐκφράζουν μέ διαφορετικό τρόπο τήν ἴδια Ἀλήθεια καί ὄχι
δύο διαφορετικές διδασκαλίες, ἤτοι μία Ὀρθόδοξο καί μία αἱρετική;
Ἰδού ποῦ καταντᾷ τό Οἰκουμενιστικό παραλήρημα!
Καί ἀφοῦ ὁ λόγος περί ἁγίου Φωτίου, θά πρέπει νά ἐπισημάνουμε, ὅτι εἶ-
ναι τοὐλάχιστον ἄδικο καί ἱστορικῶς ἀναπόδεικτο ὅτι καί οἱ Ὀρθόδοξοι Πα-
τέρες εὐθύνονται διά τό σχίσμα. Εὐθύνεται ὁ Μ. Φώτιος, ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ
Κηρουλάριος, ὁ ἅγιος Μᾶρκος Ἐφέσου, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, οἱ
ὁποῖοι ὡς γνήσιοι ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀπέρριψαν τίς αἱρέ-
σεις τῶν Δυτικῶν καί ἠρνήθησαν νά ὑποτάξουν τήν Ὀρθόδοξο Ἀνατολική
Ἐκκλησία στόν Πάπα;
- 4 -
Ποῖος εὐθύνεται; Οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅταν ἀντιστέκωνται στούς αἱρετικούς, ἤ
ἀντιθέτως οἱ αἱρετικοί, ὅταν μέ ἑωσφορικό πεῖσμα προσπαθοῦν νά ἐπιβάλλουν
τήν αἵρεσι σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία;
Καί μήπως θέλουμε καλλιτέρα ἀπόδειξι τῆς εὐθύνης καί δολιότητος τῶν
Δυτικῶν ἀπό τήν ἐπάρατο Οὐνία, ἡ ὁποία προκάλεσε καί προκαλεῖ τόσο πόνο
καί τόσους βιαίους προσηλυτισμούς μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων;
- Δι᾿ ὅλους τούς Οἰκουμενιστάς πού μέ πράξεις, ἄρθρα καί λόγους ἀμβλύ-
νουν τό Ὀρθόδοξο αἰσθητήριο τοῦ Ἑλληνορθοδόξου λαοῦ, ὥστε νά τοῦ ἀφαι-
ροῦν κάθε δύναμι ἀντιστάσεως ἐναντίον ὅσων ἐπιβουλεύονται τήν Ὀρθοδοξία
του.
Τάς σκέψεις αὐτάς μᾶς προεκάλεσεν ἐκτός τῶν ἄλλων καί ἡ ἀνάγνωσις
τοῦ κατωτέρω ἀποσπάσματος ἐκ τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξί-
ας.
«Ἅπαντα τά παρά τήν Ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν, καί τήν διδασκαλί-
αν, καί ὑποτύπωσιν τῶν ἁγίων καί ἀοιδίμων Πατέρων καινοτομηθέντα, ἤ με-
τά τοῦτο πραχθησόμενα, Ἀνάθεμα».
Αὐστηροί ὄντως οἱ Πατέρες, ἀλλά καί φιλάνθρωποι. ῞Οσοι πραγματικά
ἀγαποῦν, πρέπει νά λέγουν τήν ἀλήθεια, διότι αὐτή μόνον σώζει, «γνώσεσθε
τήν ἀλήθειαν, καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» ('Ιωάν. η΄ 32).
Στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα νά ἐρωτήσω τούς ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκου-
μενιστάς: Μήπως θά ἔπρεπε νά διερωτηθοῦν, ἐάν τά ὑπ᾿ αὐτῶν πραττόμενα καί
λεγόμενα εἶναι καινοτομίες «παρά τήν ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν καί διδα-
σκαλίαν»;
Ὑπάρχει βέβαια ἕνας εὔκολος τρόπος νά κατασιγάσουν τήν συνείδησί
τους ὅσοι ὁδηγοῦν τήν Ἐκκλησία στόν συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό. Νά χα-
ρακτηρίζουν τούς ἐμμένοντας στήν πατροπαράδοτο εὐσέβεια συλλήβδην ὡς
φανατικούς φονταμενταλιστάς. Μέ αὐτήν τήν λογική θά ἐχαρακτηρίζοντο καί
οἱ Ἅγιοι Πατέρες οἱ συντάξαντες τό ἀνωτέρω ἀνάθεμα, ὡς καί τά λοιπά πολλά
ἀναθέματα κατά τῶν αἱρετικῶν, ἐπίσης ὡς φονταμενταλισταί, ἀκραῖοι καί
φανατικοί.
Ἔχω τήν αἴσθησι ὅτι ἡ γλῶσσα τῶν Οἰκουμενιστῶν δέν εἶναι ἡ γλῶσσα
τῶν Ἁγίων Πατέρων καί διδασκάλων μας. Δέν εἶναι γλῶσσα ὁμολογίας τῆς ἀ-
μωμήτου Πίστεως, ἀλλά γλῶσσα διπλωματίας, πολιτικῆς. Γλῶσσα πού κνήθει
(γαργαλίζει) τίς ἀκοές πολλῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὀλιγόπι-
στοι ἤ ἄπιστοι καί δι᾿ αὐτό ἡ δογματική των εὐαισθησία ἔχει χαθῆ. Κατά τόν
μέγα Παῦλο:
- 5 -
«Ἔσται γάρ καιρός ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται,
ἀλλά κατά τάς ἐπιθυμίας τάς ἰδίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνη-
θόμενοι τήν ἀκοήν, καί ἀπό μέν τῆς ἀληθείας τήν ἀκοήν ἀποστρέψουσιν, ἐπί
δέ τούς μύθους ἐκτραπήσονται» (Β΄ Τιμ. δ΄ 3, 4).
Οἱ κοσμικόφρονες ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας ἀρέσκονται νά ἀκούουν καί
νά λέγουν ὅτι καλές εἶναι ὅλες οἱ θρησκεῖες καί ὅτι ὅλες πρέπει νά συνεργά-
ζωνται γιά τήν εἰρήνη.
Ἡ ἐκκλησιαστική διπλωματία θυσιάζει τήν Ἀλήθεια στόν καιροσκοπι-
σμό, στήν ἀνθρωπαρέσκεια, στήν ἐπίτευξι γηΐνων στόχων.
Ἡ πανθρησκειακή συμπροσευχή τῆς Ρουμανίας ἔγινε καθ᾿ ὑπαγόρευσιν
τοῦ ἀρχηγοῦ τοῦ Ρουμανικοῦ κράτους, γιά νά καλοπιάσῃ τόν ἐμπνευστή της
Πάπα καί τούς Δυτικούς, προκειμένου νά γίνῃ δεκτή ἡ Ρουμανία στήν Εὐρω-
παϊκή Ἕνωσι. Γιά τόν ἴδιο λόγο θά γίνῃ δεκτός ὁ Πάπας στήν Ρουμανία, στήν
πρώτη Ὀρθόδοξο χώρα πού θά δεχθῇ τήν ἐπίσκεψί του. Τά ὀχυρά πέφτουν. Ἡ
καταταλαιπωρημένη ἀπό τήν Οὐνία καί τούς Παπικούς Ρουμανία λησμονεῖ
τήν ἱστορία της, τούς μάρτυράς της, χάριν τόσον εὐτελῶν σκοπῶν. Ὁ γηραιός
Πατριάρχης σύρεται στό ἅρμα τοῦ Παπισμοῦ. Οἱ Ὀρθόδοξες χῶρες νά χάσουν
τήν ψυχή τους, γιά νά γίνουν δεκτές στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωσι;
Κάτι παρόμοιο γίνεται καί στήν χώρα μας, ὅπου πολλοί εἶναι πρόθυμοι
νά ἀπεμπολήσουν τίς παραδόσεις μας, νά ἀπορθοδοξοποιήσουν τήν Ἑλλάδα,
γιά νά γίνουν ἀρεστοί στούς Εὐρωπαίους ἡγέτας ἤ δυνάστας.
Πρόσφατο παράδειγμα ἡ ἀντιεκκλησιαστική συμπεριφορά τοῦ Κρατι-
κοῦ Ραδιοφώνου. Σιγά σιγά περικόπτουν κάθε ἐκπομπή πού θυμίζει Ὀρθοδο-
ξία. Περιεκόπη κατ᾿ ἀρχάς ἡ πρωινή προσευχή. Κατόπιν οἱ ἐκκλησιαστικές ἐκ-
πομπές τοῦ πρώτου προγράμματος τῆς Κυριακῆς. Οἱ ἀναμεταδόσεις τῶν μεγά-
λων Πανηγύρεων τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς Παναγίας τῆς Τήνου. Πρόσφατα πε-
ριέκοψε καί τήν ἀναμετάδοσι τῶν Χαιρετισμῶν. Οἱ ἰθύνοντες τό Κρατικό Ρα-
διόφωνο ἀγνοοῦν φαίνεται ὅτι οἱ Χαιρετισμοί τῆς Παναγίας, τά “Χαιρονύμ-
φια” ὅπως τά λέγει ὁ λαός, εἶναι μία ἀπό τίς ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις μας,
καί ὅτι αὐτοί πού δέν ἠμποροῦν νά μεταβοῦν στίς ἐκκλησίες γιά σοβαρούς λό-
γους ἄκουγαν ἀπό τό Ραδιόφωνο τούς Χαιρετισμούς, καί μάλιστα στίς περιο-
χές πού δέν ἀκούονται οἱ ἐκκλησιαστικοί σταθμοί.
Ὁ ὁδοστρωτήρας τοῦ ἐξευρωπαϊσμοῦ ἐξαφανίζει σιγά σιγά τήν ἐκκλησι-
αστική καί ἐθνική μας ταυτότητα. Τά συμπτώματα εἶναι πολλά καί δέν εἶναι
τοῦ παρόντος νά ἀναφερθοῦν διεξοδικῶς ἐδῶ.
- 6 -
Πολλοί μᾶς κατηγοροῦν ὅτι, ἐνῶ ἀγωνιζόμεθα κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
δέν διακόπτουμε τήν κοινωνία μέ τούς Οἰκουμενιστάς.
Πράγματι, ἐνῶ πιστεύουμε ὅτι ὁ συγκρητιστικός Οἰκουμενισμός εἶναι μία
σοβαρά ἐκκλησιολογική παρέκκλισις, πού τείνει νά γίνῃ καί αἵρεσις, δηλαδή
παγιωμένο αἱρετικό φρόνημα, ἐμεῖς μένουμε στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία, διότι
πιστεύουμε ὅτι μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ὄχι ἐκτός αὐτῆς ἠμποροῦμε νά
ἀγωνισθοῦμε, γιά νά συνειδητοποιηθῇ ἡ ἐκκλησιολογική αὐτή παρέκκλισις ἑνί-
ων. Ὡς ἀποδεικνύει ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία, αἱ αἱρετικαί δοξασίαι δέν συνει-
δητοποιοῦνται ἀμέσως ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Κατά τήν ταπεινή μας κρίσι, ὁ εἰκοστός αἰών ὑπῆρξε ὁ αἰών τῆς ἀναπτύ-
ξεως τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Θέλουμε νά πιστεύουμε ὅτι πολλοί
ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων ἐνθουσιωδῶς ὑπεστήριζαν τόν Οἰκουμενισμό, ὄχι ἐκ διαθέ-
σεως νά προδώσουν τήν Ὀρθοδοξία, ἀλλά καλῇ τῇ πίστει ἤ καί ἐκ τῆς ἀνάγκης
νά συμβιώνουν εἰρηνικά μέ ἑτεροδόξους στήν ἀλλοδαπή. Χάριν μιᾶς προσδο-
κωμένης οἰκουμενικῆς προσεγγίσεως, Ὀρθόδοξοι ἡγέται ἤρχισαν δυστυχῶς νά
υἱοθετοῦν τήν ἐκκλησιολογία τῶν κλάδων ἤ τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν, χωρίς
προηγουμένη δογματική συμφωνία.
Συνετέλεσαν βεβαίως στήν υἱοθέτησι μή ὀρθοδόξων ἐκκλησιολογικῶν
θέσεων καί ἄλλοι παράγοντες: Ἡ διασπορά τῶν Ὀρθοδόξων στίς χῶρες τῶν
Προτεσταντῶν καί Ρωμαιοκαθολικῶν, ἡ ἀποδυνάμωσις τῶν παλαιφάτων Πα-
τριαρχείων ἀπό τά παραδοσιακά τους Ὀρθόδοξα ποίμνια, ἡ ἐπίδρασις ἐπί τῶν
κληρικῶν καί θεολόγων τῆς περιρρεούσης ἀτμοσφαίρας τοῦ ὑλιστικοῦ ἀνθρω-
ποκεντρικοῦ πνεύματος, πού δέν ἀνέχεται ἀπόλυτα μεγέθη ἀλλά σχετικοποιεῖ
κάθε πίστι.
Ἐλπίζουμε ὅτι ὁ εἰκοστός πρῶτος αἰών θά εἶναι ὁ αἰών τῆς συνειδητο-
ποιήσεως ἐκ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων τῆς ἐκκλησιολογικῆς παρεκκλίσεως τοῦ
συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς ἐπανόδου ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων εἰς
τήν πρό τοῦ 20οῦ αἰῶνος γενικῶς ἐπικρατοῦσα ἐκκλησιολογία, κατά τήν ὁ-
ποία τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν ἀποτελεῖ μό-
νον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία.
Ἡμεῖς δέ οἱ ταπεινοί ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι ἐπί τῇ σημερινῇ εὐσή-
μῳ ἡμέρᾳ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπαναλαμβάνουμε μετά τῆς Ἁγίας Ἐκ-
κλησίας:
«Τούτων τοῖς ὑπέρ εὐσεβείας μέχρι θανάτου ἄθλοις τε καί ἀγωνίσμασι,
καί διδασκαλίαις παιδαγωγεῖσθαί τε καί κρατύνεσθαι Θεόν ἐκλιπαροῦντες,
καί μιμητάς τῆς ἐνθέου αὐτῶν πολιτείας μέχρι τέλους ἀναδείκνυσθαι ἐκδυσω-
- 7 -
ποῦντες ἀξιωθείημεν τῶν ἐξαιτουμένων, οἰκτιρμοῖς, καί χάριτι τοῦ μεγάλου
καί πρώτου Ἀρχιερέως Χριστοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡμῶν· πρεσβείαις τῆς ὑ-
περενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, τῶν θεοει-
δῶν Ἀγγέλων, καί πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν» (Συνοδικόν Κυριακῆς τῆς Ὀρθο-
δοξίας).
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου
†Ἀρχιμ. Γεώργιος
Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τῇ Α΄ Κυριακῇ τῶν Νηστειῶν 1999.