Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2018

Η γέννηση του Ιησού, είναι η Γέννηση του ΧριστούΑπό Dogma

ιησού

Τι σημαίνει ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός;

Η σωτηρία του ανθρώπου δεν ήταν θέμα διδασκαλίας και καθοδήγησης.
Εάν ήταν τέτοιο ζήτημα, ο Θεός θα μπορούσε να διδάξει με διάφορους τρόπους τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει στην σωτηρία.
Το θέμα όμως αυτό ήταν οντολογικό, πολύ πιο βαθύ από μία απλή τήρηση κάποιων εντολών. Ο άνθρωπος δεν μπορούσε να νικήσει τον θάνατο και την φθορά. Ακόμα και ως δίκαιος -μετα θάνατον- κατέληγε στον Άδη. Ο Θεός λοιπόν για να σώσει τον άνθρωπο γίνεται Άνθρωπος. Η Ζωή γίνεται ένας θνητός για να νικήσει δια του θανάτου τον Θάνατο. Η ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού είναι σημαντική όχι με τον τρόπο που έγινε αλλά για το ότι έγινε. Πολλές φορές μένουμε σε μία συναισθηματική προσέγγιση της Γέννησης του Θεανθρώπου ξεχνώντας τον Γεγονός. Μένουμε στη φάτνη, στο κρύο, στη νύχτα (βεβαίως και αυτά δείχνουν την ταπείνωση και την απλότητα του Θεού) και όχι στην πραγμάτωση της Σωτηρίας του Ανθρώπου δια της Ενανθρωπήσεως. Είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να εορτάζουμε Χριστούγεννα ρομαντικά και όχι εκκλησιαστικά. Και ακριβώς εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, διότι ουσιαστικά καταλήγουμε να χαιρόμαστε χωρίς τον Λόγο της εορτής. Μένουμε στα πέριξ και όχι στην ουσία των Θείων γεγονότων.
Διαβάζοντας τα σχετικά κείμενα στην Καινή Διαθήκη, βλέπουμε ότι οι Ευαγγελιστές δεν μένουνε στις λεπτομέρειες, στο πώς δηλαδή γεννήθηκε ο Ιησούς, διότι δεν είναι το μείζον αυτό. Το μείζον είναι ότι γεννήθηκε.
Το μείζον είναι ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός και πλέον δια του Ιησού Χριστού η ανθρώπινη φύση θεώνεται.
Η Γέννηση του Ιησού Χριστού είναι το γεγονός αυτό που αλλάζει πλέον την ιστορία της ανθρωπότητας, όχι επειδή απλά την χωρίζει σε π.Χ. και μ. Χ. αλλά διότι πλέον η ανθρώπινη φύση μπορεί να γίνει κοινωνός Θείας φύσεως δια Ιησού Χριστού εν Πνεύματι Αγίω.
Το σημαντικό είναι νομίζω, αυτές τις ημέρες να εμβαθύνουμε σ’αυτό το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Σωτήρος Χριστού βλέποντας την Γέννησή Του ως το γεγονός της προσωπικής μας σωτηρίας, της προσωπικής μας δυνατότητας όχι απλά να μπούμε στον αισθητό παράδεισο των πρωτοπλάστων αλλά να εισέλθουμε σε κάτι απείρος ανώτερο, στην Βασιλεία του Θεού Πατρός.
Ο Θεός σώζει τον άνθρωπος από αγάπη και όχι από ανάγκη. Ο Θεός μπαίνει σ’αυτήν την διαδικασία της σωτηρίας του ανθρώπου ό,τι κι αν Του «στοιχίσει». Αυτός είναι ο Θεός μας. Πατέρας.
Η αγάπη του Θεού κινεί την Θεία Οικονομία και ο Θεός σώζει τον άνθρωπο.
αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Πως ο Χριστός με τη Γέννηση του αναγεννά την ανθρώπινη φύση μας;


Συνέντευξη του Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλου,
στο περιοδικό ΠΥΛΗ του Ινστιτούτου Περιφερειακής Ανάπτυξης Δυτικής Μακεδονίας,
με αφορμή την εορτή των Χριστουγέννων.
Κατ’ αρχήν σας ευχαριστώ θερμά που μου δίνετε την δυνατότητα να επικοινωνήσω με τους εκλεκτούς αναγνώστες σας και μάλιστα καθ’οδόν και εν πορεία προς την Μητρόπολη των εορτών, τα Χριστούγεννα.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι τα γεγονότα της ζωής του Χριστού είναι γεγονότα της προσωπικής μας ζωής και ιστορίας. Μας αφορούν άμεσα και προσωπικά. Έρχονται να απαντήσουν στα πιο καίρια υπαρξιακά μας ερωτήματα και να θεραπεύσουν τις πληγές μας. Ακόμη έρχονται να ερμηνεύσουν τα γεγονότα του σήμερα.
Η πτώση του ανθρώπου δέν ήταν μια ηθική παράβαση, αλλά ένας οντολογικός ακρωτηριασμός της ανθρωπίνης φύσεως. Ο πειρασμός του πρώτου ανθρώπου ήταν εάν θα θεωθεί δια της κοινωνίας του με το Θεό η αυτονομημένος από τον Θεό. Μιλάμε για το προπατορικό αμάρτημα λησμονώντας όμως το ουσιαστικό περιεχόμενο της λέξεως αμαρτία.
Το ρήμα αμαρτάνω σημαίνει αποτυχαίνω, κάνω λάθος. Αμαρτία λοιπόν σημαίνει αποτυχία. Ποιά λοιπόν είναι η αμαρτία, δηλαδή η αποτυχία, του πρώτου ανθρώπου;
Ο Αδάμ επεχείρησε να γίνει Θεός, χωρίς τον Θεό, αλλά απέτυχε. Αντί να θεωθεί υπέταξε την ζωή του στην φθορά, στον πόνο και τελικά στον θάνατο. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ο Θεός δεν δημιούργησε τίποτα από αυτά. Η φθορά, ο πόνος και ο θάνατος ήταν ανύπαρκτα στην κατάσταση της αρχέγονης δικαιοσύνης, δηλαδή στην ζωή προ της πτώσεως.
Η πτώση λοιπόν οδήγησε στην έκπτωση από την κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό και στην οντολογική διαφθορά της ανθρωπίνης φύσεως. Ο άνθρωπος επεχείρησε πολλές φορές μέσα στην ιστορία να υπερβεί την θνητότητα του, αλλά ματαίως. Αυτή η ματαιότητα της αυτοσωτηρίας συνειδητοποιείται σε δύο εκφραστικά κείμενα της αρχαιοελληνικής παραδόσεως μας.
Στο ποίημα του Διγενή Ακρίτα. Ο Διγενής είναι ο δυνατός άνθρωπος που νικά όποιον επιχειρεί να παλέψει μαζί του. Έρχεται όμως η στιγμή που θα παλέψει με τον χάρο στα μαρμαρένια αλώνια. Εκεί για πρώτη φορά ο Διγενής θα νικηθεί. Εκεί για μια ακόμη φορά ο θάνατος θα νικήσει. Το δεύτερο κείμενο είναι η Τραγωδία του Αισχύλου «ο Προμηθέας Δεσμώτης».
Καταδικασμένος ο Προμηθέας να είναι δεμένος στον Καύκασο γιατί επεχείρησε να κλέψει το ιερόν πυρ από τους Θεούς και καθώς ένα όρνεο κατά καιρούς του κατατρώγει το συκώτι μάταια αγωνίζεται να ελευθερωθεί.
Ο Ερμής που περνάει από εκεί και βλέπει το μαρτύριο του του λέγει: «Ποτέ δεν θα πάρουν τέλος τα δεινά σου εκτός αν ο Θεός σε λυπηθεί και στείλει κάποιον δικό του να σε σώσει». Αυτή η συνείδητοποίηση της αδυναμίας για αυτοσωτηρία ορίζει το «πλήρωμα του χρόνου», τον κατάλληλο καιρό κατά τον οποίο ο Θεός στέλνει κάποιο δικό Του.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού γίνεται άνθρωπος, προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση μας για να την θεραπεύσει. Τα Χριστούγεννα, στα άχραντα σπλάχνα της Θεοτόκου, η ανθρώπινη φύση μας μπολιάζεται με το θεϊκό μπόλι.
Ο Χριστός είναι ο Σωτήρας όχι με κάτι που κάνει, αλλά με αυτό που Είναι. Στο πρόσωπο του ενώνεται ασύγχυτα και αδιαίρετα ο Θεός με τον άνθρωπο. Η ένωση είναι ασύγχυτη.
Το κάθε πρόσωπο διατηρεί την ετερότητα του. Αυτό σημαίνει το σεβασμό της ανθρώπινης ελευθερίας, αλλά και α-διαίρετη. Όσο η ανθρώπινη φύση μας κοινωνεί με το Θεό εις το Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, ο θάνατος έχει νικηθεί και ο άνθρωπος εν Χριστώ και δια του Χριστού υπερβαίνει την θνητότητα.
Η οντολογική καταστροφή έχει πλέον θεραπευθεί. Με αυτό τον τρόπο η Γέννηση του Χριστού σηματοδοτεί την θεραπεία και αναγέννηση της ανθρωπίνης φύσεως.
Στήν Αγία Γραφή οι προφήτες μιλούν για την Γέννηση του Χριστού. Αυτό δεν είναι ένα μόνιμο θαύμα;
Πολύ σωστά το επισημαίνετε με την ερώτηση σας. Ο Χριστός είναι το μοναδικό πρόσωπο μέσα στην ιστορία του Οποίου όχι μόνο η Γέννηση, αλλά ολόκληρη η ζωή, ο σταυρικός Του θάνατος και η Ανάσταση Του προφητεύθηκαν αιώνες ολόκληρους πριν από την εμφάνιση Του στη γη.
Οι προφητείες μάλιστα αναφέρονται και σε λεπτομέρειες της ζωής Του. Ο προφήτης Ησαίας 800 χρόνια πριν, ομιλεί με πολύ καθαρό τρόπο δια την εκ της Παρθένου Μαρίας Γέννηση Του σαν να την βλέπει μπροστά του «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ ο εστί μεθερμηνευόμενον, μεθ’ημών ο Θεός».
Δεν αναφέρεται απλώς σε μία εκ Παρθένου Γέννηση ενός βρέφους, αλλά προσδιορίζει με απόλυτη ακρίβεια την ταυτότητα του. Είναι ο Εμμανουήλ, ο Θεός που είναι πλέον μαζί μας. Οι προφητείες είναι ο μεγάλος ογκόλιθος της ιστορικής παρουσίας του Θεού μέσα στον κόσμο.
Βλέπετε άλλωστε πόσο έντονο είναι το ενδιαφέρον να ερμηνεύσουμε το παρόν και το μέλλον δια του μοναδικού προφητικού βιβλίου της Καινής Διαθήκης, την « Αποκάλυψη του Ευαγγελιστού Ιωάννου.
Ποιά είναι η πνευματική αναγεννητική εμπειρία τής Γέννησης του Χριστού;
Η σάρκωση του Θεού νοηματίζει τη ζωή του ανθρώπου. Έξω από τόν Χριστό η ζωή δεν έχει νόημα γιατί τέλος της είναι ο θάνατος. Η διάρκεια των χρόνων της ζωής του ανθρώπου δεν έχει νόημα, αφού το τέλος θα είναι ο θάνατος και η ώρα του είναι αβέβαιη.
Χωρίς την πρόσληψη της ανθρώπινης φύσης από το Θεό, την κάθε μέρα το α-σκοπο θα συναγωνίζεται το παρά-λογο, αλλά τον αγώνα θα τον κερδίζει πάντα το τραγικό. Η σάρκωση του Θεού αφαιρεί την αλογία από τον άνθρωπο. Τα Χριστούγεννα «ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν.
Η χάρις και η αλήθεια δια Ιησού Χριστού εγένετο» θα μας πει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Κάθε φορά που τελούμε τη Θεία Λειτουργία βιώνουμε τα Χριστούγεννα, καθώς σε κάθε Λειτουργία προσφέρουμε τη ζωή μας στο Θεό μέσα από τα είδη του άρτου και του οίνου για να γίνουν δια του Αγίου Πνεύματος Σώμα και Αίμα Χριστού, ζωή του Χριστού η οποία προσφέρεται προς κοινωνία στον άνθρωπο.
Στο ερώτημα λοιπόν πως η Γέννηση του Χριστού θα γίνει εμπειρία της ζωής του καθενός μας η απάντηση είναι μία. Με την ένταξη μας την οργανική στη ζωή του Χριστού μέσα από τη λατρεία της Εκκλησίας. Στο Μυστήριο της Θείας ευχαριστίας ο Χριστός ανακλίνεται στήν καρδία μας σαν σε φάτνη.
Η προσπάθεια η δική μας είναι να ευπρεπίζουμε διαρκώς την φάτνη-καρδία μας με την άσκηση, τη νήψη, την εγρήγορση την πνευματική. Με αυτές τις προϋποθέσεις ο άνθρωπος αναγεννάται οντολογικά και φανερώνει στην καθημερινότητα του την ζωή του Χριστού. Αυτή την αλήθεια την φανερώνουν όλοι οι Άγιοι.
Όσοι γνωρίσαμε στην σύγχρονη εποχή μορφές όπως ο π. Παίσιος, ο π. Πορφύριος, ο π. Ιάκωβος, ο π. Σωφρόνιος, ο Παπά-Εφραίμ και τόσοι άλλοι νοιώθουμε πόσο αληθινό είναι αυτό.
Η παρουσία τους και το πέρασμα τους από τον κόσμο δείχνει στον καθένα τον τρόπο που εσωτερικεύει την Γέννηση του Χριστού, την καθιστά γεγονός της δικής του ζωής και αναγεννάται όχι συμβολικά, αλλά ουσιαστικά.
Πως η Γέννηση του Χριστού απαντά στα ερωτήματα: Ποιός είμαι; από που έρχομαι; Που πάω;
Τα Χριστούγεννα ο Θεός γίνεται άνθρωπος. Στο ερώτημα: γιατί ο Θεός γίνεται άνθρωπος; όλη η πατερική θεολογία απαντά: Για να κάνει τον άνθρωπο Θεό.
Η σάρκωση του Θεού φανερώνει την μεγαλωσύνη και την μοναδικότητα του ανθρώπου. Πόσο αξίζει ένας άνθρωπος; Τόσο, ώστε ο Θεός γίνεται άνθρωπος για χάρη του. Η Γέννηση του Χριστού είναι το μέτρο της ανθρώπινης αξίας.
Εάν αφαιρέσουμε αυτό το μέτρο τότε ο άνθρωπος παραμένει ένα αντικείμενο. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι όσοι στο διάβα της είχαν στόχο τον Θεό, στην πραγματικότητα είχαν στόχο τον άνθρωπο. Η πίστη στο Χριστό πολεμήθηκε για να κρημνίσει την αξία του ανθρώπου.
Βλέπουμε στις μέρες τον ευτελισμό και την υποτίμηση του ανθρώπινου προσώπου. Οι απρόσωπες δυνάμεις της οικονομίας, της παραγωγής και της κατανάλωσης αχρήστευσαν τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος λογαριάζεται σαν καταναλωτική μονάδα, σαν ένα γρανάζι σε μια μηχανή. Βλέπετε ότι ούτε η παιδεία μας υπολήπτεται τον άνθρωπο.
Στοχεύει στο μυαλό του η στα χέρια του αλλά όχι στην προσωπικότητα του και γι’αυτό τα παιδιά μας απορρίπτουν αυτή την παιδεία. Σκεπτόμαστε να την συνδέσουμε με την παραγωγή την στιγμή που την έχουμε αποσυνδέσει από την αγωγή.
Ενθυμούμαι, πριν πολλά χρόνια, είχα προσκληθεί στο Πολυτεχνείο της Ξάνθης από τους φοιτητές για να κάνω μία ομιλία.
Στα πλαίσια αυτής της επίσκεψης είχα μία συνάντηση στην έδρα της αστροφυσικής με μια ομάδα τότε βοηθών που σήμερα διαπρέπουν ως καθηγηταί και τιμούν την επιστήμη και τη χώρα μας εντός και εκτός Ελλάδος.
Οι εκκολαπτόμενοι –τότε- επιστήμονες μου έθεσαν, μεταξύ των άλλων, το ερώτημα: «Τι νόημα έχει η επιστήμη μας; Για μας, για την επιστήμη μας, μου είπαν, ο άνθρωπος είναι πρωτόνια, νετρόνια, ηλεκτρόνια. Αλλά πρωτόνια, νετρόνια, ηλεκτρόνια είναι και τα ζώα.
Γιατί λοιπόν να υπολογίσουμε τον άνθρωπο. Μόνο στη σκέψη ότι ο άνθρωπος είναι σφραγισμένος με την σφραγίδα του Θεού αντιλαμβανόμεθα την ευθύνη μας για να μην χρησιμοποιήσουμε την επιστήμη μας εναντίον του άνθρωπου».
Ο Θεάνθρωπος αποκαλύπτει ποιός είναι ο άνθρωπος. Φανερώνει ότι η αρχή του ανθρώπου είναι η αγάπη του Θεού και η πορεία του ανθρώπου δεν είναι προς το μηδέν και το πουθενά αλλά προς την θέωση του ανθρώπου και την μετοχή του στη βασιλεία του Θεού.
Ο Θεός μπαίνει μέσα στο χρόνο μας σαν ένα βρέφος για να μας φανερώσει την μεγαλωσύνη του κάθε παιδιού. Αυτήν που τόσο εύκολα ξεχνάμε, αυτήν που τόσο εγκληματικά καταστρέφουμε μέσα από την διαδικασία της εκτρώσεως.
Η φανέρωση του ίδιου του Θεού στο πρόσωπο του Μεσσία ενώνει τήν γη με τόν ουρανό; Το σκοτάδι με το φως;
Η φανέρωση του Θεού στο πρόσωπο του Μεσσία όντως ενώνει την γη με τον ουρανό, τον άνθρωπο με το Θεό, αλλά όχι το σκοτάδι με το φως. Το φως της Θεογνωσίας διαλύει το σκοτάδι, φωτίζει και νοηματίζει τη ζωή του ανθρώπου.
Στο πρόσωπο του Χριστού κοινωνεί το κτιστό με το άκτιστο, το θνητό με το αθάνατο. Το κτιστό, η κτιστή και υποταγμένη στη φθορά ανθρώπινη φύση μας κοινωνώντας με τον άκτιστο Θεό υπερβαίνει την κτιστότητα και την θνητότητα της και αχρηστεύει τον έσχατο δυνάστη της ανθρώπινης φύσης που είναι ο θάνατος.
Ο ουρανός στήνει την σκηνή του στη γη και ανανεώνει τη ζωή της. Η σκηνή του Θεού μέσα στον κόσμο είναι η Εκκλησία Του. Ο Χριστός είναι πλέον το φως το αληθινό που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο και του αποκαλύπτει το νόημα της ζωής του και την κλήση την οποία έλαβε, την κλήση της θεώσεως του.
Με το Μυστήριο του Αγίου Βαπτίσματος ο άνθρωπος μπολιάζεται στο Σώμα του Χριστού και γίνεται κοινωνός της ζωής του. Με το μπόλιασμα αυτό ο άνθρωπος γίνεται πιο δυνατός και από τον θάνατο και από τον διάβολο. Καλείται, μέσα στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, να αλληλοπεριχωρηθεί με τους άλλους αδελφούς και να συγκροτήσουν την κοινωνία των προσώπων ως μία αγαπητική κοινωνία κατά το πρότυπο της Τριαδικής.
Την εποχή που ο Σάρτρ έλεγε: «οι άλλοι είναι η κόλαση μου!» ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ όποιον συναντούσε στο δρόμο του τον προσφωνούσε με τα λόγια: «Χριστός ανέστη! χαρά μου!».
Βλέπετε, για τον ένα, ο άλλος είναι η κόλαση του! για τον άγιο Σεραφείμ, ο άλλος είναι η χαρά του! και για σύνολη την ασκητική παράδοση: «είδες τον αδελφό σου, είδες τον Θεόν σου». Μια καίρια και απόλυτη διάκριση ανάμεσα στο σκοτάδι και στο φως.
Πείτε μας τέλος πώς ένας Χριστιανός μπορεί να ζήσει βιωματικά τήν Γέννηση του Χριστού και όχι εθιμοτυπικά;
Το ερώτημα σας μου θυμίζει μια παλαιότερη εκπομπή μου σε ραδιόφωνο της ιδιαίτερης πατρίδας μου. Ήμουν καλεσμένος από μία δημοσιογράφο για άσχετο θέμα. Ξεκινώντας την εκπομπή, ήταν η εβδομάδα η μετά τα Θεοφάνεια, μου είπε: «Πριν ξεκινήσουμε την εκπομπή μας θέλω να σας θέσω ένα προσωπικό μου ερώτημα.
Χθες το απόγευμα είχαν έλθει στο σπίτι μου μερικές φίλες για να πιούμε καφέ. Συνειδητοποιήσαμε όλες ότι οι γιορτές είχαν περάσει και εμείς δεν είχαμε καταλάβει σχεδόν τίποτα. Κάναμε ένα απολογισμό και διαπιστώσαμε ότι και οικονομικά και ψυχολογικά και πνευματικά είμασταν χαμένες και μάλιστα νοιώθαμε μια κατάθλιψη να μας βαραίνει. Πείτε μου κάτι γι’ αυτό!».
Την ερώτησα πως πέρασε τα Χριστούγεννα και μου είπε ότι την παραμονή το βράδυ μαζί με κάποιες φιλικές οικογένειες είχαν πάει σε κάποιο κέντρο και γύρισαν σχεδόν ξημερώματα. Την ρώτησα εάν είχαν πάει στην Εκκλησία και μου απάντησε αρνητικά. Της ζήτησα να σκεφθεί τι σχέση είχαν όλα αυτά με τα Χριστούγεννα.
Σε ποιούς χώρους από αυτούς που πήγε, συνάντησε τον Χριστό. Γιατί θεωρεί ότι γιόρτασε Χριστούγεννα. Της εξήγησα ότι οι εορτές έχουν από μόνες τους μια προσδοκία χαράς και όταν οι γιορτές περνάνε και τη χαρά αυτή δεν την ζούμε, γιατί τις εορτάζουμε με λάθος τρόπο, τότε μετά τις εορτές η κατάθλιψη μας γίνεται μεγαλύτερη γι’αυτό αυτοί που μετά τις εορτές έχουν την μεγαλύτερη πελατεία είναι οι ψυχίατροι.
Ξεκίνησα στο ερώτημα σας από ένα περιστατικό αρνητικό για να καταλήξω στη θέση: Τα Χριστούγεννα είναι μια εορτή τής Εκκλησίας και δέν μπορούμε να τη ζήσουμε παρά μόνο στην Εκκλησία.
Έξω από τήν Εκκλησία τα Χριστούγεννα δέν λένε τίποτα στον άνθρωπο. Τα Χριστούγεννα είναι το συγκλονιστικότερο γεγονός της ιστορίας. Η ιστορία τέμνεται στα δύο στην προς και μετά Χριστόν εποχή.
Ζω μετά Χριστόν σημαίνει ότι ζω μαζί με το Χριστό. Τα μεγάλα γεγονότα η τα καταλαβαίνουμε και επηρεάζουν τη ζωή μας η δεν τα καταλαβαίνουμε και μας ξεπερνάνε και μένουμε στην πνευματική μας φτώχεια. Ζω βιωματικά τα Χριστούγεννα σημαίνει ότι τα ζω μέσα στην Εκκλησία.
Προετοιμάζομαι με τη νηστεία, ψηλαφώ με το δικό τους φως τον κόσμο σήμερα, εκκλησιάζομαι και μάλιστα την ημέρα των Χριστουγέννων, αφήνω την καρδιά μου να γλυκαθεί από τους γλυκύτατους και θεολογικότατους ύμνους των Χριστουγέννων, μετατρέπω την καρδιά μου σε φάτνη όπου δια της Θείας κοινωνίας ανακλίνεται ο αχώρητος Θεός και έτσι επιστρέφω στο σπίτι για να ζήσω τα έθιμα όχι σαν ξεκάρφωτες συνήθειες, αλλά σαν συνέχεια της ουσιαστικής βιώσεως των Χριστουγέννων.
Τα Χριστούγεννα δεν σημαίνουν κατανάλωση, αλλά σοβαρότητα και προβληματισμό. Τα Χριστούγεννα για μια ακόμη φορά στέλνουν το μήνυμα σ’ένα κόσμο που παραπαίει.
Η σωτηρία του κόσμου και του ανθρώπου είναι έργο της αγάπης του Θεού και όχι των δικών μας ικανοτήτων. Η κένωση-ταπείνωση του Θεού είναι η μοναδική οδός για το σύγχρονο άνθρωπο για να βρει τον χαμένο εαυτό του και να συναντήσει αγαπητικά τον συνάνθρωπο του.

Η τεχνη δοξαζει τη Γεννηση του Ιησου Χριστου H Γέννηση του Ιησού Χριστού μέσα από μεγάλα έργα τέχνης


«Xριστός γεννάται, δοξάσατε / Xριστός εξ ουρανών, απαντήσατε / Xριστός επί γης υψώθητε»


Nativity. Birth of Jesus, Giotto, c.1304 – c.1306
The Birth of Jesus, Cornelis de Vos, 1618
Birth of Jesus, Martin Schongauer, 1470
Adoration of the Magi, Nicolas Poussin, 1633
The Adoration of the Magi, Sandro Botticelli, 1475 – 1476
Adoration of the Magi, Francois Boucher, 1755 – 1760
The Adoration of the Magi, Hieronymus Bosch, 1510
The Adoration of the Magi, Albrecht Durer, 1504
Adoration of the Magi, Fra Angelico, 1423 – 1424
Adoration of the Magi, Peter Paul Rubens, 1618 – 1619
The Adoration of the Magi, Leonardo da Vinci, 1480; Italy *
Adoration of the Kings, Diego Velazquez, 1619
Adoration of the Magi, Paolo Veronese, c.1570
Adoration of the Magi, Pietro Lorenzetti, 1340
Adoration of the Magi, Hans Baldung, c.1510

Ἡ Γέννηση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸ Μέγα Μυστήριον Τοῦ Φώτη Κόντογλου

Τοῦ Φώτη Κόντογλου
1225nativity23Μυστήριο ξένον, λέγει ὁ Ὑμνωδός, τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὸ νὰ γεννηθῆ σὰν ἄνθρωπος, ὄχι κανένας προφήτης, ὄχι κανένας ἄγγελος, ἄλλα ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Ὁ ἄνθρωπος, θὰ μποροῦσε νὰ φθάσει σὲ μία τέτοια πίστη; Οἱ φιλόσοφοι καὶ οἱ ἄλλοι τετραπέρατοι σπουδασμένοι ἤτανε δυνατὸ νὰ παραδεχθοῦν ἕνα τέτοιο πράγμα; Ἀπὸ τὴν κρισάρα τῆς λογικῆς τους δὲν μποροῦσε νὰ περάσει ἢ παραμικρὴ ψευτιά, ὄχι ἕνα τέτοιο τερατολόγημα! Ὁ Πυθαγόρας, ὁ Ἐμπεδοκλῆς κι ἄλλοι τέτοιοι θαυματουργοί, ποὺ ἤτανε καὶ σπουδαῖοι φιλόσοφοι, δὲ μπορέσανε νὰ τοὺς κάνουνε νὰ πιστέψουνε κάποια πράγματα πολὺ πιστευτά, καὶ θὰ πιστεύανε ἕνα τέτοιο τερατολόγημα; Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς γεννήθηκε ἀνάμεσα σὲ ἁπλοὺς ἀνθρώπους, ἀνάμεσα σὲ ἀπονήρευτους τσοπάνηδες, μέσα σε μία σπηλιά, μέσα στὸ παχνί, ποὺ τρώγανε τὰ βόδια.

Κανένας δὲν τὸν πῆρε εἴδηση, μέσα σε ἐκεῖνον τὸν ἀπέραντο κόσμο, ποὺ ἐξουσιάζανε οἱ Ῥωμαῖοι, γιὰ τοῦτο εἶχε πεῖ ὁ προφήτης Γεδεών, πὼς θὰ κατέβαινε ἥσυχα στὸν κόσμο, ὅπως κατεβαίνει ἡ δροσιὰ ἀπάνω στὸ μπουμπούκι τοῦ λουλουδιοῦ, «ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον». Ἀνάμεσα σὲ τόσες μυριάδες νεογέννητα παιδιά, ποιὸς νὰ πάρει εἴδηση τὸ πιὸ πτωχὸ ἀπὸ τὰ πτωχά, ἐκεῖνο ποῦ γεννήθηκε ὄχι σὲ καλύβι, ὄχι σὲ στρούγκα, ἀλλὰ σὲ μία σπηλιά; Καὶ κείνη ξένη, γιατὶ τὴν εἴχανε οἱ τσομπαναρέοι νὰ σταλιάζουνε τὰ πρόβατά τους.
Τὸ «ὑπερεξαίσιον καὶ φρικτὸν μυστήριο» τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τὸν καιρὸ ποὺ βασίλευε ἕνας μοναχὰ αὐτοκράτορας ἀπάνω στὴ γῆ, ὁ Αὔγουστος, ὁ ἀνιψιὸς τοῦ Καίσαρα, ὕστερα ἀπὸ μεγάλη ταραχὴ καὶ αἱματοχυσία ἀνάμεσα στὸν Ἀντώνιο ἀπὸ τὴ μία μεριά, καὶ στὸν Βροῦτο καὶ τὸν Κάσσιο ἀπὸ τὴν ἄλλη. Τότε γεννήθηκε κι ὁ ἕνας καὶ μοναχὸς πνευματικὸς βασιλιάς, ὁ Χριστός. Κι᾿ αὐτὸ τὸ λέγει ἡ ποιήτρια Κασσιανὴ στὸ δοξαστικὸ ποὺ σύνθεσε, καὶ ποὺ τὸ ψέλνουνε κατὰ τὸν Ἑσπερινὸ τῶν Χριστουγέννων: «Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπὶ τῆς γῆς, ἡ πολυαρχία τῶν ἄνθρωπων ἐπαύσατο. Καὶ Σοῦ ἐνανθρωπήσαντος ἐκ τῆς ἁγνῆς ἡ πολυθεΐα τῶν εἰδώλων κατήργηται. Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον αἱ πόλεις γεγένηνται. Καὶ εἰς μίαν δεσποτείαν Θεότητος τὰ ἔθνη ἐπίστευσαν...».
anapeson 450x330Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴν προφητέψανε οἱ Προφῆτες. Πρῶτος ἀπ᾿ ὅλους τὴν προφήτεψε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, τὴ μέρα ποὺ εὐλόγησε τοὺς δώδεκα υἱούς του, καὶ εἶπε στὸν Ἰούδα «δὲν θὰ λείψει ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα μήτε βασιλιὰς ἀπὸ τὸ αἷμά του, ὡς ποὺ νὰ ἔλθει ἐκεῖνος, γιὰ τὸν ὁποῖον εἶναι γραμμένο νὰ βασιλεύει ἀπάν᾿ ἀπ᾿ ὅλους, κι αὐτὸν τὸν περιμένουμε ὅλα τὰ ἔθνη». Ὡς τὸν καιρὸ ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, οἱ Ἰουδαῖοι, τὸ γένος τοῦ Ἰούδα, εἴχανε ἄρχοντες, δηλαδὴ κριτὲς καὶ ἀρχιερεῖς, ποὺ ἤτανε κ᾿ οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντές τους. Ἀλλὰ τότε γιὰ πρώτη φορὰ ἔγινε ἄρχοντας τῆς Ἰουδαίας ὁ Ἡρώδης, ποὺ ἤτανε ἐθνικὸς καὶ ἔβαλε ἀρχιερέα τὸν Ἀνάνιλον «ἀλλογενῆ», ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς εἴχανε πάντα μητέρα Ἰουδαία. Τελευταῖος Ἰουδαῖος ἀρχιερεὺς στάθηκε ὁ Ὑρκανός. Καὶ οἱ ἄλλοι προφῆτες προφητέψανε τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, προπάντων ὁ Ἡσαΐας. Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴ λένε οἱ ὑμνωδοὶ «τὸ πρὸ αἰώνων ἀπόκρυφον καὶ Ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον», κατὰ τὰ λόγια του Παύλου ποὺ γράφει: «Ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων ἐδόθη ἡ χάρις αὐτὴ ἐν τοῖς ἔθνεσιν εὐαγγελίσασθαι τὸν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τὸν ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. γ´ 8-10). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει, πὼς αὐτὸ τὸ μυστήριο δὲν τὸ γνωρίζανε καθαρὰ καὶ μὲ σαφήνεια οὔτε οἱ Ἄγγελοι, γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ μὲ τρόμο τὸ εἶπε στὴν Παναγία. Καὶ στοὺς Κολασσαεῖς γράφοντας ὁ θεόγλωσσος Παῦλος, λέγει: «Τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν, νυνὶ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, οἷς ἠθέλησε ὁ Θεὸς γνωρίσαι τὶς ὁ πλοῦτος, τῆς δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὃς ἐστὶ Χριστὸς ἐν ἡμῖν ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης». Λέγει, πῶς φανερώθηκε αὐτὸ τὸ μυστήριο στοὺς ἁγίους, ποὺ θέλησε ὁ Θεὸς νὰ τὸ μάθουνε, καὶ αὐτοὶ θὰ τὸ διδάσκανε στὰ ἔθνη; στοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ προσκυνούσανε γιὰ θεοὺς πέτρες καὶ ζῶα καὶ διάφορα ἀλλὰ κτίσματα.
Ἑξακόσια χρόνια πρὸ Χριστοῦ ὁ βασιλιὰς Ναβουχοδονόσορ εἶδε στὸ ὄνειρό του, πὼς βρέθηκε μπροστά του ἕνα θεόρατο φοβερὸ ἄγαλμα, καμωμένο ἀπὸ χρυσάφι, ἀσήμι, χάλκωμα, σίδερο καὶ σεντέφι: Κι ἄξαφνα ἕνας βράχος ξεκόλλησε ἀπὸ ἕνα βουνὸ καὶ χτύπησε τὸ ἄγαλμα καὶ τό ῾κανε σκόνη. Καὶ σηκώθηκε ἕνας δυνατὸς ἄνεμος καὶ σκόρπισε τὴ σκόνη, καὶ δὲν ἀπόμεινε τίποτα. Ὁ βράχος ὅμως ποὺ τσάκισε τὸ ἄγαλμα ἔγινε ἕνα μεγάλο βουνό, καὶ σκέπασε ὅλη τη γῆ. Τότε ὁ βασιλιὰς φώναξε τὸν προφήτη Δανιὴλ καὶ ζήτησε νὰ τοῦ ἐξήγησει τὸ ὄνειρο.
Κι ὁ Δανιὴλ τὸ ἐξήγησε καταλεπτῶς, λέγοντας πὼς τὰ διάφορα μέρη τοῦ ἀγάλματος ἤτανε οἱ διάφορες βασιλεῖες, ποὺ θὰ περνούσανε ἀπὸ τὸν κόσμο ὕστερα ἀπὸ τὸν Ναβουχοδονόσορα καὶ πὼς στὸ τέλος ὁ Θεὸς θὰ ἀναστήσει κάποια βασιλεία ποὺ θὰ καταλύσει ὅλες τὶς βασιλεῖες, ὅπως ὁ βράχος ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ἐνύπνιό του ἐξαφάνισε τὸ ἄγαλμα μὲ τὰ πολλὰ συστατικά του: «Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν βασελέων ἐκείνων, ἀναστήσει ὁ Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ βασιλείαν, ἥτις εἰς τοὺς αἰῶνας οὐ διαφθαρήσεται», «κάποιο βασίλειο, λέγει, ποὺ δὲν θὰ καταλυθεῖ ποτὲ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων».
Αὐτὴ ἡ βασιλεία ἡ αἰώνια, ἡ ἄφθαρτη, εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ βασιλεία τῆς ἀγάπης στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἱδρύθηκε μὲ τὴν ἁγία Γέννηση τοῦ Κυρίου ποὺ γιορτάζουμε σήμερα. Καὶ ἐπειδὴ εἶναι τέτοια βασιλεία, γ᾿ αὐτὸ θὰ εἶναι αἰώνια, γι’ αὐτὸ δὲν θὰ χαλάσει ποτέ, ὅπως γίνεται μὲ τὶς ἄλλες ἐπίγειες καὶ ὑλικὲς βασιλεῖες. Ὅπως ὁ βράχος μεγάλωνε κι ἔγινε ὄρος μέγα καὶ σκέπασε τὴ γῆ, ἔτσι καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ξαπλώθηκε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη, μὲ τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων: «Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν».Astir
Ὥστε βγῆκε ἀληθινὴ ἡ ἀρχαιότερη προφητεία τοῦ Ἰακώβ, πὼς σὰν πάψει ἡ ἐγκόσμια ἐξουσία τῶν Ἰουδαίων, θὰ ἔρθει στὸν κόσμο ἐκεῖνος ποὺ προορίστηκε, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν». Σημείωσε πὼς οἱ Ἑβραῖοι πιστεύανε πὼς ἡ φυλή τους μονάχα ἦταν βλογημένη, καὶ πὼς ὁ Θεὸς φρόντιζε μονάχα γι᾿ αὐτή, καὶ πὼς οἱ ἄλλοι λαοί, «τὰ ἔθνη», ἦταν καταραμένα καὶ μολυσμένα κι ἀνάξια νὰ δεχτοῦν τὴ φώτιση τοῦ Θεοῦ. Λοιπὸν εἶναι παράξενο νὰ μιλᾶ ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ γιὰ τὰ ἔθνη, γιὰ τοὺς εἰδωλολάτρες θὰ περιμένουν τὸν Μεσσία νὰ τοὺς σώσει καὶ μάλιστα νὰ μὴ λέει κἂν πὼς τὸν ἀναμενόμενο Σωτῆρα τὸν περιμένανε οἱ Ἰουδαῖοι μαζὶ μὲ τὰ ἔθνη, ἀλλὰ νὰ λέει πὼς τὸν περιμένανε μονάχα οἱ ἐθνικοί: «καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν». Ὅπως κι ἔγινε. Γιατί, τὴ βασιλεία ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, τὴ θεμελίωσαν μὲν οἱ ἀπόστολοι, ποὺ ἦταν Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ τὴν ξαπλώσανε καὶ τὴν στερεώσανε μὲ τοὺς ἀγῶνες τους καὶ μὲ τὸ αἷμα τοὺς οἱ ἄλλες φυλές, «τὰ ἔθνη».
Εἶναι ὁλότελα ἀκατανόητο, γιὰ τὸ πνεῦμα μας, τὸ ὅτι κατέβηκε ὁ Θεὸς ἀνάμεσά μας σὰν ἄνθρωπος συνηθισμένος καὶ μάλιστα σὰν ὁ φτωχότερος ἀπὸ τοὺς φτωχούς. Αὐτὴ τὴ μακροθυμία μονάχα ἅγιες ψυχὲς εἶναι σὲ θέση νὰ τὴ νιώσουνε ἀληθινά, καὶ νὰ κλάψουνε ἀπὸ κατάνυξη.
Κάποιοι, μ᾿ ὅλα αὐτὰ ποὺ εἴπαμε, δὲν θὰ νιώσουμε τίποτα ἀπὸ τὸ Μυστήριο, ποὺ γιορτάζουμε. Σ᾿ αὐτούς, ἐγὼ ὁ τιποτένιος, δὲ μπορῶ νὰ πῶ τίποτα. Μοναχὰ θὰ τοὺς θυμίσω τὰ αὐστηρὰ λόγια ποὺ γράφει στὴν ἐπιστολή του ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής, ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, κι᾿ ὁ θερμότατος κήρυκας τῆς ἀγάπης: «Πᾶν πνεῦμα, ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι. Καὶ πᾶν πνεῦμα, ὃ μὴ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἐστίν. Οὗτος ἐστὶν ἀντίχριστος».
magoi

Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν για την έλευση του Χριστού - Ιδού οι αποδείξεις!

Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν για την έλευση του Χριστού - Ιδού οι αποδείξεις!
Έχουν διασωθεί αρχαία κείμενα που το αποδεικνύουν
Στην Πολιτεία του Πλάτωνα (B, V , 362) – βιβλίο που όλοι το αποδέχονται – περιέχεται μία προφητεία ισάξια μ’ αυτές των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης:
«Θα απογυμνωθεί απ’ όλα εκτός της δικαιοσύνης, διότι φτιάχτηκε αντίθετος στην ως τότε συμπεριφορά. Χωρίς να αδικήσει κανέναν θα δυσφημισθεί πολύ ως άδικος ώστε να βασανισθεί για την δικαιοσύνη και θα γεμίσει με δάκρυα εξαιτίας της κακοδοξίας αλλά θα μείνει αμετακίνητος μέχρι θανάτου και ενώ θα είναι δίκαιος θα θεωρείτε άδικος για όλη του τη ζωή. Έχοντας τέτοιες διαθέσεις ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα δεθεί, θα ανάψουν τα μάτια του και στα τελευταία του αφού πάθει κάθε κακό θα καρφωθεί πάνω σε πάσσαλο, και να ξέρεις ότι δεν είναι δίκαιο αλλά αφού έτσι το θέλει ας γίνει».
Στο έργο Προμηθεύς Δεσμώτης του Αισχύλου, ο Προμηθέας όντας φυλακισμένος στον Καύκασο προλέγει ότι ο λυτρωτής του θα γεννηθεί από την παρθένο Ιώ και τον Θεό (στ.772, 834, 848) θα είναι δηλαδή υιός Θεού και υιός Παρθένου. Αυτός ο Θεάνθρωπος θα καταλύσει την εξουσία των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και την δύναμή τους (908,920). Ο Ερμής τότε σταλμένος από τον Δία προαναγγέλλει στον Προμηθέα τα εξής:
«Τοιούδαι μόχθου τέρμα μη τί προσδόκα πριν αν θεός τις διάδοχος των σων πόνων φανή, θελήση τ’ είς αναύγητον μολείν ‘Άιδην, κνέφαια τ’ άμφί Ταρτάρου βάθη» μετάφραση «μην περιμένεις να λυτρωθείς από τους πόνους προτού θεός πάρει τα πάθια τα δικά σου πάνω του και με τη θέλησή του κατέβει στον ‘Άδη τον ανήλιαγο, στους άφεγγους του Ταρτάρου βυθούς» (στ. 1041-1043).
Ο Σωκράτης στην απολογία του αναφέρει τα ακόλουθα:
«Θα μείνετε κοιμισμένοι σε όλη σας τη ζωή εάν δεν σας λυπηθεί ο Θεός να σας στείλει κάποιον άλλον» (Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους 18{31α}).
Στο Άγιον Όρος υπάρχουν χειρόγραφα που διασώζουν προφητείες της Σίβυλλας –της ιέρειας του Απόλλωνα– για την έλευση του Χριστού π.χ σε χειρόγραφο με την ονομασία «Υπόμνημα εις τον Άγιον Απόστολον Φίλιππον» πού φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρείου αναφέρονται τα εξής:
«Ύστερα από πολύ καιρό θα φθάσει κάποιος εις αυτήν την πολυδιηρημένην γη και θα γεννηθεί με σάρκαν αμόλυντον. Με ανεξάντλητα όρια ώς Θεότητα θα λυτρώσει τον άνθρωπον από την φθοράν των ανίατων παθών. Και θα τον φθονήσει άπιστος λαός και θα κρεμασθεί ψηλά ώς κατάδικος εις θάνατον. Όλα αυτά θα τα υποφέρει με πραότητα».
Στο ίδιο χειρόγραφο αναφέρεται μία ανατριχιαστική προφητεία για την θεανθρώπινη φύση του Χριστού, για το εκούσιον πάθος Του, αλλά και για την Ανάστασή Του:
«Ένας ουράνιος με πιέζει ισχυρά, ό οποίος είναι φως τριλαμπές. Αυτός είναι ο παθών Θεός, χωρίς να πάθει τίποτε ή Θεότης Του, διότι είναι συγχρόνως θνητός και αθάνατος. Αυτός είναι συγχρόνως Θεός και άνθρωπος, που υποφέρει από τους θνητούς τά πάντα, δηλαδή τον σταυρό, την ύβριν, την ταφή. Αυτός κάποτε από τα μάτια του έχυσε δάκρυα θερμά. Αυτός πέντε χιλιάδες χόρτασε με πέντε άρτους, κάτι που ήθελε δύναμη θεϊκή. Ο Χριστός είναι ο δικός μου Θεός, ο οποίος εσταυρώθη εις το ξύλον, ο οποίος εξέπνευσεν, ο οποίος εκ του τάφου ανήλθεν εις τον ουρανόν».
Οι παραπάνω προφητείες αναφέρονται και σε άλλα χειρόγραφα πού βρίσκονται σε άλλες Μονές του Αγίου Όρους η αλλού(π.χ Μονή Σινά). Παρατίθενται ακόμη σε σύγχρονο βιβλίο, στον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Αρχιμανδρίτη Βίκτωρος Ματθαίου.
Και γι’ αυτούς που ίσως αμφισβητήσουν ότι τα παραπάνω ειπώθηκαν πράγματι από την Σίβυλλα και ισχυριστούν ότι είναι επινοήσεις κάποιον Χριστιανών Μοναχών, αρκεί το εξής αδιαμφισβήτητο γεγονός. Από διάφορες πηγές έχει διασταυρωθεί πώς τις προφητείες αυτές αλλά και άλλες –είτε της Σίβυλλας είτε άλλων σοφών Ελλήνων- χρησιμοποίησε η Αγία Αικατερίνη. Συγκεκριμένα, το 305 η Αγία Αικατερίνη η Αλεξανδρινή έλεγχε τον αυτοκράτορα Μαξιμίνο για την ειδωλολατρική του πολιτική.
Ό τελευταίος συγκέντρωσε τότε τους σοφότερους ειδωλολάτρες της αυτοκρατορίας για να την μεταπείσουν και να την κάνουν παγανίστρια. Στο διάλογο που ακολούθησε, αυτή η πάνσοφη και σπουδαγμένη στην Ελληνική παιδεία γυναίκα στην προσπάθειά της να αποδείξει ότι ο Χριστός είναι ο μοναδικός Θεός ανέφερε – μεταξύ άλλων – και τις προφητείες της Σίβυλλας. Και για να προληφθεί η κάθε απερίσκεπτη “σκέψη”, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να έπλασε αυτές τις προφητείες η ίδια η Αγία για τους εξής βασικότατους λόγους: Δεν θα μπορούσε να πει ένα τόσο μεγάλο ψέμα σχετικά με την ιέρεια του Απόλλωνα μπροστά στους σοφότερους εκπροσώπους της αρχαίας θρησκείας, διότι αμέσως όλοι θα διαπίστωναν το ψέμα της. Όμως, όχι μόνο δεν την κατηγόρησε κανείς για αναλήθειες, αλλά αντιθέτως οι σοφοί ειδωλολάτρες παραδέχτηκαν την λεκτική τους ήττα και όλοι αμέσως ασπάστηκαν με τη θέληση τους τον Χριστιανισμό με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να τους θανατώσει.
Κανείς δεν μπορεί λοιπόν να αμφισβητήσει την αδιάσειστη αλήθεια ότι τα προφητικά αυτά λόγια βγήκαν από το στόμα της Σίβυλλας. Σε άλλο χειρόγραφο που βρίσκεται στην Αγιορείτικη Μονή Διονυσίου, αναφέρεται μια άλλη προφητεία της Σίβυλλας:
«Σας προφητεύω έναν τρισυπόστατο Θεό στα ύψη εκτεινόμενο του οποίου ο αιώνιος Λόγος σε ανυποψίαστο κόρη θα κυοφορηθεί, όπως ακριβώς το φέρον φωτιά τόξο, το μέσον του κόσμου διαπερνώντας. Όλο τον κόσμο αφού επαναφέρει στην ζωή, και στον Πατέρα θα τον προσφέρει σαν δώρο. Μαρία θα είναι το όνομα αυτής».
Βλέπουμε λοιπόν ότι η Θεία Πρόνοια μέσω του “σπερματικού λόγου” (όπως τον ονόμασαν οι Πατέρες της Εκκλησίας) φώτισε κάποιους Έλληνες της Αρχαιότητας και έτσι άφησαν εκατοντάδες χρόνια πρίν τον Χριστό προφητείες για την έλευσή Του.
Και άλλοι αρχαίοι λαοί έδωσαν τέτοιες προφητείες χωρίς να πλησιάζουν σε καμία περίπτωση την ακριβολογία των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης περιοριζόμενες αποκλειστικά και μόνο στην αναφορά για τον ερχομό κάποιου Σωτήρα πού θα λυτρώσει τον κόσμο.
Οι προφητείες όμως των αρχαίων Ελλήνων δίνουν λεπτομερέστατα στοιχεία για τον Χριστό (γέννηση Του από την Παρθένο Μαρία, θεανθρώπινη φύση Του, θαύματα Του, Σταύρωση, Κάθοδος στον Άδη και Ανάσταση Του, τρείς υποστάσεις του Θεού). Έτσι, πολλές απ’ αυτές καθίστανται ισάξιες με τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ κάποιες άλλες τις ξεπερνούν κιόλας.
Αυτό ακριβώς αναγνωρίζει και ο μεγάλος μας εκκλησιαστικός συγγραφέας Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (2ος αιώνας μ.Χ), ο οποίος στο έργο του Στρωματείς (5,13) δηλώνει απερίφραστα: «Ούκ οίμαι υπό Ελλήνων σαφέστερον προσμαρτυρήσεσθαι τόν Σωτήρα ημών» δηλαδή «δεν είναι δυνατόν, νομίζω, να προαναγγελθεί σαφέστερα από τους Έλληνες ό Σωτήρας μας».
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι σοφοί Έλληνες της αρχαιότητας όχι μόνο πίστευαν σε ένα Θεό αλλά μίλησαν κιόλας για την τριαδικότητα Του, για την διττή φύση του Χριστού, για την Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Προσπαθούσαν να αποδεσμευτούν από τη δυναστεία των θεών και να πλησιάσουν τον ένα και αληθινό Θεό.
Αποδεικνύεται πως περίμεναν καρτερικά την έλευση του Χριστού για αιώνες. Γι’ αυτό και όταν έγινε η συνάντηση Χριστού και Ελλήνων, ο Χριστός είπε: «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου» (Κατά Ιωάννην -12,23) δηλαδή «έφτασε ή ώρα να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (=ο Χριστός)». Και έτσι έγινε...
Πηγή: eleysis-ellinwn.gr

Η Γέννηση του Χριστού και οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης (Νίκου Παύλου,Θεολόγου-Ιστορικού)

gennisi-kyriou-702x335
Διαβάζοντας κάποιος την αφήγηση του Ματθαίου για τη γέννηση του Ιησού Χριστού παρατηρεί πως ο ευαγγελιστής τεκμηριώνει τα γραφόμενά του χρησιμοποιώντας προφητικά κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης. Πιο συγκεκριμένα αναφερόμενος στις αμφιβολίες του Ιωσήφ, που επιθυμούσε να διακόψει τον αρραβώνα του με τη Μαρία, όταν διαπίστωσε την εγκυμοσύνη της (Ματθ. 1,18-21), κλείνει τη σχετική ενότητα, χρησιμοποιώντας την παρακάτω προφητεία του Ησαΐα (Ησ. 7,14), με προφανή στόχο να διαλύσει τις αμφιβολίες των αναγνωστών του σχετικά με τη θαυματουργή σύλληψη του Ιησού: «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (Ματθ. 1,23 Μετάφραση: Να η παρθένος θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει γιο, και θα του δώσουν το όνομα Εμμανουήλ).
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στην προσπάθεια του Ηρώδη να πληροφορηθεί τον τόπο γέννησης του Μεσσία, το κείμενο χρησιμοποιεί την προφητεία από το βιβλίο του Μιχαία (Μιχ. 5,1), που αναφέρεται στη Βηθλεέμ: «και συ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα. εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος, όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ» (Ματθ. 2,6)
Μετάφραση: Και εσύ Βηθλεέμ, στην περιοχή του Ιούδα δεν είσαι διόλου ασήμαντη ανάμεσα στις σπουδαιότερες πόλεις του Ιούδα, γιατί από σένα θα βγει αρχηγός, που θα οδηγήσει το λαό μου, τον Ισραήλ).
Η φυγή στην Αίγυπτο του Ιωσήφ, της Θεοτόκου και του Ιησού τεκμηριώνεται με προφητεία που ο Ματθαίος δανείζεται από τα βιβλίο του Ωσηέ (Ωσ. 11,1): «εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου» (Ματθ. 2,15 Μετάφραση: Από την Αίγυπτο κάλεσα το γιο μου).
Τέλος, η σφαγή των νηπίων, που συνδέεται με την προσπάθεια του Ηρώδη να ανακαλύψει το βρέφος Ιησού, δίνει την ευκαιρία στον πρώτο Ευαγγελιστή να αναφέρει την εξής προφητεία που την αποδίδει στον Ιερεμία (Ιερ. 31,15) : «φωνή εν Ραμά ηκούσθη, κλαυθμός και οδυρμός πολύς. Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής, και ουκ ήθελεν παρακληθήναι, ότι ουκ εισίν» (Ματθ. 2,18).
Μετάφραση: Ακούστηκε στη Ραμά κραυγή, κλάματα και στεναγμός βαρύς, για τα παιδιά της κλαίει η Ραχήλ και πουθενά δε βρίσκει παρηγοριά, γιατί δεν υπάρχουν πια στη ζωή).
Η χρήση των παραπάνω προφητειών από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο είναι γεγονός αυτονόητο, αφού τα βιβλία που απαρτίζουν την Παλαιά Διαθήκη είναι μέρος του χριστιανικού κανόνα. Εντούτοις, θα πρέπει αυτές να τοποθετηθούν μέσα στο ιστορικό τους πλαίσιο, για να γίνει η απόλυτη διασάφησή τους, ενώ είναι απαραίτητο να ερευνηθούν και οι λόγοι που χρησιμοποιούνται τα συγκεκριμένα εδάφια της Παλαιάς Διαθήκης για να τεκμηριωθούν οι αναφορές στη γέννηση του Χριστού. Καταρχήν είναι σημαντικό να τονιστεί πως ο Ματθαίος θεωρεί πολύ σημαντική την παράθεση των παλαιοδιαθηκικών χωρίων παράλληλα με την αφήγηση των γεγονότων από τη ζωή και τη δράση του Ιησού.
Για τα μέλη των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων, στις οποίες ανήκαν και οι Ευαγγελιστές, η χριστολογική ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης ήταν αυτονόητη. Αυτό σημαίνει πως το κέντρο της, για τους χριστιανούς συγγραφείς, είναι ο Ιησούς Χριστός, ενώ ο σκοπός των συντακτών της ήταν να τονίσουν την προετοιμασία της ανθρωπότητας για να τον υποδεχτεί. Αυτή η θέση προβάλλεται σε έργα των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Έτσι, για παράδειγμα, στο υπόμνημα στο Άσμα Ασμάτων του Ιππόλυτου, που ήταν επίσκοπος στη Ρώμη, ο Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης και τα Ευαγγέλια θεωρούνται πως έχουν κοινό στόχο, ενώ ο Μωυσής ονομάζεται από τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα «Θεολόγος και Προφήτης» (Στρωματείς 1,22).

Το άστρο της Βηθλεέμ Μάνος Δανέζης, Αστροφυσικός





Είκοσι αιώνες μετά την αναφορά της πιθανής εμφάνισής του, το περίφημο άστρο – σύμβολο των Χριστουγέννων φαίνεται να κρατεί καλά τα μυστικά του.
Στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν χιλιάδες άρθρα και εκατοντάδες βιβλία που, καθένα με τον τρόπο του, παρουσιάζει τη δική του εκδοχή και παρέχει τις δικές του πληροφορίες για το άστρο της Βηθλεέμ, αυτό το δυναμικό σύμβολο των Xριστουγέννων. Yπάρχει, λοιπόν, ένα μεγάλο πλήθος αναφορών, που μας δίνει τη δυνατότητα προσπέλασης σε ένα σύνολο θέσεων αρκετά σοβαρών, τουλάχιστον όσον αφορά το γενικότερο επιστημονικό κύρος τους.
Yπενθυμίζουμε ότι κανονική αναφορά στον αστέρα της Βηθλεέμ γίνεται μόνο στο κατά Ματθαίον Eυαγγέλιο. Το Ευαγγέλιο αυτό απευθυνόταν στους εξ Ιουδαίων χριστιανούς και είχε βασικό στόχο να τους πείσει ότι ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος από τους εβραίους Μεσσίας. Kαι επειδή την έλευση ιερών προσώπων στον κόσμο η καμπαλική ιουδαϊκή παράδοση συνδέει άμεσα με την εμφάνιση αστρολογικών ουράνιων σημείων, για να γίνει αποδεκτό από τους Εβραίους ότι ο Iησούς ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας, δεν θα έπρεπε να αποστερηθεί αυτήν την αστρολογική συνάφεια.
Ουράνια φαινόμενα και σημαντικά γεγονότα
Αναφορές σε υπερφυσικές γεννήσεις αγοριών με θεία αποστολή, υπό το φως ουράνιων σωμάτων δεν συναντάμε μόνο στα κανονικά βιβλία, αλλά και στην απόκρυφη ιουδαϊκή γραμματεία. Στα χειρόγραφα της Nεκρής Θάλασσας, στην «Iστορία του Αβραάμ» (Ma’ ase abraham) αναφέρεται ότι κατά τη γέννηση του (πατριάρχη) Αβραάμ, γιου του πρίγκιπα Θάρα, εμφανίστηκε στην ανατολή ένας κομήτης που περιφερόταν στον ουρανό της Xαλδαίας, «καταπίνοντας» τέσσερα άστρα, το καθένα τους στερεωμένο σε διαφορετικό τεταρτημόριο του ουράνιου θόλου. Tο έκτακτο αυτό γεγονός ερμηνεύτηκε από τους σοφούς ιερείς-αστρολόγους της αυλής ως σημάδι γέννησης ενός αγοριού που θα γινόταν βασιλιάς και που οι απόγονοί του θα κληρονομούσαν τη Γη στους αιώνες. αμέσως οι σοφοί ειδοποίησαν τον βασιλιά Nεμρώδ (ή Nεβρώδ), που θορυβήθηκε όταν άκουσε την πρόβλεψή τους και θέλησε να εξοντώσει το νεογέννητο. Όμως ο αρχάγγελος Γαβριήλ με εντολή του Θεού έκρυψε τον μικρό Αβραάμ από τους στρατιώτες του Nεμρώδ, σκεπάζοντάς τον με ένα σύννεφο. Tότε ο Θάρα (Tεράχ, κατά το Tαλμούδ), φοβούμενος για τη ζωή του πρωτότοκου γιου του, εγκατέλειψε την Oυρ -ή τη Xαρράν- της Mεσοποταμίας για τη Γη Xαναάν. Έτσι ή αλλιώς, ο Nεμρώδ σφαγίασε 70.000 αρσενικά νήπια, προκειμένου να φονεύσει και τον Αβραάμ.
H εμφάνιση του κομήτη του Xάλεϊ το 1066 μ.X. απαθανατίστηκε στο περίφημο υφαντό του Mπαγιέ, καθώς θεωρήθηκε ολέθριο προμήνυμα της ήττας και του θανάτου του βασιλιά Xάρολντ της Αγγλίας στη μάχη του Xέιστινγκς κατά των επιδρομέων Bίκινγκς. Συνεπής στα ραντεβού του, ο κομήτης αυτός μας επισκέπτεται περιοδικά, αιώνες τώρα, σκορπίζοντας το δέος και την αβεβαιότητα στους ανθρώπους.

ΤΙ ΗΤΑΝ ΤΟ ΑΣΤΡΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ; ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ



Τόνοι μελανιού έχουν χυθεί εδώ και χιλιάδες χρόνια, για ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβη την περίοδο της Γέννησης του Χριστού. Και αναφερόμαστε στο άστρο των Χριστουγέννων που οδήγησε τους Μάγους στο μέρος  που βρίσκονταν ο νεογέννητος Χριστός για να τον προσκυνήσουν ως το νέο βασιλιά και να του δώσουν τα δώρα τους. Η ερμηνεία όλα αυτά τα χρόνια το τι πραγματικά ήταν το άστρο ποικίλει από το φυσικό ως το υπερφυσικό ή ακόμα και την σύνθεση φυσικού και υπερφυσικού, ιδιαίτερα από τον 17ο αιώνα και μετά. Πολλοί λοιπόν ερευνητές είπαν πως το άστρο ήταν ένας «καινοφανής αστέρας», ο γνωστός στην επιστήμη της Αστρονομίας ως nova (νόβα), λόγω της ασυνήθιστης λαμπρότητάς του με αποτέλεσμα να διακρίνεται και την ημέρα. Άλλοι είπαν πως ήταν ο κομήτης του Haley (Χάλεϊ) ή βροχή διαττόντων αστέρων ή κάποιος πλανήτης όπως ο Κρόνος. Βέβαια η πιο αποδεκτή θεωρία μέχρι στιγμής είναι αυτή που διατύπωσε ο Γερμανός Kepler (Κέπλερ) το 1604, η λεγόμενη «σύνοδος των πλανητών» , υποστηρίζοντας πως τρεις πλανήτες ο Άρης, ο Δίας και ο Κρόνος τρόπον τινά ευθυγραμμίστηκαν με αποτέλεσμα να φαίνεται ένα λαμπρό άστρο, αφού «έπαιρνε» το φως των τριών πλανητών. Επειδή όμως η φυσική εξήγηση χωλαίνει, αφού το άστρο είχε παράξενη και αυτόνομη πορεία και κινούνταν στα κατώτερα σημεία της ατμόσφαιρας, κάποιοι προσπάθησαν να αναμίξουν το φυσικό με το υπερφυσικό. Όπως λόγου χάρη, ο προαναφερθείς Κέπλερ, ο οποίος δέχτηκε μεν πως το άστρο ήταν «καινούργιο» αλλά είχε όμως υπερφυσική δύναμη για να κινείται μ’ αυτό τον τρόπο...
 
      Όμως πως δέχτηκαν τον αστέρα οι αρχαιότεροι Εκκλησιαστικοί συγγραφείς και Πατέρες της Εκκλησίας; Την αρχαία Εκκλησία λοιπόν, δεν απασχόλησε το ζήτημα να λύσει το πρόβλημα επιστημονικά ή επιστημονικοθρησκευτικά, όπως συνέβη τους νεότερους χρόνους, αλλά θεωρήθηκε εξ’ αρχής ως κάτι το νέο, ως κάτι το ασυνήθιστο, το οποίο παρουσιάστηκε για ένα ορισμένο και ύψιστο σκοπό. Πριν τα δούμε όλα αυτά, καλό είναι νομίζουμε να αναφέρουμε τι λέει ακριβώς το Ευαγγέλιο για το άστρο των Χριστουγέννων. Για τους μη έχοντες ιδιαίτερη σχέση με τις Γραφές, τους ενημερώνουμε, πως από τους τέσσερις Ευαγγελιστές μόνο ο Ματθαίος και ο Λουκάς ασχολούνται με τα γεγονότα της Γέννησης του Χριστού. Ο Μάρκος και ο Ιωάννης δεν αναφέρουν απολύτως τίποτε. Όσο δε για το άστρο των Χριστουγέννων και την προσκύνηση των Μάγων μόνο ο Ματθαίος αναφέρεται σ’ αυτά. Γράφει λοιπόν ο Ματθαίος στο Ευαγγέλιό του, κεφάλαιο 2, στίχοι 1 – 12:
«Όταν ο Ιησούς γεννήθηκε στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας κατά τις ημέρες του Ηρώδη του βασιλέα, έφθασαν μάγοι από την Ανατολή στα Ιεροσόλυμα και ρωτούσαν, “Που είναι εκείνος που γεννήθηκε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων; Διότι είδαμε το άστρο του να ανατέλλει και ήλθαμε να τον προσκυνήσουμε”. Όταν άκουσε αυτά ο βασιλεύς Ηρώδης, ταράχθηκε και μαζί του όλη η πόλις των Ιεροσολύμων, και αφού συγκέντρωσε όλους τους αρχιερείς και τους γραμματείς του λαού, ζητούσε να πληροφορηθεί από αυτούς που θα γεννηθεί ο Χριστός. Εκείνοι δε του είπαν, “Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας διότι είναι γραμμένο δια του προφήτου, ‘Και συ Βηθλεέμ, γη του Ιούδα, δεν είσαι με κανένα τρόπο η μικρότερη μεταξύ των ηγεμόνων του Ιούδα, διότι από σένα θα προέλθει ένας αρχηγός, ο οποίος θα κυβερνήσει τον λαό μου, τον Ισραήλ’ ”. Τότε ο Ηρώδης κάλεσε κρυφά τους μάγους και εξακρίβωσε από αυτούς τον χρόνο που φάνηκε το άστρο. Κατόπιν τους έστειλε στη Βηθλεέμ και τους είπε, “Πηγαίνετε και εξετάστε ακριβώς για το παιδί. Και όταν το βρείτε, ειδοποιήστε με, για να έλθω και εγώ να το προσκυνήσω”. Αυτοί, αφού άκουσαν τον βασιλιά, έφυγαν. Και να, το άστρο, το οποίο είχαν δει να ανατέλλει, οδηγούσε αυτούς, μέχρις ότου ήλθε και στάθηκε πάνω στο μέρος, όπου βρίσκονταν το παιδί. Μόλις είδαν το άστρο, αισθάνθηκαν μεγάλη χαρά. Και όταν μπήκαν στο σπίτι, είδαν το παιδί μαζί με τη Μαρία την μητέρα του και έπεσαν στη γη και το προσκύνησαν. Κατόπιν άνοιξαν τους θησαυρούς τους και του προσέφεραν για δώρα χρυσό και λιβάνι και σμύρνα. Και επειδή καθοδηγήθηκαν με όνειρο από τον Θεό να μην επιστρέψουν στον Ηρώδη, αναχώρησαν στην πατρίδα τους από άλλο δρόμο».                       
      Έχοντας λοιπόν υπόψη, τα όσα γράφονται στην Ευαγγελική διήγηση, οι Πατέρες και Εκκλησιαστικοί συγγραφείς, κατέληξαν στο συμπέρασμα, πως το άστρο των Χριστουγέννων ήταν ένα έκτακτο, ένα μοναδικό γεγονός που είχε σκοπό να δηλώσει την μία και μοναδική αλήθεια. Την συγκατάβαση του Θεού να γίνει άνθρωπος για να σώσει το πλάσμα του από την αμαρτία και τον θάνατο.
       Έτσι ο «πολύς» Ωριγένης θεωρεί το άστρο «καινούργιο που δεν μοιάζει σε κανένα από τα συνηθισμένα(άστρα), ούτε τα απλανή, ούτε αυτά που βρίσκονται στις κατώτερες σφαίρες» Κατά Κέλσου, Α΄, LVIII, 15, σ.112, τόμ. Β΄, ΒΕΠΕΣ. O Ευσέβιος Καισαρείας σημειώνει, πως ήταν «ξένος και όχι συνηθισμένος (αστέρας), ούτε ένας από τους πολλούς και γνώριμους … αλλά από όλους πιο καινούργιος» Ευαγγελική Απόδειξη, Θ΄, Ι, 15 και Αποσπάσματα, τ. 28, σελ. 105. Ο Ισίδωρος Πηλουσιώτης, ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα, κάνει λόγο για την «βοήθεια του αστέρα στο οδήγημα των Μάγων», ο οποίος αστέρας «ακολουθούσε νέα παράδοξη τροχιά» ακριβώς για να επιτελέσει τον σκοπό του που ήταν η άφιξη των Μάγων στο μέρος  που βρίσκονταν ο νεογέννητος Χριστός  P.G. 78, A΄ Επιστολή, 396.
       Άλλοι Πατέρες, προχωρώντας ακόμα πιο πέρα, επειδή σύμφωνα με τα όσα λέει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, το άστρο κινούνταν με λογικό τρόπο, αφού συγχρονίζονταν με την στάση και την πορεία των Μάγων, εκτός από την αποδοχή πως πράγματι το αστέρι αυτό ήταν κάτι το καινούργιο, το θεωρούν κατ’ ουσία μία θεία δύναμη η οποία ενδύεται την αστρική μορφή της. Η δύναμη αυτή, λένε, δεν μπορεί παρά να είναι άγγελος.
      Αυτό ακριβώς  σημειώνει στα υπέροχα έπη του, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, τα οποία δυστυχώς δεν έτυχαν της αναγνώρισης που τους έπρεπε, λόγω του δύσκολου αρχαϊκού μέτρου που χρησιμοποιούσε ο μεγάλος αυτός Πατέρας: 
      «Ας σωπάσει για την μεγάλη δόξα του Θεού ο άγγελος αστέρας
        ο οποίος οδήγησε τους μάγους από την Ανατολή στην πόλη,
        όπου ο Χριστός, γιος ανθρώπου αλλά άφθαρτος στον χρόνο έλαμψε:
        γιατί δεν ήταν κάποιος από αυτούς για τους οποίους μίλησαν
        οι Αστρολόγοι, αλλά ξένος που δεν είχε προηγουμένως εμφανιστεί» P.G.
        38, 463.    
      Ομοίως και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμφωνώντας με τον Γρηγόριο το Θεολόγο γράφει στο «Υπόμνημά του στον Ευαγγελιστή Ματθαίο»:   
      « …Ότι το αστέρι αυτό δεν ήταν ένα από τα πολλά, μάλλον δε ούτε καν ήταν αστέρι, αλλά κάποια δύναμη αόρατος η οποία μετασχηματίσθηκε σ’ αυτή την όψη, φανερώνεται από την πορεία του…Επειδή λοιπόν (τους μάγους) οδήγησε και χειραγώγησε (σ.σ. εννοεί τον Θεό) και προς την φάτνη έστησε, όχι με άστρο, αλλά με άγγελον λοιπόν μ’ αυτούς συζητά…» P.G. 37, 64 – 66. Επειδή το κείμενο του Ιωάννη του Χρυσοστόμου είναι πάρα πολύ διαφωτιστικό και ως προς το είδος του άστρου, αλλά και της ασυνήθιστης πράγματι πορείας του, το δημοσιεύουμε ολόκληρο, εν είδει Παραρτήματος, στο τέλος του άρθρου μας, σε ελεύθερη απόδοση. Σημειωτέον, πως ελεύθερη απόδοση έχουμε χρησιμοποιήσει και στα άλλα κείμενα των Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων. Ευχαριστούμε θερμά τις κ.κ. Κωνσταντίνα Θηβαίου και Σταματία Σαμαρά που μας βοήθησαν να αποδώσουμε στην Νεοελληνική Γλώσσα κάποια κείμενα των Πατέρων και Εκκλησιαστικών συγγραφέων του παρόντος άρθρου.   
       Την ασυνήθιστη πορεία του άστρου, σε τέτοιο βαθμό που να πάει κυριολεκτικά τους Μάγους μπροστά στο νεογέννητο Χριστό τονίζουν και οι μετέπειτα Πατέρες και Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς. Ο Καισάριος αδελφός του Γρηγορίου το Θεολόγου αναφέρει ότι «…ο θείος Ευαγγελιστής …τοποθετεί ως αστέρι τον άγγελο τον οδηγό της προσκύνησης…Δεν ήταν αστέρι, αλλά νοερή και λογική δύναμις υπήρχε στον οδηγό των Μάγων … Φαίνονταν μεν ως αστέρι, εννοούνταν δε ως άγγελος» P.G. 38, 973 – 976. Ο Θεόδοτος Αγκύρας που έζησε τον 5ο αιώνα, ονομάζει το άστρο «δύναμη αγγελική που οδηγεί τους βαρβάρους προς την ευσέβεια» P.G. 77, 1364, ο Ζιγαβηνός, 11ος αιώνας, αποφαίνεται πως « στην όψη μόνο ήταν αστέρας …όχι στη φύση» P.G. 129, 138 και ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, 12ος αιώνας, που θεωρεί πως «θεία δύναμη και αγγελική εις τύπο άστρου φαίνονταν» P.G. 123, 161.     
       Ίδια πορεία άστρου – αγγέλου ακολουθούν και οι Απόκρυφες Διηγήσεις. Το Αραβικό απόκρυφο Ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Ιησού, δέχεται πως ένας άγγελος πήρε την μορφή του άστρου και οδήγησε τους Μάγους:
       «Eademque hora apparuit illis angelus in forma stellae illius quae  
        antea dux itineris ipsis fuerat».
                                         δηλαδή
        «Και εκείνη την ώρα εμφανίστηκε σ’ αυτούς άγγελος με την μορφή   
        εκείνου του αστεριού που νωρίτερα είχε γίνει σ’ αυτούς οδηγός».
        Tischendorf, Evangel. infantiae, κεφ. VII, σελ. 174.
       Όμοια διήγηση έχουμε και στο απόκρυφο Συριακό χειρόγραφο « S» που διηγείται πως:
        «άγγελος στάλθηκε στην Περσία. Αυτός φάνηκε με τη μορφή   
λαμπερού αστέρα και φώτισε όλη τη γη της Περσίας … και
ακολούθως οδήγησε τους βασιλείς της Περσίας στα Ιεροσόλυμα»
P. Peeters, Apocryphes II, Evangile de l’ Enfance, redactions
Syriaques et armenienns, Παρίσι 1914, β΄ έκδ., 1924, σελ. 3
      Αλλά και η υπόλοιπη Εκκλησιαστική Παράδοση δεν μένει αμέτοχη στο ασυνήθιστο και καινοφανές αυτό γεγονός, υποστηρίζοντας πως το άστρο των Χριστουγέννων που οδήγησε της Μάγους, ήταν κάτι το ξεχωριστό και καινούργιο, μη έχοντας ουδεμία σχέση με τα υπαρκτά ουράνια σώματα. Έτσι ο υμνογράφος Κοσμάς, 8ος αιώνας, βεβαιώνει σε Χριστουγεννιάτικο τροπάριο του:
«Εξαίσιο δρόμο βλέποντας οι μάγοι,
ασυνήθιστο νέο άστρο, νεοεμφανιζόμενο,
υπερλάμποντας στον ουρανό
αποδείκνυε τον Χριστό βασιλέα,
στη γη Βηθλεέμ γεννηθέντα
για την σωτηρία μας»
       Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω γράφει και ο Κωνσταντίνος Καλοκύρης, καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, στο βιβλίο του «Από τον κύκλο των μεγάλων εορτών», σελ. 125, που αποτέλεσε και την κύρια πηγή του παρόντος άρθρου: «Εδώ, θα έλεγε κανείς ότι, όταν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και οι Υμνογράφοι ονομάζουν τον αστέρα της Βηθλεέμ «καινόν» (Ωριγένης) ή «πάντων καινότερον» Ευσέβιος δεν υπενθυμίζουν άραγε, (προλέγουν;) τις απόψεις των αστρονόμων των τελευταίων αιώνων οι οποίοι θεωρούν τον αστέρα ως ένα «nova» ή «supernova» κ.τ.π;»
       Ο υπέροχος Ρωμανός ο Μελωδός στο Κοντάκιο «Η Παρθένος σήμερον» σημειώνει και αυτός πως κρύβεται κάποια δύναμη πίσω από το αστέρι, υπονοώντας βέβαια άγγελο: «αστήρ μεν εστίν εις το φαινόμενον, δύναμις δε τις προς το νοούμενον».
       Εκτός βέβαια από τους Πατέρες, Εκκλησιαστικούς Συγγραφείς και Υμνογράφους και η Ορθόδοξη Τέχνη δέχτηκε το άστρο ως άγγελο. Από τις πολλές απεικονίσεις κυρίως την Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή περίοδο ενδεικτικά αναφέρομε μερικές. Το ψηφιδωτό του 8ου αιώνα στην Santa Maria in Cosmedin Ρώμης όπου ο σκηπτούχος άγγελος στέκει μπροστά από την Παρθένο που κρατάει το βρέφος Χριστό και υποδεικνύει στους Μάγους την μητέρα και το τέκνο που αναζητούσαν (βλ. εικόνα).
Ο άγγελος – αστέρας στην προσκύνηση των Μάγων. Λεπτομέρεια. Ψηφιδωτό του 8ου αιώνα, τώρα στην Santa Maria in Cosmedin Ρώμης
      Τον 10ο αιώνα στην τοιχογραφία του Tokale Kilise (Goreme) Καππαδοκίας, ο αστέρας ως ιπτάμενος άγγελος οδηγεί τους αστεροσκόπους της Ανατολής. Το 11ο αιώνα στην μικρογραφία του Μηνολογίου του Βασιλείου Β΄(Cod. Vatic.Gr.1613)οι Μάγοι γονυπετείς προσφέρουν τα δώρα τους στην Θεοτόκο και στο Θείο Βρέφος ενώ μπροστά τους εικονίζεται μεγαλοπρεπής άγγελος – αστέρας ο οποίος τους οδηγεί στην είσοδο του σπηλαίου. Τέλος τον 14ο αιώνα σε τοιχογραφία του Ναού Αγίου Νικολάου Ορφανού Θεσσαλονίκης ο άγγελος – αστέρας οδηγεί τους μάγους στην Βρεφοκρατούσα Θεοτόκο (βλ. εικόνα).
Ο άγγελος – αστέρας στην προσκύνηση των Μάγων. Τοιχογραφία 14ου αιώνα από τον Άγιο Νικόλαο Ορφανό Θεσσαλονίκης
      Αν παρόλα αυτά κάποιος πιστός ή μη αναρωτηθεί, τι ήταν τελικά το άστρο των Χριστουγέννων που οδήγησε τους Μάγους, πιστεύουμε η καλύτερη απάντηση βρίσκεται κρυμμένη στα λόγια που χάραξε ο ποιητής μας Γιώργος Δροσίνης:
«Την άγια νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη
ποιος δεν το ξέρει;
Των Μάγων κάθε χρόνο τα μεσάνυχτα
λάμπει τ’ αστέρι
Κι όποιος το βρη μες στ’ άλλα αστέρια
ανάμεσα και δεν το χάση
σε μια άλλη Βηθλεέμ ακολουθώντας το
μπορεί να φθάση!»
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Εκ του υπομνήματος εις το Ματθαίον
Περί του αστέρος της Βηθλεέμ
Αλλά, για να μην ζαλιστούμε, επειδή προσθέτουμε απορίες, ας έλθουμε στην λύση, κάνοντας την αρχή από το ίδιο το άστρο. Γιατί, αν μάθουμε, τι ήταν το άστρο, και τι είδους, και εάν ήταν ένα από τα πολλά (άστρα), ή διαφορετικό από τα άλλα, και εάν ήταν κατά φύση άστρο ή στην εμφάνιση μόνο, εύκολα, και όλα τα άλλα θα γνωρίσουμε. Από πού, λοιπόν, θα είναι αυτά φανερά; Από αυτά τα ίδια τα γραπτά. Ότι, το άστρο αυτό δεν ήταν ένα από τα πολλά, μάλλον ούτε καν άστρο, καθώς φαίνεται σε μένα, αλλά κάποια δύναμη αόρατος η οποία μετασχηματίσθηκε σ’ αυτή την όψη, πρώτον φανερώνεται από την πορεία του. Γιατί δεν υπάρχει, κανένα άστρο δεν υπάρχει, που να βαδίζει τέτοιο δρόμο. Αλλά, και αν στον ήλιο αναφερθείς, και αν στην σελήνη, και αν σ’ όλα τα άστρα, τα βλέπουμε από την ανατολή προς την δύση να προχωρούν. Αλλά, αυτό από το βορρά προς το νότο προχωρούσε. Γιατί, έτσι βρίσκεται η Παλαιστίνη, σε σχέση με την Περσία. 
Δεύτερον, από τον χρόνο που μπορείς να το βλέπεις. Διότι, δεν φαίνεται την νύκτα, αλλά, μέσα στην μέρα, ενώ λάμπει ο ήλιος, το οποίο, δεν είναι δυνατό να συμβαίνει αυτό από ένα άστρο, ούτε βέβαια από τη σελήνη. Επειδή, αυτή που υπερέχει από όλα, μόλις φανεί η ηλιακή ακτίνα, να κρύβεται αμέσως και να εξαφανίζεται. Αυτό, με την υπερβολή της δικής του λαμπρότητας, νίκησε τις ηλιακές ακτίνες, επειδή φανερώθηκε φωτεινότερο από εκείνες, και έλαμψε με τόσο φως περισσότερο. 
Τρίτον, από το ότι εμφανίζεται και πάλι εξαφανίζεται. Διότι, στον δρόμο, έως την Παλαιστίνη φαινόταν να οδηγεί. Επειδή, όταν έφτασαν στα Ιεροσόλυμα, κρύφτηκε. Έπειτα, πάλι, όταν άφησαν τον Ηρώδη, αφού τον δίδαξαν, γιατί ήλθαν, και επρόκειτο να απέλθουν, το άστρο δείχνει τον εαυτό του. Το οποίο δεν είναι κίνηση άστρου, αλλά (κίνηση) κάποιας λογικότατης δυνάμεως. Επειδή, δεν είχε δική του πορεία, αλλά, όταν έπρεπε αυτοί (οι μάγοι) να βαδίσουν, βάδιζε. Όταν, έπρεπε να σταθούν, στεκόταν, οικονομώντας τα πάντα προς το πρέπον. Όπως ακριβώς, και ο στύλος της νεφέλης και καθόταν και ξεσήκωνε το στρατόπεδο των Ιουδαίων όποτε χρειαζόταν. 
Τέταρτον, από τον τρόπο που δείχνει, αυτό μπορεί ο καθένας να το μάθει σαφώς. Γιατί δεν έδειχνε τον τόπο μένοντας πάνω. Ούτε ήταν δυνατόν (στους μάγους) έτσι να μάθουν. Αλλά, το κάνει κατεβαίνοντας κάτω. Διότι είναι σαφές, ότι ένα τόσο μικρό τόπο, και όσο είναι φυσικό να κατέχει μια καλύβα, μάλλον όσο είναι φυσικό, να κατέχει το σώμα ενός μικρού παιδιού, δεν μπορεί το άστρο να το γνωρίζει. Επειδή, είναι άπειρο το ύψος και δεν αρκούσε, ένα τόσο στενό τόπο να χαρακτηρίσει και να γνωρίσει σε αυτούς αυτόν που ήθελαν να δουν. Και αυτό, μπορεί να το διαπιστώσει ο καθένας με τη σελήνη. Η οποία, αν και είναι τόσο ανώτερη από τα άστρα, σε όλους τους κατοίκους της οικουμένης, που είναι διασκορπισμένοι σε τόσο πλάτος γης, φαίνεται ότι 
είναι κοντά σε όλους.
Πώς, λοιπόν, το άστρο, πες μου, τόπο τόσο στενό φάτνης και καλύβας έδειχνε, αν δεν άφηνε εκείνο το υψηλό και κατέβαινε κάτω και στεκόταν πάνω από την ίδια την κεφαλή του παιδιού; Το οποίο, λοιπόν, και ο ευαγγελιστής  υπαινισσόμενος έλεγε: «Να, το άστρο, προηγείτο από αυτούς, μέχρι που ήλθε και στάθηκε επάνω εκεί που ήταν το παιδίον». Βλέπεις, με όσα αποδείχτηκαν ότι τούτο το άστρο δεν είναι ένα από τα πολλά άστρα, ούτε αποδεικνύει τον εαυτόν του κατά την ακολουθία της έξω δημιουργίας;… Επειδή λοιπόν (τους μάγους) οδήγησε και χειραγώγησε (σ.σ. εννοεί τον Θεό) και προς την φάτνη έστησε, όχι με άστρο, αλλά με άγγελον λοιπόν μ’ αυτούς συζητά…» P.G. 37, 64 – 66.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Από το κύκλο των μεγάλων εορτών, Κωνσταντίνου Καλοκύρη
2. Πηγαί της Χριστιανικής Αρχαιολογίας, Κωνσταντίνου Καλοκύρη
3. Καινή Διαθήκη, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδας
4. Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», Διονύσης Σιμόπουλος «Τι ήταν το άστρο της Βηθλεέμ»