Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2024

Σχετικά με την άσκηση της προσευχής

 





Δεν δίνετε προσοχή στην προσευχή στην καθημερινότητά σας. Ο άνθρωπος παραμελεί το ζήτημα της προσευχής. Οι προσευχές ήταν παλαιότερα επιπόλαιες, κι ο άνθρωπος έκανε απλώς τα τυπικά ενώπιον του Θεού. Κανένας άνθρωπος δεν προσέφερε ποτέ ολοκληρωτικά την καρδιά του ενώπιον του Θεού ούτε επιδόθηκε σε αληθινή προσευχή με τον Θεό. Ο άνθρωπος προσευχόταν στον Θεό μονάχα όταν ανέκυπταν προβλήματα. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, έχεις προσευχηθεί ποτέ πραγματικά στον Θεό; Έχει υπάρξει ποτέ στιγμή που να έχεις δακρύσει από τον πόνο ενώπιον του Θεού; Έχει υπάρξει στιγμή που να κατάφερες να γνωρίσεις τον εαυτό σου ενώπιόν Του; Είχες ποτέ μια εγκάρδια προσευχή με τον Θεό; Η προσευχή προκύπτει από την άσκηση: Αν γενικά δεν προσεύχεσαι στο σπίτι, τότε δεν θα έχεις τρόπο να προσευχηθείς στην εκκλησία, και αν συνήθως δεν προσεύχεσαι σε μικρές συναθροίσεις, τότε θα είσαι ανίκανος να προσευχηθείς κατά τη διάρκεια μεγάλων συναθροίσεων. Αν δεν πλησιάζεις τακτικά τον Θεό ούτε συλλογίζεσαι τακτικά τα λόγια του Θεού, τότε δεν θα έχεις τίποτα να πεις όταν έρθει η ώρα της προσευχής, και ακόμα κι αν όντως προσευχηθείς, θα είναι μόνο στα λόγια· δεν θα είναι αληθινή προσευχή.

Τι είναι η αληθινή προσευχή; Είναι να λες στον Θεό ό,τι υπάρχει στην καρδιά σου, να επικοινωνείς με τον Θεό καθώς αντιλαμβάνεσαι το θέλημά Του, να επικοινωνείς με τον Θεό μέσω των λόγων Του, να νιώθεις ιδιαίτερα κοντά στον Θεό, να αισθάνεσαι πως Εκείνος βρίσκεται ενώπιόν σου και να πιστεύεις πως έχεις κάτι να Του πεις. Η καρδιά σου νιώθει γεμάτη φως κι εσύ νιώθεις πόσο αγαπητός είναι ο Θεός. Νιώθεις ιδιαίτερα εμπνευσμένος, κι όταν σε ακούν οι αδελφοί κι οι αδελφές σου, αισθάνονται ικανοποίηση. Θα αισθάνονται ότι τα λόγια που λες είναι τα λόγια που υπάρχουν μέσα στην καρδιά τους, τα λόγια που επιθυμούν να πουν, θαρρείς και τα λόγια σου αποτελούν υποκατάστατο των δικών τους λόγων. Αυτό σημαίνει αληθινή προσευχή. Αφού έχεις επιδοθεί σε αληθινή προσευχή, η καρδιά σου θα νιώθει γαλήνη και ικανοποίηση. Μπορεί να δημιουργηθεί η δύναμη να αγαπάς τον Θεό, κι εσύ θα νιώθεις ότι τίποτα στη ζωή δεν είναι πιο αξιόλογο ή πιο σημαντικό από το να αγαπάς τον Θεό. Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι οι προσευχές σου ήταν αποτελεσματικές. Έχεις προσευχηθεί ποτέ με τέτοιο τρόπο;

Και τι γίνεται με το περιεχόμενο των προσευχών; Η προσευχή σου πρέπει να προχωρά βήμα-βήμα, σύμφωνα με την πραγματική κατάσταση της καρδιάς σου και το έργο του Αγίου Πνεύματος· φτάνεις στο σημείο να επικοινωνείς με τον Θεό σύμφωνα με το θέλημά Του Θεού και τις απαιτήσεις Του από τον άνθρωπο. Όταν αρχίζεις την άσκηση της προσευχής, δώσε πρώτα την καρδιά σου στον Θεό. Μην επιχειρήσεις να κατανοήσεις το θέλημα του Θεού —προσπάθησε μόνο να πεις στον Θεό τα λόγια που έχεις μες στην καρδιά σου. Όταν έρχεσαι ενώπιον του Θεού, να μιλάς κατ’ αυτόν τον τρόπο: «Ω, Θεέ μου! Μόλις σήμερα συνειδητοποίησα ότι συνήθιζα να Σε παρακούω. Είμαι πραγματικά διεφθαρμένος και ποταπός. Το μόνο που έκανα ήταν να χαραμίζω της ζωή μου. Από σήμερα, θα ζω για Σένα. Θα διάγω μια ζωή με νόημα και θα ικανοποιώ το θέλημά Σου. Είθε το Πνεύμα Σου να εργάζεται πάντα μέσα μου, φωτίζοντας και διαφωτίζοντάς με συνεχώς. Επίτρεψέ μου να γίνω ισχυρός και ηχηρός μάρτυρας ενώπιόν Σου. Ας δει ο Σατανάς τη δόξα Σου, τη μαρτυρία Σου και την απόδειξη του θριάμβου Σου να εκδηλώνονται μέσα μας». Όταν προσευχηθείς κατ’ αυτόν τον τρόπο, η καρδιά σου θα απελευθερωθεί τελείως. Έχοντας προσευχηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, η καρδιά σου θα είναι πιο κοντά στον Θεό, και αν μπορείς να προσεύχεσαι συχνά κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Άγιο Πνεύμα θα εργάζεται σίγουρα μέσα σου. Εάν πάντα επικαλείσαι τον Θεό με αυτόν τον τρόπο και δίνεις την υπόσχεσή σου ενώπιόν Του, θα έρθει η ημέρα που η υπόσχεσή σου θα γίνει αποδεκτή ενώπιον του Θεού, που η καρδιά σου και ολόκληρη η ύπαρξή σου θα αποκτηθούν από τον Θεό κι εσύ τελικά θα οδηγηθείς στην τελείωση από τον Θεό. Η προσευχή είναι υψίστης σημασίας για εσάς. Όταν προσεύχεσαι και λαμβάνεις το έργο του Αγίου Πνεύματος, η καρδιά σου θα συγκινείται από τον Θεό, και θα δημιουργείται η δύναμη να αγαπάς τον Θεό. Αν δεν προσεύχεσαι με την καρδιά σου, αν δεν ανοίγεις την καρδιά σου για να επικοινωνήσεις με τον Θεό, τότε ο Θεός δεν θα έχει τρόπο να εργαστεί μέσα σου. Εάν, αφού έχεις προσευχηθεί κι έχεις πει τα λόγια που υπάρχουν μες στην καρδιά σου, το Πνεύμα του Θεού δεν έχει ξεκινήσει το έργο Του κι εσύ δεν έχεις εμπνευστεί καθόλου, τότε αυτό καταδεικνύει ότι η καρδιά σου δεν είναι ειλικρινής, ότι τα λόγια σου δεν είναι αληθινά και είναι ακόμα ακάθαρτα. Εάν, αφού έχεις προσευχηθεί, νιώθεις ένα αίσθημα ικανοποίησης, τότε οι προσευχές σου έγιναν αποδεκτές από τον Θεό και το Πνεύμα του Θεού εργάζεται μέσα σου. Ως κάποιος που υπηρετεί ενώπιον του Θεού, δεν μπορείς να μην προσεύχεσαι. Αν βλέπεις αληθινά την επικοινωνία με τον Θεό ως κάτι που έχει νόημα και αξία, τότε μπορείς να απαρνηθείς την προσευχή; Κανείς δεν μπορεί να μην έχει επικοινωνία με τον Θεό. Χωρίς προσευχή, ζεις στη σάρκα, δέσμιος του Σατανά· χωρίς αληθινή προσευχή, ζεις υπό την επιρροή του σκότους. Ελπίζω εσείς οι αδελφοί και οι αδελφές να μπορείτε να επιδίδεστε σε αληθινή προσευχή κάθε μέρα ανεξαιρέτως. Δεν έχει να κάνει με τήρηση των κανόνων, αλλά με την επίτευξη ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος. Είσαι πρόθυμος να στερείσαι λίγο ύπνο, λίγη ικανοποίηση, προκειμένου να σηκώνεσαι νωρίς για την πρωινή προσευχή και να απολαμβάνεις τα λόγια του Θεού; Εάν προσεύχεσαι με αγνή καρδιά και τρως και πίνεις τα λόγια του Θεού κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα είσαι πιο αποδεκτός από τον Θεό. Αν το κάνεις αυτό κάθε πρωί, εάν κάθε μέρα κάνεις πράξη το να δίνεις την καρδιά σου στον Θεό, να επικοινωνείς και να έρχεσαι σε επαφή μαζί Του, τότε η γνώση σου για τον Θεό θα αυξηθεί σίγουρα και εσύ θα μπορείς να κατανοήσεις καλύτερα το θέλημα του Θεού. Λες: «Ω, Θεέ μου! Είμαι πρόθυμος να εκπληρώσω το καθήκον μου. Μπορώ μόνο να αφιερώσω σ’ Εσένα όλο μου το είναι, έτσι ώστε να μπορέσεις να κερδίσεις δόξα από μας, έτσι ώστε να μπορέσεις να απολαύσεις τη μαρτυρία που καταθέτει αυτή η ομάδα μας. Σε ικετεύω να εργαστείς μέσα μας, ώστε να μπορέσω να Σε αγαπήσω αληθινά και να Σε ικανοποιήσω και να Σε καταστήσω τον στόχο που επιδιώκω». Καθώς επωμίζεσαι αυτό το φορτίο, ο Θεός σίγουρα θα σε οδηγήσει στην τελείωση. Δεν πρέπει να προσεύχεσαι μόνο για ίδιον όφελος, μα θα πρέπει να προσεύχεσαι και προκειμένου να ακολουθείς το θέλημα του Θεού και να Τον αγαπάς. Αυτό είναι το πιο αληθινό είδος προσευχής. Είσαι κάποιος που προσεύχεσαι ώστε να ακολουθεί το θέλημα του Θεού;

Στο παρελθόν, δεν γνωρίζατε πώς να προσευχηθείτε και παραβλέπατε το ζήτημα της προσευχής. Σήμερα, πρέπει να κάνετε ό,τι καλύτερο μπορείτε για να εκπαιδευτείτε στην προσευχή. Αν δεν μπορείς να επιστρατεύσεις τη δύναμη μέσα σου για να αγαπήσεις τον Θεό, τότε πώς προσεύχεσαι; Λες: «Ω, Θεέ μου, η καρδιά μου είναι ανίκανη να Σε αγαπήσει πραγματικά. Θέλω να Σε αγαπήσω, αλλά μου λείπει η δύναμη. Τι να κάνω; Είθε να ανοίξεις τα πνευματικά μου μάτια και είθε το Πνεύμα Σου να συγκινήσει την καρδιά μου. Κάνε ώστε, καθώς έρχομαι ενώπιόν Σου, να απαλλάσσομαι από καθετί αρνητικό, να μην περιορίζομαι πια από κανέναν άνθρωπο, κανένα ζήτημα ή πράγμα, και να αποκαλύπτω πλήρως την καρδιά μου ενώπιον Σου· κάνε ώστε να μπορώ να αφιερώσω ολόκληρο το είναι μου ενώπιόν Σου. Όπως κι αν με δοκιμάσεις, είμαι έτοιμος. Τώρα δεν με ενδιαφέρουν καθόλου οι μελλοντικές προοπτικές μου, ούτε βρίσκομαι υπό τον ζυγό του θανάτου. Έχοντας μια καρδιά που Σε αγαπά, επιθυμώ να αναζητήσω την οδό της ζωής. Κάθε ζήτημα, τα πάντα, όλα είναι στα χέρια Σου· η μοίρα μου είναι στα χέρια Σου και κρατάς την ίδια μου τη ζωή στα χέρια Σου. Τώρα επιζητώ να Σε αγαπώ και, ανεξάρτητα από το αν με αφήσεις να Σε αγαπώ, ανεξάρτητα από το πώς παρεμβαίνει ο Σατανάς, είμαι αποφασισμένος να Σε αγαπώ». Όταν αντιμετωπίζεις αυτό το πρόβλημα, να προσεύχεσαι κατ’ αυτόν τον τρόπο. Αν προσεύχεσαι έτσι καθημερινά, θα δημιουργηθεί σταδιακά η δύναμη να αγαπάς τον Θεό.

Πώς εισέρχεται κανείς στην πραγματική προσευχή;

Όταν προσεύχεσαι, η καρδιά σου πρέπει να είναι γαλήνια ενώπιον του Θεού και πρέπει να είναι ειλικρινής. Έρχεσαι αληθινά σε επαφή με τον Θεό και προσεύχεσαι με τον Θεό —δεν πρέπει να προσπαθείς να καλοπιάσεις τον Θεό χρησιμοποιώντας μελιστάλακτα λόγια. Η προσευχή θα πρέπει να επικεντρώνεται σε αυτό που ο Θεός επιθυμεί να επιτύχει επί του παρόντος. Να ζητάς από τον Θεό να σου δίνει μεγαλύτερη διαφώτιση και φώτιση, να φέρνεις τις πραγματικές καταστάσεις και τα προβλήματά σου ενώπιόν Του όταν προσεύχεσαι, συμπεριλαμβανομένης της υπόσχεσης που πήρες ενώπιον του Θεού. Η προσευχή δεν αφορά το να ακολουθείς μια διαδικασία· αφορά την αναζήτηση του Θεού με ειλικρινή καρδιά. Να ζητάς από τον Θεό να προστατεύει την καρδιά σου, ώστε η καρδιά σου να μπορεί να είναι συχνά γαλήνια ενώπιόν Του· ώστε, στο περιβάλλον στο οποίο Εκείνος σε έχει τοποθετήσει, να μπορέσεις να γνωρίσεις τον εαυτό σου, να τον σιχαθείς και να τον απαρνηθείς, γεγονός που θα σου δώσει τη δυνατότητα να έχεις μια κανονική σχέση με τον Θεό και να γίνεις στ’ αλήθεια κάποιος που αγαπάει τον Θεό.

Ποια είναι η σημασία της προσευχής;

Η προσευχή είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους ο άνθρωπος συνεργάζεται με τον Θεό, είναι ένα μέσο με το οποίο ο άνθρωπος επικαλείται τον Θεό και είναι η διαδικασία μέσω της οποίας ο άνθρωπος συγκινείται από το Πνεύμα του Θεού. Μπορεί να ειπωθεί ότι εκείνοι που δεν προσεύχονται είναι νεκροί και χωρίς πνεύμα, απόδειξη ότι στερούνται την ικανότητα να συγκινηθούν από τον Θεό. Δίχως προσευχή, θα ήταν αδύνατο να διάγει κανείς μια κανονική πνευματική ζωή, πόσο μάλλον δε, να συμβαδίζει με το έργο του Αγίου Πνεύματος. Αν κάποιος δεν προσεύχεται, τότε διακόπτει τη σχέση του με τον Θεό και θα ήταν αδύνατο ο άνθρωπος αυτός να λάβει τον έπαινο του Θεού. Ως πιστός στον Θεό, όσο περισσότερο προσεύχεται κανείς, όσο περισσότερο, δηλαδή, συγκινείται από τον Θεό, τόσο περισσότερη αποφασιστικότητα θα αποκτά και τόσο περισσότερο θα δύναται να λάβει νέα διαφώτιση από τον Θεό. Ως εκ τούτου, ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί πολύ γρήγορα να οδηγηθεί στην τελείωση από το Άγιο Πνεύμα.

Ποιο είναι το αποτέλεσμα που αποσκοπεί να επιτύχει η προσευχή;

Οι άνθρωποι μπορεί να είναι σε θέση να φέρουν εις πέρας την άσκηση της προσευχής και να κατανοήσουν τη σημασία της προσευχής, αλλά το να είναι αποτελεσματική η προσευχή δεν είναι απλή υπόθεση. Η προσευχή δεν είναι ζήτημα να κάνει κανείς απλώς τα τυπικά, να ακολουθεί τη διαδικασία ή να απαγγέλλει τα λόγια του Θεού. Με άλλα λόγια, η προσευχή δεν σημαίνει να παπαγαλίζει κανείς λέξεις ούτε σημαίνει να αντιγράφει τους άλλους. Στην προσευχή, πρέπει κανείς να φτάσει στο σημείο όπου να μπορεί να δώσει την καρδιά του στον Θεό, να ανοίξει την καρδιά του ώστε να μπορέσει εκείνη να συγκινηθεί από τον Θεό. Για να είναι αποτελεσματική η προσευχή, πρέπει να βασίζεται στην ανάγνωση των λόγων του Θεού. Μόνο με προσευχή μέσα από τα λόγια του Θεού μπορεί κανείς να λάβει μεγαλύτερη διαφώτιση και φώτιση. Οι εκδηλώσεις μιας αληθινής προσευχής είναι οι εξής: Το να έχει κανείς μια καρδιά που λαχταρά όλα όσα ζητά ο Θεός και, επιπλέον, επιθυμεί να επιτύχει όσα Εκείνος απαιτεί· να απεχθάνεται όσα απεχθάνεται ο Θεός κι έπειτα, οικοδομώντας πάνω σε αυτό το θεμέλιο, να αποκτήσει μερική κατανόησή του και να έχει κάποια γνώση και σαφή κατανόηση των αληθειών που αναπτύσσει ο Θεός. Μόνο αν υπάρχει αποφασιστικότητα, πίστη, γνώση και ένα μονοπάτι άσκησης κατόπιν προσευχής, μπορεί να ονομάζεται αληθινή προσευχή και μόνο αυτό το είδος προσευχής μπορεί να είναι αποτελεσματικό. Ωστόσο, η προσευχή πρέπει να οικοδομείται πάνω στην απόλαυση των λόγων του Θεού, πρέπει να χτίζεται πάνω στα θεμέλια της επικοινωνίας με τον Θεό μέσα από τα λόγια Του, και η καρδιά πρέπει να μπορεί να αναζητήσει τον Θεό και να γαληνέψει ενώπιόν Του. Η προσευχή αυτού του είδους έχει ήδη εισέλθει στο στάδιο της αληθινής επικοινωνίας με τον Θεό.

Οι πλέον βασικές γνώσεις σχετικά με την προσευχή:

1. Μη λες στα τυφλά ό,τι σου έρχεται στον νου. Πρέπει να υπάρχει ένα φορτίο στην καρδιά σου, δηλαδή, πρέπει να έχεις έναν στόχο όταν προσεύχεσαι.

2. Η προσευχή πρέπει να περιέχει τα λόγια του Θεού· πρέπει να στηρίζεται στα λόγια του Θεού.

3. Όταν προσεύχεσαι, δεν πρέπει να αναμασάς ξεπερασμένα ζητήματα. Οι προσευχές σου θα πρέπει να σχετίζονται με τα τρέχοντα λόγια του Θεού και, όταν προσεύχεσαι, να λες στον Θεό τις ενδόμυχες σκέψεις σου.

4. Η ομαδική προσευχή πρέπει να περιστρέφεται γύρω από ένα κεντρικό σημείο, το οποίο είναι, απαραιτήτως, το τρέχον έργο του Αγίου Πνεύματος.

5. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν τη διαμεσολαβητική προσευχή. Αυτός είναι και ένας τρόπος για να δείχνει κανείς ενδιαφέρον για το θέλημα του Θεού.

Η ζωή της προσευχής ενός ατόμου βασίζεται στην κατανόηση της σημασίας της προσευχής και της βασικής γνώσης της προσευχής. Στην καθημερινότητα, να προσεύχεσαι συχνά για τα δικά σου ελαττώματα, να προσεύχεσαι για να υπάρξει αλλαγή στη διάθεση της ζωής σου και να προσεύχεσαι με βάση τη γνώση σου για τα λόγια του Θεού. Ο καθένας θα πρέπει να καθιερώσει τη δική του ζωή της προσευχής, θα πρέπει να προσεύχεται για να γνωρίσει τα λόγια του Θεού και να προσεύχεται για να αναζητήσει τη γνώση του έργου του Θεού. Αποκάλυψε τις προσωπικές σου συνθήκες ενώπιον του Θεού και να είσαι αληθινός χωρίς να αγχώνεσαι για τον τρόπο με τον οποίο προσεύχεσαι, και το βασικότερο είναι να αποκτήσεις αληθινή κατανόηση και πραγματική εμπειρία των λόγων του Θεού. Ο άνθρωπος που επιδιώκει την είσοδο στην πνευματική ζωή πρέπει να μπορεί να προσεύχεται με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Η σιωπηλή προσευχή, ο συλλογισμός των λόγων του Θεού, η γνωριμία με το έργο του Θεού —όλα αυτά είναι παραδείγματα του στοχευμένου έργου της πνευματικής συναναστροφής προς χάριν της επίτευξης εισόδου στην κανονική πνευματική ζωή, τα οποία ολοένα βελτιώνουν τις καταστάσεις του ανθρώπου ενώπιον του Θεού και τον ωθούν να σημειώνει όλο και μεγαλύτερη πρόοδο στη ζωή. Εν ολίγοις, ό,τι κάνεις, είτε τρως και πίνεις τα λόγια του Θεού, είτε προσεύχεσαι σιωπηλά, είτε το διακηρύσσεις μεγαλόφωνα, γίνεται ώστε να δεις ξεκάθαρα τα λόγια του Θεού, το έργο Του κι αυτό που επιθυμεί να επιτύχει Εκείνος μέσα σου. Κυρίως, όλα όσα κάνεις γίνονται για να φτάσεις στα πρότυπα που απαιτεί ο Θεός και να ανεβάσεις τη ζωή σου σε νέα ύψη. Το ελάχιστο που απαιτεί ο Θεός από τον άνθρωπο είναι να μπορεί να ανοίξει την καρδιά του σε Αυτόν. Εάν ο άνθρωπος δίνει την αληθινή καρδιά του στον Θεό και λέει στον Θεό τι υπάρχει πραγματικά μέσα στην καρδιά του, τότε ο Θεός είναι πρόθυμος να εργαστεί μέσα του. Ο Θεός δεν επιθυμεί τη διεστραμμένη καρδιά του ανθρώπου, αλλά μια αγνή και ειλικρινή καρδιά. Εάν ο άνθρωπος δεν μιλάει στον Θεό από καρδιάς, τότε ο Θεός δεν θα συγκινήσει την καρδιά του ούτε θα εργαστεί μέσα του. Συνεπώς, το κύριο σημείο της προσευχής είναι να μιλάς στον Θεό από καρδιάς, να Του μιλάς για τις ατέλειες ή την ανυπάκουη διάθεσή σου και να Του ανοίγεσαι απόλυτα· τότε μόνο ο Θεός θα ενδιαφέρεται για τις προσευχές σου· σε διαφορετική περίπτωση, θα κρύψει το πρόσωπό Του από εσένα. Το ελάχιστο κριτήριο για την προσευχή είναι ότι πρέπει να είσαι σε θέση να διατηρείς την καρδιά σου γαλήνια ενώπιον του Θεού κι εκείνη δεν πρέπει να απομακρύνεται από τον Θεό. Ίσως, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, να μην κερδίσεις νεότερες ή υψηλότερες γνώσεις, αλλά πρέπει τότε να χρησιμοποιήσεις την προσευχή για να διατηρήσεις την υπάρχουσα κατάσταση —δεν πρέπει να οπισθοδρομήσεις. Αυτό είναι το ελάχιστο που πρέπει να επιτύχεις. Εάν δεν μπορείς να πετύχεις ούτε καν αυτό, τότε αποδεικνύεται ότι η πνευματική σου ζωή δεν βρίσκεται στον σωστό δρόμο. Ως εκ τούτου, δεν θα είσαι σε θέση να διατηρήσεις το αρχικό όραμά σου, θα χάσεις την πίστη σου στον Θεό και η αποφασιστικότητά σου, ακολούθως, θα εξαφανιστεί. Ένα σημάδι του αν έχεις εισέλθει στην πνευματική ζωή ή όχι είναι να δεις αν οι προσευχές σου βρίσκονται στον σωστό δρόμο. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να εισέλθουν σε αυτήν την πραγματικότητα· πρέπει όλοι να κάνουν το έργο της συνειδητής εκπαίδευσης του εαυτού τους στην προσευχή, όχι της παθητικής αναμονής, αλλά της συνειδητής επιζήτησης να συγκινηθούν από το Άγιο Πνεύμα. Μόνο τότε θα είναι άνθρωποι που αναζητούν πραγματικά τον Θεό.

Όταν αρχίζεις να προσεύχεσαι, μην υπερβάλλεις εαυτόν και μην ελπίζεις να επιτύχεις τα πάντα μονομιάς. Δεν μπορείς να έχεις υπερβολικές απαιτήσεις, ελπίζοντας ότι μόλις ανοίξεις το στόμα σου θα συγκινηθείς από το Άγιο Πνεύμα ή ότι θα λάβεις διαφώτιση και φώτιση ή ότι ο Θεός θα σου δώσει περισσή χάρη. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί· ο Θεός δεν επιτελεί υπερφυσικά πράγματα. Ο Θεός εισακούει τις προσευχές των ανθρώπων όποτε θέλει Εκείνος, και μερικές φορές δοκιμάζει την πίστη σου για να δει αν είσαι πιστός ενώπιόν Του. Όταν προσεύχεσαι πρέπει να έχεις πίστη, επιμονή και αποφασιστικότητα. Όταν οι περισσότεροι άνθρωποι αρχίζουν να εκπαιδεύονται στην προσευχή, αποθαρρύνονται επειδή δεν καταφέρνουν να συγκινηθούν από το Άγιο Πνεύμα. Αυτό δεν ωφελεί! Πρέπει να έχεις επιμονή· πρέπει να εστιάζεις στο να αισθάνεσαι τη συγκίνηση του Αγίου Πνεύματος, καθώς και να εστιάζεις στην αναζήτηση και τη διερεύνηση. Ενίοτε, το μονοπάτι της άσκησής σου δεν είναι σωστό και, ενίοτε, τα προσωπικά σου κίνητρα σου και οι προσωπικές σου αντιλήψεις σου δεν μπορούν να παραμείνουν σταθερά ενώπιον του Θεού, κι έτσι το Πνεύμα του Θεού δεν καταφέρνει να σε συγκινήσει. Άλλες στιγμές, ο Θεός εξετάζει εάν είσαι πιστός ή όχι. Με λίγα λόγια, στην εκπαίδευση, θα πρέπει να πληρώσεις μεγαλύτερο τίμημα. Αν ανακαλύψεις ότι ξεφεύγεις από το μονοπάτι της άσκησής σου, μπορείς να αλλάξεις τον τρόπο με τον οποίο προσεύχεσαι. Εφόσον αναζητάς με ειλικρινή καρδιά και λαχταράς να λάβεις, το Άγιο Πνεύμα σίγουρα θα σε μεταφέρει σε αυτήν την πραγματικότητα. Μερικές φορές προσεύχεσαι με ειλικρινή καρδιά αλλά δεν αισθάνεσαι ότι έχεις συγκινηθεί ιδιαίτερα. Σε τέτοιες στιγμές, πρέπει να βασίζεσαι στην πίστη σου και να έχεις πίστη ότι ο Θεός προσέχει τις προσευχές σου· πρέπει να επιμένεις στις προσευχές σου.

Να είσαι ειλικρινής· να προσεύχεσαι στον Θεό να σε απαλλάξει από τον δόλο που υπάρχει στην καρδιά σου. Αν εξαγνίζεις συνεχώς τον εαυτό σου δια της προσευχής, αν συγκινείσαι από το Πνεύμα του Θεού μέσω της προσευχής, τότε η διάθεσή σου θα αλλάξει σταδιακά. Η αληθινή πνευματική ζωή είναι μια ζωή προσευχής —είναι μια ζωή που τη συγκινεί το Άγιο Πνεύμα. Η διαδικασία της συγκίνησης από το Άγιο Πνεύμα είναι η διαδικασία της αλλαγής της διάθεσης του ανθρώπου. Μια ζωή την οποία δεν τη συγκινεί το Άγιο Πνεύμα δεν είναι μια πνευματική ζωή, αλλά μονάχα μια ζωή θρησκευτικών τελετουργικών. Μόνο εκείνοι που συγκινούνται συχνά από το Άγιο Πνεύμα και διαφωτίζονται και φωτίζονται από το Άγιο Πνεύμα έχουν εισέλθει στην πνευματική ζωή. Η διάθεση του ανθρώπου αλλάζει διαρκώς καθώς προσεύχεται. Όσο περισσότερο τον συγκινεί το Πνεύμα του Θεού, τόσο πιο ενεργητικός και υπάκουος γίνεται. Τόσο, επίσης, θα εξαγνίζεται βαθμιαία η καρδιά του και θα αλλάζει σταδιακά η διάθεσή του. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της αληθινής προσευχής.


Γιατί δεν ακούν τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς οι δαιμονάνθρωποι της Εκκλησίας;





                            

                        
Ἄρθρο τοῦ μακαριστοῦ πρωτοπρ. Νικολάου Μανώλη
Οἰκουμενισμός: τό τέρας τῆς Κολάσεως πού ἀνερυθρίαστα διαφημίζουν τά Πατριαρχεῖα καί οἱ τοπικές ἐκκλησίας τῆς Ὀρθοδοξίας!

Γράφει ὁ π.Νικόλαος Μανώλης
29/01/2021

Ὁ Οἰκουμενισμός, πού ὑπηρετεῖ ἡ σύγχρονη διοικοῦσα Ἐκκλησία, εἶναι συρφετός δαιμονίων. Μιά αἵρεση ἐμπνευσμένη ἀπό τόν ἄρχοντα τοῦ σκότους Ἑωσφόρο. Παλαιότερα γι’ αὐτό τό τέρας τῆς Κολάσεως, πού ἀνερυθρίαστα διαφημίζουν τά Πατριαρχεῖα καί οἱ τοπικές ἐκκλησίες τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶχα γράψει τά ἑξῆς:

Ὡς ἀδηφάγο τέρας ὁ Οἰκουμενισμός ἑτοιμάζει τό διάβα στό θηρίο τῆς Ἀποκάλυψης. Μέσα σέ ἕνα ἀλισβερίσι ἄνομων πράξεων ἐξαγοράζει συνειδήσεις, παρέχοντας ἐφήμερες ὑποσχέσεις, ὥστε νά σβήσει τήν ἄσβεστη δίψα τῶν κενόδοξων χριστιανῶν. Στρατολογημένοι «ὀρθόδοξοι» πατριάρχες, ἐπίσκοποι καί θεολόγοι τῆς Νέας Ἐποχῆς, καταθέτουν τίς σπουδές, τίς ἐπιτυχίες, τίς γνώσεις, τίς ἐπαφές, τίς κοσμικές τους συναναστροφές, στό σκοπό τῆς προδοσίας τῆς Πίστης. Προδότες οἱ ἴδιοι, δέν ἔχουν καμιά ἀναστολή νά στείλουν στό «κρεματόριο» τούς λίγους ἀντιδρῶντες στά κολασμένα σχέδιά τους. Ὅσους ἀρνοῦνται νά ἀποδεχτοῦν τό νεοταξικό εὐαγγέλιο τῆς Πανθρησκείας, τούς ἐξαφανίζουν μέ ἰδιότυπα μαρτύρια. Στή βιασύνη τους νά ἐπιτύχουν τήν περιβόητη ἑνότητα, διαλύουν τόν ἱστό τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, σχίζουν τόν ἄρραφο χιτώνα τῆς Πίστης, γκρεμίζουν τήν ἁγιοπατερική θεολογία. Προδίδοντας τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ Χριστοῦ, βραβεύονται ἀπό τόν τρισκατάρατο Πάπα1.

Πρός ἐπικύρωση ὅλων τῶν παραπάνω παραθέτω ἀπό τήν παλαιά Κατάνυξη ἕνα σοφό λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς:
Οικουμενισμός-Ουμανισμός και Εκκλησία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς

Στόν σύγχρονο Οἰκουμενισμό, ὅλα βασίζονται στὴν ἀκόλουθη θέση, στὸ οὐμανιστικὸ ἀξίωμα:
ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μία ἀλλὰ πολλές. Εἶναι σὰν ἡ Ἐκκλησία νὰ κομματιάστηκε.

Ἡ Ἐκκλησία ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ διαιρεθεῖ. Ἀπὸ αὐτὴν μπορεῖ κανεὶς μονάχα νὰ ἐκπέσει καὶ ὄχι νὰ ἀποκοπεῖ. Στὴν οὐσία της ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεανθρώπινος ὀργανισμός, θεανθρώπινο σῶμα, τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου καὶ γιὰ αὐτὸ εἶναι πάντοτε μία, σὲ ὅλους τοὺς κόσμους μία.

Σὲ αὐτὸ ἔγκειται ἡ οἰκουμενικότητά της, ἡ καθολικότητα.

Ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμὸς δὲν εἶναι τίποτε περισσότερο ἀπὸ ψεύτικους χριστούς, ψεύτικους μεσσίες, ψεύτικους προφῆτες, γεμάτος ἀπὸ ποικιλότητα πίστεων, ὀλιγοπιστίας καὶ τέλος παντελοῦς ἀπουσίας πίστεως.

Ἡ προβληματικὴ τοῦ συγχρόνου Οἰκουμενισμοῦ εἶναι καθαρὰ κοσμική, πολιτικάντικη καὶ στὴν οὐσία της κομμουνιστικὴ – παπιστική.

Τὰ πάντα ἀνάγονται σὲ «κοινωνικές» ἀξίες καὶ μάλιστα γήινες καὶ παροδικές. Δὲν ὑπάρχει τὸ Θεανθρώπινο ἐπίκεντρο, ἡ προβληματικὴ τοῦ Εὐαγγελίου: δὲν ἐπιζητεῖται τό: «πρῶτον ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ δικαιοσύνη Του» ἀλλὰ τὸ βασίλειο τοῦ κόσμου αὐτοῦ καὶ ὅλα ὅσα εἶναι ἐξ αὐτοῦ (σημ. δική μας: δηλαδή ἐπιζητοῦνται “τά τοῦ κόσμου τούτου”).

    Πρωτοπρεσβυτέρου Νικολάου Μανώλη, ΒΙΩΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’, ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ. 1. Ἀδηφάγο τέρας ὁ Οἰκουμενισμός, σελ. 95



Απαγορεύονται αι συμπροσευχαί μετά των Παπικών βάσει Γνωματεύσεως του αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς Άρθρο του πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση ΑΠΟ ΚΑΤΑΝΥΞΗ




                            

                        
Άρθρο του πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση
Ἡ γνωμάτευσις τηρεῖται πρός τό παρόν ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀθετεῖται ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας καί ἐκπροσώπων τοῦ Φαναρίου…

14 Ιούν 2022

Ἡ γνωμάτευσις εἶχε γίνει πρό τριάκοντα καί πλέον ἐτῶν ὑπό τοῦ Ἁγίου καί εἶχε στηριχθῆ εἰς τά ὁριζόμενα ὑπό τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Αὐτήν τήν ἐπαναφέρει εἰς τό προσκήνιον διά τῶν στηλῶν τοῦ «Ο.Τ.» ὁ πρωτοπρεσβύτερος καί ὁμότιμος καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης πατήρ Θεόδωρος Ζήσης.

Εἰς τήν γνωμάτευσίν του ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος παραθέτει τούς Ἱ. Κανόνας, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν τάς συμπροσευχάς ὄχι μόνον κατά τάς ἐπισήμους ἀκολουθίας καί τήν θ. Λειτουργίαν, ἀλλά «κάθε κοινήν μεθ᾽ αἱρετικῶν προσευχήν, ἔστω καί κατ᾽ ἰδίαν». Οἱ κανόνες αὐτοί ἰσχύουν καί σήμερον καί περιλαμβάνουν ὡς αἱρετικούς καί τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντας. «Ἤδη ὁ Ἅγιος Σάββας εἰς τήν ἐποχήν του, ἑπτάμισυ αἰῶνας πρίν, δέν ὠνόμαζε τόν Ρωμαιοκαθολικισμόν λατινικήν αἵρεσιν;». Ἐν συνεχείᾳ διαζωγραφεῖ μέ μελανά χρώματα τόν εὐτελισμόν, τόν ὁποῖον ὑφίσταται ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἁγιοπατερική καί Ἁγιοσαββιτική Ἐκκλησία μέ τήν συμμετοχήν της εἰς τό Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν. Χαρακτηρίζει δέ ὡς «φρικαλέαν» τήν ἀπόφασιν τῆς συμμετοχῆς, ὡς «ἀνήκουστον προδοσίαν» κ.λπ. Τί ἄλλο ἀναφέρει διά τάς συμπροσευχάς.

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση

Ὁ Πρωτοπρεσβύτερος καί Ὁμότιμος Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης πατήρ Θεόδωρος Ζήσης με ἀφορμήν τήν παραβίασιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων ὑπό Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν, Ἀρχιεπισκόπων καί Σεβ. Μητροπολιτῶν, οἱ ὁποῖοι συμπροσεύχονται μετά τῶν αἱρετικῶν Παπικῶν, ἐνῶ οἱ Ἱεροί Κανόνες ἀπαγορεύουν τάς συμπροσευχάς, ἐπαναφέρει εἰς τό προσκήνιον γνωμάτευσιν τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, τήν ὁποίαν εἶχε κάνει πρό τριάκοντα καί πλέον ἐτῶν καί ἡ ὁποία βάσει τῶν Ἱ. Κανόνων ἀπαγορεύει την συμμετοχήν τῶν Ὀρθοδόξων εἰς συμπροσευχάς. Ἡ γνωμάτευσις αὐτή, ὡς παρατηρεῖ ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης, πρός τό παρόν τηρεῖται ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ἀθετεῖται ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, εἰς τήν ὁποίαν ἀνῆκεν ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς καί ἡ ὁποία τόν ἀνεκήρυξεν Ἅγιον. Ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης συνιστᾶ εἰς τον Σεβ. Μητροπολίτην Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρον, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, νά παύση νά διανέμη εἰς τούς φοιτητάς τοῦ Παν. Θεσσαλονίκης, εἰς τό ὁποῖον διδάσκει, βιβλίον ὑπέρ τῶν συμπροσευχῶν καί νά διαθέτη τό βιβλίον τοῦ π. Ἀναστασίου Γκοτσοπούλου, τό ὁποῖον εἶναι ἐναντίον τῶν συμπροσευχῶν.

Τό πλῆρες κείμενον τοῦ ὁμοτίμου καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση ἔχει ὡς ἀκολούθως:

1. Διαχρονικά ἀντιπαπική ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ἐπί αἰῶνες, εἶχε αὐστηρή και σταθερά ἀντιπαπική θέση, ὅπως ἄλλωστε καί σύμπασα ἡ Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, ἡ ὁποία, παρά τήν ἀντίθετη γνώμη ἀμαθῶν ἤ στρατευμένων οἰκουμενιστῶν θεολόγων, καί συνοδικά ἀλλά καί διά τῆς ὁμοφωνίας ἐπιφανῶν Ἁγίων Πατέρων, ἔχει καταδικάσει τόν Παπισμό ὡς αἵρεση. Ὀρθόδοξοι μοναχοί, ἀρνηθέντες νά δεχθοῦν τον Παπισμό ὡς Ἐκκλησία, ὅπως χωρίς ἐντροπή πράττουν σήμερα μεγαλοσχήμονες κληρικοί καί θεολόγοι, δῆθεν Ὀρθόδοξοι, ὑπέστησαν φρικτά βασανιστήρια στο Ἅγιον Ὄρος καί στήν Κύπρο, τιμώμενοι ἀπό την Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς μάρτυρες[1]. Δέν λείπουν δέ καί ὁμολογηταί ἀντιπαπικοί Ἅγιοι, διωχθέντες καί κατασυκοφαντηθέντες ἀπό τούς παπικούς καί τούς ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων λατινόφρονες, ὅπως εἶναι μεταξύ ἄλλων ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς καί ὁ Ἅγιος Μᾶρκος Ἐφέσου ὁ Εὐγενικός. Ὁ Παπισμός, πειθήνιο ὄργανο τοῦ Σατανᾶ, κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ[2], δέν ἀρκεῖται στην διατύπωση αἱρέσεων καί πλανῶν, ἀλλά ἐπεχείρησε καί ἐπιχειρεῖ να τίς ἐπιβάλει διά τῆς βίας, φθάνοντας μέχρι τέτοιου σημείου μίσους ἐναντίον ὅσων δέν δέχονται τις αἱρέσεις του, ὥστε νά τούς ὁδηγεῖ στόν θάνατο· «ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ᾽ ἀρχῆς καί ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν»[3]. Ἰδιαίτερα ὅσα διέπραξαν οἱ Παπικοί κατά τήν πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης τό 1204, ξεπερνοῦν σέ φρίκη καί βιαιότητες ἀκόμη καί τήν συμπεριφορά ἀλλοθρήσκων καί βαρβάρων κατακτητῶν. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἱστορικούς συμφωνοῦν περί τοῦ ὅτι, ἄν δέν εἶχε ἀποδυναμωθῆ ἡ αὐτοκρατορία ἀπό τούς σταυροφόρους τοῦ Πάπα, δέν θά ἔπεφτε μετά ἀπό ἑκατόν πενήντα χρόνια στά χέρια τοῦ Μωάμεθ, συμπαρασύροντας στήν πτώση, ἀλλά ὄχι και στήν ἐξαφάνιση, τό μεγαλεῖο τῆς Ρωμηοσύνης. Τήν φρίκη τῆς βίας καί τῶν σφαγῶν ἐπανέλαβαν οἱ Παπικοί δύο φορές κατά τόν 20ό αἰώνα. Κατά τόν Β´ παγκόσμιο πόλεμο ἐν πρώτοις, ὅταν ὑπό τήν κάλυψη τῶν Ναζί τοῦ Χίτλερ ὁ διαβόητος καρδινάλιος Στέπινατς στήν παπική Κροατία ὀργά νωσε καί προχώρησε μέ τούς Οὐστάσι στόν σφαγιασμό 800.000 Σέρβων Ὀρθοδόξων, και στίς ἡμέρες μας ὅταν ὄχι μόνον ἐνεθάρρυνε ὁ πάπας διπλωματικά την διάλυση τῆς Γιουγκοσλαβίας προς ὄφελος τῶν παπικῶν Κροατῶν και Σλοβένων, ἀλλά καί (ἄκουσον! ἄκουσον!) ὅταν συνιστοῦσε κατά τόν πρόσφατο σερβοβοσνιακό πόλεμο σέ σύναξη  διπλωματῶν στο Βατικανό νά βοηθηθοῦν οἱ Μουσουλμάνοι Βόσνιοι καί νά ἀφοπλισθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι Σέρβοι, ὅπως εἶχε ἀποκαλύψει τότε σέ ἑλληνική ἐφημερίδα ὁ Εὐρωβουλευτής Γ. Ρωμαῖος: «Ἀφοπλίστε τούς Σέρβους καί ἐξοπλῖστε τούς Μουσουλμάνους»[4].

Ἀναφερθήκαμε ἐνδεικτικά σέ ἐλάχιστες ἐκ τῶν πολλῶν ἱστορικῶν ἐνεργειῶν μίσους τοῦ Παπισμοῦ ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό το παρελθόν καί τό παρόν, γιά νά αἰτιολογηθεῖ, πέραν τῶν σοβαρῶν δογματικῶν πλανῶν καί αἱρέσεων, ἡ σταθερά ἀρνητική θέση τῶν Ὀρθοδόξων ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὑποκύψας στόν ἔξωθεν πειραστή ἀσκεῖ καί πολιτική ἐξουσία μέ ὅλα τά κακά ἐπακόλουθα πού χαρακτηρίζουν τούς κατά κόσμον ἰσχυρούς καί πλουσίους.

Οἱ Ὀρθόδοξοι, καί μεταξύ αὐτῶν πρῶτοι οἱ Σέρβοι, λόγῳ τῶν προσφάτων δοκιμασιῶν τους, ἔχουν στήν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία τους ἔμφυτα ἀνεπτυγμένη καί ἀδίδακτη τήν ἀποστροφή πρός τόν Παπισμό. Γι᾽ αὐτό καί δύο ἀπό τίς μεγαλύτερες πανορθοδόξως ἐκκλησιαστικές καί θεολογικές φυσιογνωμίες τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, τοῦ ἀπατεῶνος, τούς ὁποίους προσφάτως ἡ Σερβική Ἐκκλησία ἐνέταξε μεταξύ τῶν Ἁγίων, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀχρίδος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς), καί ὁ ἀρχιμανδρίτης καί καθηγητής τῆς Δογματικῆς στή Θεολογική Σχολή τοῦ Βελιγραδίου Ἰουστῖνος (Πόποβιτς), ἀκολουθώντας τούς μεγάλους ἀντιπαπικούς Ἁγίους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐξέφρασαν μέ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα την παντελῆ ἀλλο τρίωση τοῦ Παπισμοῦ ἀπό τίς εὐαγγελικές ἀλήθειες, οὐσιαστικῶς τήν διαστροφή τοῦ Εὐαγγελίου καί τήν ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς διαστροφῆς ἀποχριστιάνιση τῆς Εὐρώπης. Ἦταν γι᾽ αὐτό πολύ φυσικό καί ἀ ναμενόμενο, ὅταν στά πλαίσια τῶν ἀποφάσεων τῆς Β/ Βατικανείου Συνόδου (1962-1965) ἄρχισε νά ἐνισχύεται ὁ διαχριστιανικός καί διαθρησκειακός Οἰκουμενισμός τῶν συγκρητιστικῶν σχεδιαστῶν τῆς Νέας Ἐποχῆς, καί τό Βατικανό ὑποκριτικά μέ τό ἔνδυμα τῆς ἀγάπης, ὡς ἄγγελος φωτός, ἄρχισε νά ἀνοίγεται πρός τούς Ὀρθοδόξους, ἰσχυρά ἀντέδρασαν στίς φιλοπαπικές ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλ λάδος ὑπό τον μακαριστό ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Β΄ (Χατζησταύρου), τόν ἐκ Φιλίππων, τό σύνολο σχεδόν τῶν ἱεραρχῶν τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας και ἑνωμένο τό Ἅγιον Ὄρος. Τήν ἴδια στάση κράτησε καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας, κυριαρχούμενη τότε ἀπό τήν θεολογική σκέψη καί τήν πατερική κατεύθυνση τῶν ἀνά τούς αἰῶνες Σέρβων Ἁγίων καί ἱεραρχῶν, ἰδιαιτέρως δέ ἀπό τήν ἰσχυρή παρουσία τῶν μνημονευθέντων δύο νέων Ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁ δεύτερος ἐκ τῶν ὁποίων, δηλαδή ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος (Πόποβιτς), ἤ λεγξε πατερικά μέ ἐκτενές Ὑπόμνημα τίς ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου.

Τό ἴδιο ἔπραξε ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος, ὅταν τό 1974 ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἱεραρχία τῆς Σερβίας, ἀπέστειλε ἐπιστολή πρός τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ τήν ὁποία ζητοῦσε νά ἐπιτραπεῖ στούς Ὀρθοδόξους κληρικούς νά συμμετάσχουν στίς κοινές συμπροσευχές πού ὀργάνωσε ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἱεραρχία ἀπό 18- 25 Ἰανουαρίου 1975, πού καθιερώθηκαν δειλά τότε καί γιγαντώθηκαν στίς ἡμέρες μας ὡς «ἑβδομάς τῶν προσευχῶν ὑπέρ τῆς ἑνώσεως τῶν ἐκκλησιῶν», τελούμενες κάθε ἔτος, τό τελευταῖο δεκαήμερο τοῦ Ἰανουαρίου. Πρίν ἀπαντήσει τότε ἡ Σύνοδος τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας στήν ἐπιστολή πρόσκληση τῶν Παπικῶν για συμπροσευχή, ἐζήτησε γνωμάτευση θεολογική ἀπό τόν διωχθέντα ἀπό τό κομμουνιστικό καθεστώς καθηγητή τῆς Δογματικῆς π. Ἰουστῖνο. Μετά τήν λήψη τῆς γνωμάτευσης ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπήντησε ἀρνητικά στήν πρόσκληση τῶν παπικῶν ἱεραρχῶν νά μετάσχουν και ὀρθόδοξοι κληρικοί στήν ἑβδομάδα συμπροσευχῶν. Τήν γνωμάτευση αὐτή τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου ἐναντίον τῶν συμπροσευχῶν ἐντοπίσαμε μέ πολλή χαρά δημοσιευμένη στό περιοδικό «Κοινωνία» τῆς «Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων» (Μάρτιος-Ἀπρίλιος 1975, σελ. 95-101) καί στήν ἐφημερίδα «Ὀρθόδοξος Τύπος» (ἀριθμ. φύλλου 235 τῆς 1-6-1975).

Στήν Γνωμάτευσή του ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος παραθέτει τούς ἱερούς κανόνες πού ἀπαγορεύουν τίς συμπροσευχές, ὄχι μόνο κατά τίς ἐπίσημες ἀκολουθίες καί τήν Θ. Λειτουργία ἀλλά «κάθε κοινήν μεθ᾽ αἱρετικῶν προσευχήν, ἔστω καί την κατ᾽ ἰδίαν». Οἱ κανόνες αὐτοί ἰσχύουν καί σήμερα καί περιλαμβάνουν ὡς αἱρετικούς καί τούς Ρωμαιοκαθολικούς καί τούς Προτεστάντες·«ἤδη ὁ Ἅγιος Σάββας εἰς τήν ἐποχήν του, ἑπτάμισυ αἰῶνας πρίν, δεν ὠνόμαζε τόν ρωμαιοκαθολικισμόν λατινικήν “αἵρεσιν”»; Στήν συνέχεια διαζωγραφεῖ μέ μελανά χρώματα τόν εὐτελισμό πού ὑφίσταται ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἁγιοπατερική και Ἁγιοσαββιτική Ἐκκλησία μέ τη συμμετοχή της στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν. Χαρακτηρίζει ὡς «φρικαλέαν» τήν ἀπόφαση τῆς συμμετοχῆς, ὡς «ἀνήκουστον προδοσίαν», πού προκαλεῖ «ἐντροπήν εἰς πάντα εἰλικρινῆ ὀρθόδοξον, ἀνατραφέντα ὑπό τήν καθοδήγησιν τῶν Ἁγίων Πατέρων».

2. Ἐπισημάνσεις καί ἐκτιμήσεις

α) Καλόν εἶναι οἱ ἐπίσκοποι να συμβουλεύονται τούς ἄλλους κληρικούς. Δέν εἶναι πάνσοφοι.

Εἶναι πρός τιμήν καί ἔπαινον τῆς τότε Σερβικῆς Ἱερᾶς Συνόδου, διότι δέν στηρίχθηκε ἐγωϊστικά στις θεολογικές δυνάμεις τῶν μελῶν της ἐπισκόπων, ἀλλά ἐζήτησε την γνώμην ἑνός ἀρχιμανδρίτου καθηγητοῦ, τήν ὁποία καί υἱοθέτησε, ἀπαγορεύσασα τήν συμμετοχή Ὀρθοδόξων κληρικῶν στίς συμπροσευχές μέ τούς Παπικούς και τούς Προτεστάντες. Στίς ἡμέρες μας οἱ συμπροσευχές ὄχι μόνο με ἑτεροδόξους Χριστιανούς ἀλλά και μέ ἀλλοθρήσκους ἔχουν καταντήσει καθημερινή πρακτική πατριαρχῶν, ἀρχιεπισκόπων, μητροπολιτῶν, ἐπισκόπων, λοιπῶν κληρικῶν, δυστυχῶς καί μοναχῶν, καί πολλῶν λαϊκῶν.

Τά ὑπομνήματα καί οἱ γνωματεύσεις ἑκατοντάδων κληρικῶν και μοναχῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων διακεκριμένοι ἱεράρχες, σεβαστοί καθηγούμενοι καί ἱερομόναχοι, κληρικοί καθηγηταί, πλῆθος εὐαισθήτων καί ἀγρυπνούντων μοναχῶν καί λαϊκῶν, ὅπως συνέβη μέ την γνωστή «Ὁμολογία Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ὄχι μόνον δέν λαμβάνονται ὑπ᾽ ὄψιν, οὔτε προβληματίζουν τούς ἐγωϊστικῶς ἐπιμένοντας στήν αἱρετική ἐκτροπή τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλ᾽ ἀντιθέτως αὐξάνουν τίς συμπροσευχές καί τίς οἰκουμενιστικές ἐκδηλώσεις, μερικοί δέ τῶν ἐξάρχων τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ζητοῦν καί τά ρέστα, προτείνοντες τήν τιμωρία καί τήν δίωξη τῶν ἀνησυχούντων γιά τήν ἐξάπλωση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ κληρικῶν και μοναχῶν.

β) Γιατί ἄλλαξε γραμμή ἡ Σερβική Ἐκκλησία; Τί ἔχει ἀλλάξει στον Παπισμό καί στόν Προτεσταντισμό;

Ἡ Σερβική Ἐκκλησία, δυστυχῶς, κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ἔχει ἐγκαταλείψει, τά τελευταῖα χρόνια, την πατερική γραμμή τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου, μέχρι σημείου νά διερωτᾶται κανείς τί νόημα ἔχει ἡ τιμή του ὡς Ἁγίου, ὅταν δέν ἀκολου θεῖται ἡ διδασκαλία του καί τό παράδειγμά του, ἀφοῦ ὅλοι γνωρίζου με καί διακηρύσσουμε ὅτι «τιμή Ἁγίου, μίμησις Ἁγίου». Αὐτό βέβαια ἰσχύει και γιά τίς ἡγεσίες τῶν ἄλλων ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες τιμοῦν μεγάλους ἀντιπαπικούς Ἁγίους, ὅπως τόν Μ. Φώτιο, τόν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, τόν Ἅ γιο Μᾶρκο Εὐγενικό, τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, τον Ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορείτη κ.ἄ., δεν ἀκολουθοῦν ὅμως τήν διδασκαλία τους. Ἔχει δίκαιο ὁ ἐπίσκοπος Μπάτσκας Εἰρηναῖος (Μπούλοβιτς) ὅταν προλογίζοντας τήν «Γνωμάτευση» τοῦ Ἁγ. Ἰουστίνου ἐκτιμᾶ ὅτι τῶν συμπροσευχῶν «ὑπόβαθρο ἀποτελεῖ ἡ δυτική ἐκκλησιολογία μετά τῆς ἐξ αὐτῆς προκυπτούσης θεωρίας περί τῶν “κλάδων”, ἤτοι περί “διαιρέσεως” τῆς Ἐκκλησίας, μετά τοῦ δογμα τικοῦ minimum καί τῶν δογματικῶν ὑποχωρήσεων μεταξύ Ρώμης καί Γενεύης», καί ὅτι «ταῦ τα πάντα εἶναι ἀπαράδεκτα διά τόν π. Ἰουστῖνον, ὡς καί διά πάντα ὀρθόδοξον». Ἄλλαξε ὅμως τώρα ἡ δυτική ἐκκλησιολογία καί ὁ δογματικός μινιμαλισμός τῆς Ρώμης καί τῆς Γενεύης δηλαδή τοῦ Παπισμοῦ και τοῦ προτεσταντικοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», καί δεν τό πληροφορηθήκαμε; Ἔπαυσαν νά ἔχουν δίκαιο οἱ ὀνομασθέντες Ἅγιοι Πατέρες, ὁ μεγάλος Ἅγιος Σάββας τῶν Σέρβων, οἱ νέοι Ἅγιοι Νικόλαος Ἀχρίδος καί Ἰουστῖνος, πού χαρακτηρίζουν τόν Παπισμό ὡς αἵρεση; Τί συνέβη καί τί ἄλλαξε, ὥστε τά πρώην ἀπαράδεκτα διά πάντα ὀρθόδοξον, τώρα νά εἶναι παραδεκτά; Τό 1997 μετά ἀπό ἐμβριθές καί πατερικώτατο Ὑπόμνημα πού ὑπέβαλε στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας ὁ ἐπίσκοπος Ράσκας καί Πριζρένης Ἀρτέμιος, ἡ Σύνοδος ἀποφάσισε, εὐθυγραμμιζόμενη μέ τήν γραμμή τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου καί μέ τίς διαπιστώσεις καί προτάσεις τοῦ μόνου, ὅπως ἀποδεικνύεται, γνησίου και πιστοῦ μαθητοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου ἐπισκόπου Ἀρτεμίου, νά ἀποχωρήσει ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ἀπό τό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν[5]. Αὐτό ζητοῦσε καί αὐτό θέλει καί τώρα «σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις» ἀπό τόν οὐρανό ὁ Ἅγιος Ἰου στῖνος. Καί ὄχι μόνο δέν πραγματοποιήθηκε αὐτή ἡ προτροπή τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου ἀλλά τώρα ἀπορρίπτεται στόν κάλαθο τῶν ἀχρήστων καί ἡ γνώμη του γιά ἀποφυγή τῶν συμπροσευχῶν. Τώρα, ὅπως πληροφορούμαστε, δέν κυριαρχεῖ στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Βελιγραδίου ἡ δογματική διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου, ἀφοῦ δέν διδάσκεται κἄν τό σύγγραμμά του «Ὀρθόδοξος Δογματική», ἀλλά ἡ θεολογική διδασκαλία καί ἡ «Δογματική» τοῦ μεγαλυτέρου οἰκουμενιστοῦ θεολόγου τῶν καιρῶν μας μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου (Ζηζιούλα), ὁ ὁποῖος μεταξύ τῶν Σέρβων ἱεραρχῶν καί θεολόγων ἔχει πολλούς θαυμαστάς. Τώρα πλέον εἶναι γεμᾶτες οἱ σελίδες τῶν εἰδήσεων στό Διαδίκτυο ἀπό τίς συμπροσευχές τοῦ νέου οἰκουμενιστοῦ Πατριάρχου τῶν Σέρβων Εἰρηναίου καί τοῦ ἄλλοτε πιστοῦ μαθητοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου καί τώρα φιλοπαπικοῦ ἐπισκόπου Μπάτσκας, Εἰρηναίου (Μπούλοβιτς) καί ἄλλων ἐπισκόπων. Ὁ φιλοπαπισμός καί ὁ Οἰκουμενισμός τοῦ νέου πατριάρχου τῶν Σέρβων ἁμιλλᾶται τήν ἀνάλογη στάση γνωστῶν πατριαρχῶν καί προκαθημένων. Νομίζει ὁ Σέρβος πατριάρχης ὅτι θά ζημιωθοῦν οἱ ὀργανούμενες στήν σερβική Νύσσα, γενέτειρα τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, τό 2013 ἑορτές γιά τά 1700 χρόνια ἀπό τήν ἔκδοση τοῦ Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων, ἄν ἀπουσιάζει ὁ πάπας, γι᾽ αὐτό και πράττει τό πᾶν γιά νά ἐξασφαλίσει τήν παρουσία του. Ποῦ εἶσθε Ἅγιε Σάββα, Ἅγιε Νικόλαε ᾽Αχρίδος, Ἅγιε Ἰουστῖνε; Αὐτή εἶναι ἡ Ἁγιοσαββιτική κληρονομία σας; Ποῦ πῆγαν τώρα «τά ἀπαράδεκτα διά τόν π. Ἰουστῖνον καί διά πάντα ὀρθόδοξον» τοῦ ἐπισκόπου Μπάτσκας Εἰρηναίου; Θά καλοῦσε ὁ Μ. Ἀθανάσιος σέ παρόμοιες ἐκδηλώσεις τόν Ἄρειο; Ἐξ αἰτίας τῶν ἀγώνων του ἐναντίον τοῦ Ἀρείου, ἔχοντας κάποιες φορές ἐναντίον του πλῆθος αἱρετικῶν ἐπισκόπων, ἀκόμη καί τόν αὐτοκράτορα, πέρασε στην ἐξορία διωκόμενος δεκαέξη (16) ἔτη ἀπό τά 46 τῆς πατριαρχίας του.

γ) Στίς συμπροσευχές ἀθωώνονται ἡ αἵρεση καί ἡ ἀσέβεια στά μάτια τῶν πιστῶν

Πολύ διδακτικώτερη καί ἀφυπνιστική εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἁγίου Ἀλεξάνδρου, διαδόχου τοῦ Ἁγίου Μητροφάνους, ὁ ὁποῖος πιεζόμενος ἀπό τόν Μ. Κωνσταντῖνο, τον ὁποῖο ὑποκριτικά ἔπεισε ὁ Ἄρειος πώς εἶχε ἀποκηρύξει τίς πλάνες του, νά δεχθεῖ σέ κοινωνία τόν αἱρεσιάρχη καί νά συλλειτουργήσει μαζί του, προσευχήθηκε τήν προηγουμένη ἡμέρα θερμά στόν Θεό νά τον λυτρώσει ἀπό τήν βλάσφημη αὐτή ἐνέργεια, μέ τό νά τερματίσει την ζωή ἤ τήν δική του ἤ τοῦ Ἀρείου:

«Παρεκάλει δέ δύο ταῦτα, λέγων· Εἰ Ἄρειος αὔριον συνάγεται, ἀπόλυσον ἐμέ τόν δοῦ λόν σου, καί μη συν απολέσῃς εὐσεβῆ μετά ἀσεβοῦς· εἰ δέ φείδῃ τῆς Ἐκκλησίας σου, οἶδα δέ ὅτι φεί δῃ, ἔπιδε ἐπί τά ρήματα τῶν περί Εὐσέβιον, καί μη δῷς εἰς ἀφανισμόν καί ὄνειδος την κληρονομίαν σου· καί ἆρον Ἄρειον, ἵνα μή εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς την Ἐκκλησίαν, δόξῃ καί ἡ αἵρεσις συνεισέρχεσθαι αὐτῷ, καί λοιπόν ἡ ἀσέβεια ὡς εὐσέβεια νομισθῇ».

Αὐτά, μαζί καί μέ ἄλλους ἱστορικούς, τά διασώζει αὐθεντικά καί ἀξιόπιστα ὁ στῦλος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος μᾶς διηγεῖται στή συνέχεια, τό οἰκτρό τέλος τοῦ Ἀρείου, ὡς ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στίς προσευχές τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου: «Καί γέγονέ τι θαυμαστόν καί παράδοξον· τῶν γάρ περί Εὐσέβιον ἀπειλησάντων, ὁ μέν ἐπίσκοπος ηὔ ξατο, ὁ δέ Ἄρειος ἐθάρρει τοῖς περί Εὐσέβιον, πολλά τε φλυαρῶν, εἰσῆλθεν εἰς καθέδρας, ὡς διά χρείαν τῆς γαστρός, και ἐξαίφνης, κατά τό γεγραμμένον, πρηνής γενόμενος ἐλάκησε μέσος καί πεσών εὐθύς ἀπέψυξεν, ἀμφοτέρων τε, τῆς τε κοινωνίας καί τοῦ ζῆν, εὐθύς ἐστερήθη»[6].

Πέραν τοῦ θαυμαστοῦ πράγματι γεγονότος τῆς ἀνταποκρίσεως τοῦ Θεοῦ στήν προσευχή τοῦ πατριάρχου Ἁγίου Ἀλεξάνδρου, πού ἦταν πράγματι «Οὐρανοῦ κρίσις», ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Πάριος σέ παρόμοιο θαῦμα πού ἔκανε ὁ Ἅγιος Σπυρίδων στήν Κέρκυρα ἐναντίον τῶν Παπικῶν, καί τό ὁποῖο φαίνεται ὅτι ξεχνᾶ ἡ σημερινή οἰκουμενίζουσα καί παπίζουσα ἐκκλησιαστική ἡγεσία, καί ἡ τοπική καί ἡ καθόλου, εἶναι πολύ σημαντικός ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον ζητοῦσε ὁ πατριάρχης Ἀλέξανδρος να ἐμποδισθεῖ ἡ συμπροσευχή, το συλλείτουργο μέ τόν αἱρετικό Ἄρειο, λόγος πού ἰσχύει πολύ περισσότερο σήμερα καί καθιστᾶ ἀναπολογήτους τούς συμπροσευχομένους “Ὀρθοδόξους” κληρικούς και λαϊκούς ὄχι μόνο μέ τούς αἱρετικούς Παπικούς, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες, ἀλλά καί μέ τούς ἀλλοθρήσκους Μουσουλμάνους, Βουδδιστάς, Ἰνδουϊστάς, Παγανιστάς κ.ἄ. Ὁ λόγος εἶναι ἐν πρώτοις ὅτι ἡ ἀνίερη αὐτή συμπροσευχή ὁδηγεῖ σέ ἀπώλεια τούς συμπροσευχομένους “᾽Ορθοδόξους” μετά τῶν οὕτως ἤ ἄλλως καταδικασμένων αἱρετικῶν· «καί μή συναπολέσης εὐσεβῆ μετά ἀσεβοῦς». Ἐξ ἴσου ὅμως σημαντικό εἶναι καί το ὅτι οἱ συμπροσευχές καί τά συλλείτουργα δημιουργοῦν στό Ὀρθόδοξο πλήρωμα ἄμβλυνση τῶν ὀρθοδόξων κριτηρίων, σύγχυση ὡς πρός τήν αἵρεση, τήν ὁποία βλέπουν παραδόξως νά συνεισέρχεται μαζί μέ τήν Ὀρθοδοξία στούς ναούς, καί ἔτσι ἀθωώνεται καί θριαμβεύει ἡ ἀσέβεια: «Ἵνα μή, εἰσελθόντος αὐτοῦ (=τοῦ αἱρετικοῦ) εἰς τήν Ἐκκλησίαν, δόξῃ καί ἡ αἵρεσις συνεισέρχεσθαι αὐτῷ, καί λοιπόν ἡ ἀσέβεια ὡς εὐσέβεια νομισθῇ». Τώρα, δυστυχῶς, ἀντί ἡ παρουσία τοῦ παναιρετικοῦ πάπα νά εἶναι βδελυκτή καί ἀνεπιθύμητη, γίνεται δεκτός θριαμβευτικά μετά φανῶν καί λαμπάδων, μετά θυμιαμάτων, ὕμνων καί ἀσπασμῶν, μέ τούς διαδόχους τοῦ Ἁγίου ᾽Αλεξάνδρου να δίδουν τό κακό παράδειγμα στην Κωνσταντινούπολη καί μέ τήν δεινή σωτηριολογική συνέπεια νά συνεισέρχεται στούς ναούς ἡ αἵρεση καί νά θεωρεῖται ἡ ἀσέβεια ὡς εὐσέβεια. Ὁ πατριάρχης τῆς Σερβίας, ἀντί νά προσπαθεῖ νά φέρει τόν πάπα στή Νύσσα τό 2013, ἔπρεπε νά κάνει τό πᾶν καί νά προσεύχεται ἀκόμη, ὥστε νά ἀποφευχθεῖ κάτι τέτοιο, ὥστε, μαζί μέ τόν πάπα, νά μή ἔλθει καί ὁ Παπισμός στην πολύπαθη καί μαρτυρική Σερβία «καί λοιπόν ἡ ἀσέβεια ὡς εὐσέβεια νομισθῇ».

Οἱ φιλοπαπικές καί οἰκουμενιστικές αὐτές ἐξελίξεις στήν Σερβία ἀποτελοῦν δι καίωση ὁλοφάνερη τοῦ ὁμολογητοῦ ἐπισκόπου Ράσκας Ἀρτεμίου, ὁ ὁποῖος ἀποδεικνύεται ἐν τοῖς πράγμασι ὁ μόνος γνήσιος μαθητής τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου, διότι, ἐνῶ οἱ ἄλλοι τρεῖς γνωστοί ἱεράρχαι καί καθηγηταί πρωτοστατοῦν σέ φιλοπαπικές και οἰκουμενιστικές ἐκδηλώσεις, σε συμπροσευχές καί συνέδρια, ἀθετώντας τό «σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις», τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου καί υἱοθετώντας τό «σύν πᾶσι τοῖς αἱ ρετικοῖς και ἀσεβέσι», ὁ μόνος ἀκλινῶς ἀκολουθῶν τήν ὀρθόδοξη πατερική γραμμή καί τήν παράδοση τήν ἀντιπαπική τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ ἐπίσκοπος Ἀρτέμιος. Γι᾽ αὐτό καί βρίσκεται τώρα ἀντικανονικά καθηρημένος καί ἐξόριστος, ὅπως ὁ Μέγας Ἀθανάσιος καί ἄλλοι ὁμολογηταί Ἅγιοι. Εἴχαμε γράψει παλαιότερα ὅτι ὁ ὅσιος Γέρων Παΐσιος διορατικῶς εἶχε καταλήξει στήν ἴδια διαπίστωση γιά τους τρεῖς Σέρβους ἱεράρχας-καθηγητάς, καί συνιστοῦσε προσοχή ἀπέναντί τους, ὅπως μᾶς εἶχε μεταφέρει αὐτήκοος μάρτυς τῶν λεχθέντων του. Αὐτό ἐπιβεβαιώνεται τώρα μέ γραπτή μαρτυρία τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, ὁ ὁποῖος στο γνωστό βιβλίο τοῦ Ν. Ζουρνατζόγλου, «Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης (1924-1994). Μαρτυρίες, προσκυνητῶν» σέ καινούργια ἔκδοση τοῦ 2012 (σελ. 55) γράφει: «Σέ μιά ἐπίσκεψη στόν Γέροντα, ὅταν ἡ κουβέντα ἦρθε στήν Σερβία καί στούς γνωστούς μας Σέρβους Θεολόγους, πού εἶχαν σπουδάσει στήν Ἑλλάδα, κάποιος ἀνέφερε ἕνα ὄνομα. Καί τότε ὁ Γέροντας εἶπε κάτι ἀνατριχιαστικό γιά ἐμᾶς τούς ἀνυποψίαστους: “Αὐτός, πού λές, εἶναι φίδι κολοβό!”. Τότε ἀπορήσαμε ὅλοι· τώρα πιά ὅμως, μέ τις ἐξελίξεις στήν σερβική Ἐκκλησία, ἀναγνωρίζουμε τήν σημασία και τήν ἀλήθεια τῶν λόγων του»[7].

δ) Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δεν συμπροσεύχεται ἐπισήμως

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος χαρακτηριζόμενη ἀπό τούς Οἰκουμενιστάς ὡς μαῦρο πρόβατο μέχρι τῆς ἐποχῆς τοῦ ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, λόγω τῆς παραδοσιακῆς συντηρητικῆς γραμμῆς της, καί μύρια βέλη δεχόμενη γι᾽ αὐτό, ἄρχισε ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου νά διολισθαίνει προς τόν φιλοπαπισμό καί τόν Οἰκουμενισμό, πρᾶγμα πού συνεχίζεται κρυφίως μέ ἐντονώτερο ρυθμό ἐπί τοῦ νῦν ἀρχιεπισκόπου, ὁ ὁποῖος στελεχώνει πλέον τά συνοδικά ὄργανα καί τίς ἐπιτελικές θέσεις τῆς Ἐκκλησίας μέ οἰκουμενιστάς κληρικούς καί θεολόγους. Οἱ βάλλοντες προηγουμένως μέ φαρμακερά βέλη ἐναντίον τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, λαϊκοί κυρίως θεολόγοι, τοῦ οἰκουμενιστικοῦ καί μεταπατερικοῦ κλίματος, ἔχουν ἁλώσει τώρα τά πάντα καί, «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», διατυπώνουν ἀντορθόδοξες θέσεις καί ἀπό τόν Ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Ἐκκλησίας καί σέ ἔντυπα τῆς Ἐκκλησίας («Θεολογία»,«Ἐκκλησία», «Ἐφημέριος») ἀλλά καί ὡς θεολογικοί σύμβουλοι στις διάφορες ἐπιτροπές καί ἐκπρόσωποι σέ διαχριστιανικές καί διαθρησκειακές συναντήσεις. Παρ᾽ ὅλα αὐτά, ἐπειδή μεταξύ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, ὑπάρχει ἰσχυρό ἀντιπαπικό καί ἀντιοικουμενιστικό κίνημα, τό ἰσχυρότερο μεταξύ ὅλων τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, διστάζουν οἱ τά πρῶτα φέροντες να συμμετάσχουν ἐπίσημα σέ συμπροσευχές σέ ὑψηλό καί συνοδικό ἐπίπεδο, μολονότι ἴσως καί νά τό ἐπιθυμοῦσαν. Ἀπό τό σύνολο τῶν ὀγδόντα καί πλέον ἐπισκόπων ἐλάχιστοι, μετρούμενοι εἰς τά δάκτυλα τῆς μιᾶς χειρός ἤ καί λιγώτεροι (Σύρου καί Τήνου Δωρόθεος, Δημητριάδος Ἰγνάτιος, Μεσσηνίας Χρυσόστομος, Κερκύρας Νεκτάριος) συμπροσεύχονται μέ ἑτεροδόξους. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστική ἡ δήλωση τοῦ μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Ἀνθίμου, ὁ ὁποῖος ἐρωτηθείς γιατί στήν ἑβδομάδα συμπροσευχῶν, πού γίνεται καί στήν Θεσσαλονίκη κάθε χρόνο, τό τελευταῖο δεκαήμερο τοῦ Ἰανουαρίου, δεν συμμετέχουν κληρικοί, ἀπήντησε ὅτι δέν εἶναι στήν τάξη τῆς Ἐκκλησίας οἱ συμπροσευχές μέ ἑτεροδόξους, πολύ περισσό τερο μέ ἑτεροθρήσκους. Ὑπάρχει ἄλλωστε και συνοδική ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατά τήν συνεδρία τῆς 4-9.2.1999, ἡ ὁποία ἐπανέλαβε τις ἀρχές τῆς συμμετοχῆς τῆς Ἐκκλησίας στήν Οἰκουμενική Κίνηση σημειώνοντας ὅτι «δέν συμμετέχει σε συμπροσευχές κατά τήν ἐπιταγή τῶν Ἱ. Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας»8. Ἔτσι ἡ γνωμάτευση τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου, ἡ ὁποία βάσει τῶν κανόνων, ἀπαγορεύει τήν συμμετοχή τῶν Ὀρθοδόξων σέ συμπροσευχές τηρεῖται πρός τό παρόν ἀπό την Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ἀθετεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία τήν προκάλεσε και τήν τηροῦσε μέχρι σήμερα, ἐνῶ τώρα, πρωτοστατούντων τῶν γνωστῶν τριῶν ἱεραρχῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου, τήν παραβαίνει, διευκολύνουσα τήν σύγχυση μεταξύ εὐσεβείας καί ἀσεβείας, Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως.

Μέ ὅσες ἑρμηνευτικές παραδοξολογίες καί ἄν ἐπιχειροῦν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι καί Πατριαρχικά Ἱδρύματα νά δικαιολογήσουν τήν πρακτική τοῦ Φαναρίου καί ἄλλων ἐκκλησιῶν ὑπέρ τῶν συμπροσευχῶν, δέν θά κατορθώσουν τίποτε, διότι προσκρούουν στήν Ἁγιοπνευματική καί ἀλάθητη ἀπόφαση καί ἀπόφανση τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς ἡ ὁ ποία ὁρίζει ὅτι «Ἐπίσκοπος ἤ πρεσβύτερος ἤ διάκονος αἱρετικοῖς συνευξάμενος, μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δέ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω»[9] καί ὅτι «Οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς συντύχεσθαι»[10]. Θά συνιστούσαμε μάλιστα στον μητροπολίτη Προύσσης Ἐλπιδοφόρο (Λαμπρυνιάδη), ἀναπληρωτή καθηγητή τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος διανέμει στούς φοιτητάς τό βιβλίο τριῶν καθηγητῶν[11]  ὑπέρ τῶν συμπροσευχῶν νά διανείμει καί τό πολύ καλύτερο βιβλίο τοῦ π. Ἀναστασίου Γκοτσοπούλου κατά τῶν συμπροσευχῶν[12], τό ὁποῖο μέ συντριπτική ἐπιχειρηματολογία καταρρίπτει ὅλα τά ἐπιχειρήματα τῶν τριῶν πανεπιστημιακῶν, τά ὁποῖα εἶχαν παραθέσει σέ προηγούμενα δημοσιεύματά τους. Ἐκτιμοῦμε ὅτι εἶναι τόσο ἀκαταμάχητα ὅσα παραθέτει ὁ π. Ἀναστάσιος κατά τῶν συμπροσευχῶν, πού καθιστοῦν τό βιβλίο του τό πιό ἀντικειμενικό καί ὁλοκληρωμένο σύγγραμμα περί τῶν συμπροσευχῶν. Τόσο πολύ ἀνησύχησε τούς Οἰκουμενιστάς ἡ δύναμή του, ὥστε ἐπεστράτευσαν ἀκαδημαϊκούς δασκάλους ἀπέναντί του, οἱ ὁποῖοι ὅμως, εὐτυχῶς, δέν εἶναι οὔτε πειστικοί οὔτε ἀντικειμενικοί. Εἶναι δέ τόση ἡ φοβία πρό τοῦ βιβλίου ἑνός ἁπλοῦ πρεσβυτέρου – θεολόγου, ὥστε γιά νά μή γίνει περαιτέρω γνωστό, ἀλλά ἴσως καί για λόγους ἀκαδημαϊκῆς ἀξιοπρεπείας καί ἐπιστημονικοῦ ἐγωϊσμοῦ, οὐδεμία ἀναφορά γίνεται στό βιβλίο, ἐνῶ τῶν τριῶν ἡ ἔκδοση εἶναι μεταγενέστερη. Τί νά κάνουμε ὅμως; Στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας κατά τον Ἀπόστολο Παῦλο «τά μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός ἵνα τους σοφούς καταισχύνῃ, καί τά ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τά ἰσχυρά»[13].

______________________________

Ὑποσημειώσεις:

    1. Πρόκειται περί τῶν δεκατριῶν Ὁσιομαρτύρων Ὁμολογητῶν τῆς Ἱ. Μονῆς Παναγίας Καντάρας πού τους ὁδήγησαν στό Μαρτύριο οἱ Λατίνοι τῆς Κύπρου στίς 19 Μαΐου, τό 1231, τιμώμενοι γι᾽ αὐτό στίς 19 Μαΐου ἑκάστου ἔτους. Τό Ἅγιον Ὄρος ἑορτάζει τούς ἐπί τοῦ λατινόφρονος πατριάρχου Βέκκου μαρτυρήσαντας ὁσιομάρτυρες τῆς Ἱ. Μ. Ἰβήρων στίς 26 Μαΐου (13 μέ παλ. Ἡμερολόγιο), τούς ὁσιομάρτυρες τοῦ Πρωτάτου μετά τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ πρώτου στίς 17 Ἰουνίου (4 μέ παλ. Ἡμερολ.) καί τους ὁσιομάρτυρες τῆς Ἱ. Μ. Ζωγράφου στίς 23 Ὀκτωβρίου (10 μέ τό παλ.). Ἅπαντες οἱ Ἁγιορεῖτες ἐμαρτύρησαν τό 1274 ἀπό τούς Λατίνους.
    2. Περί τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος 1, 1, ἐν Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Συγγράμματα, τόμ. 1, σελ. 23-24: «Οὗτος τοίνυν ὁ νοητός και διά τοῦτο μᾶλλον ἐπάρατος ὄφις, το πρῶτον καί μέσον καί τελευταῖον κακόν, ὁ πονηρός καί τήν χαμερπῆ και γηΐνην πονηρίαν ἀεί σιτούμενος, ὁ τῆς πτέρνης, δηλαδή τῆς ἀπάτης, ἐπιτηρητής ἀκάματος, ὁ πρός πᾶσαν θεοστυγῆ δόξαν ποριμώτατος σοφι στής και ἀμηχάνως εὐμήχανος, μηδαμῶς ἐπιλελησμένος τῆς οἰκείας κακοτεχνίας, διά τῶν αὐτῷ πειθηνίων Λατίνων περί Θεοῦ καινάς εἰσφέρει φωνάς…».
    3. Ἰω. 8, 44.
    4. Ἐφημ. «Τό Βῆμα», 31-1-1993 στή στήλη «Γνώμη». Βλ. καί πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, «Στη Σερβία κτυποῦν τήν Ὀρθοδοξία», Θεοδρομία 1 (1999), τεῦχος 2, σελ. 115ἑ.
    5. Βλ. περισσότερα εἰς Ἐπισκόπου Ράσκας καί Πριζρένης ΑΡΤΕΜΙΟΥ, «Ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ἔναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», εἰς Οἰκουμενισμός. Γένεση-Προσδο κίες-Διαψεύσεις. Πρακτικά Διορθοδόξου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 20-24 Σεπτεμβρίου 2004, ἐκδ. «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2008, τόμ. Α/, σελ. 271 ἑ.
    6.Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Ἐπιστολή πρός Σεραπίωνα 3, PG 25, 688.
    7. Βλ. http://christianvivliografia.wordpress.com 2012 /09/20 τό –σερβικό κολοβό-φίδι.
    8. Βλ. π. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, «Οὐ δεῖ αἱρετικοῖς καί σχισματικοῖς συνεύχεσθαι». Προσεγγίζοντας τήν κανονική πράξη τῆς Ἐκκλησίας», Πάτρα 2008, σελ. 145. Βλ. καί β/ ἔκδοση ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, Ἡ Συμπροσευχή μέ αἱρετικούς. Προσεγγίζοντας τήν κανονική πράξη τῆς Ἐκκλησίας, Ἐκδόσεις «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 135- 136.
    9. Κανών ΜΕ/ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
    10.Κανών ΛΓ/ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ τοπικῆς συνόδου.
    11. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΚΟΥΤΕΡΗ, ΒΛΑΣΙΟΥΦΕΙΔΑ,Ἡ Συμπροσευχή μέ τούς ἑτεροδόξους κατά την Ὀρθόδοξη Θεολογική Παράδοση, Θεσσαλονίκη 2011, ἔκδ. Πατριαρχικοῦ Ἱδρύματος Πατερικῶν Μελετῶν.
    12. Βλ. ὑποσημ. 8.
    13. Ρωμ. 1, 27
    Ορθόδοξος Τύπος, 2/11/2012



Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς: Νύκτα, βαρειά νύκτα έχει καλύψει την Ευρώπη ΑΠΟ ΚΑΤΑΝΥΞΗ




                            

                        
Ο Ευρωπαίος άνθρωπος έπρεπε κατ’ ανάγκην να τρελλαθή εις το τέλος του πολιτισμού του· ο Θεοκτόνος ήτο αδύνατον να μην γίνη αυτοκτόνος

Ο άνθρωπος είναι μεγάλος μόνον δια του Θεού και εν’ τω Θεώ· τούτο είναι η θεμελιώδης αρχή του θεανθρωπίνου πολιτισμού.

Χωρίς τον Θεόν ο άνθρωπος δεν είναι παρά εβδομήκοντα κιλά αιμόφυρτου ύλης. Τι είναι ο άνθρωπος χωρίς τον Θεόν, αν όχι τάφος παραπλεύρως εις τον τάφον; Ο Ευρωπαίος άνθρωπος έχει καταδικάσει εις θάνατον τον Θεόν και την ψυχήν. Δεν κατεδίκασεν όμως ούτω και τον εαυτόν του εις θάνατον εκ του οποίου θανάτου δεν υπάρχει ανάστασις;

Κάμετε ειλικρινώς και αμερολήπτως τον απολογισμόν της Ευρωπαϊκής φιλοσοφίας, επιστήμης, πολιτικής, κουλτούρας, πολιτισμού, και θα ιδήτε ότι αυταί έχουν φονεύσει εις τον Ευρωπαίον άνθρωπον τον Θεόν και την αθανασίαν της ψυχής. Εάν όμως προσέξετε σοβαρώς εις την τραγικότητα της ανθρωπίνης ιστορίας οπωσδήποτε θα εννοήσετε, ότι η θεοκτονία πάντοτε καταλήγει εις την αυτοκτονίαν. Ενθυμείσθε τον Ιούδαν; Εκείνος πρώτος εφόνευεσε τον Θεόν και έπειτα εξώντοσε τον εαυτόν του. Τούτο είναι αδυσώπητος νόμος, ο οποίος κυριαρχεί εις την ιστορίαν του πλανήτου τούτου.

Το οικοδόμημα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, οικοδομηθέν χωρίς τον Χριστόν, κατ’ ανάγκη θα καταρρεύση και μάλιστα πολύ συντόμως, ως προεφήτευσεν ο οραματιστής Ντοστογιέφσκι και ο θλιμμένος Γκόγκολ προ εκατόν και πλέον ετών. Και ενώπιον των οφθαλμών μας πραγματοποιούνται αι προφητείαι των ορθοδόξων Σλάβων προφητών. Δέκα ολόκληρους αιώνας ανεγείρετο ο ευρωπαϊκός πύργος της Βαβέλ, και ημείς ηξιώθημεν του τραγικού οράματος: Ιδού, ανηγέρθη πελώριον μηδέν! Επήλθε γενική σύγχυσις. Άνθρωπος δεν εννοεί άνθρωπον, ψυχή δεν εννοεί ψυχή, έθνος δεν εννοεί έθνος. Ηγέρθη άνθρωπος εναντίον ανθρώπου, βασιλεία εναντίον βασιλείας, λαός εναντίον λαού, ακόμη και ήπειρος εναντίον ηπείρου.

Ο ευρωπαίος άνθρωπος έφθασεν εις τον μοιραίον ίλιγγον, ωδήγησε τον υπεράνθρωπον εις την κορυφήν του πύργου της Βαβέλ του θέλων να αποπερατώση με αυτόν το οικοδόμημα του, αλλ’ ο υπεράνθρωπος ετρελλάθη ακριβώς επί της κορυφής και εκρημνίσθη εκ’ του πύργου. Και πίσω του ο ίδιος ο πύργος κρημνίζεται και θρυμματίζεται δια των πολέμων και επαναστάσεων.

Ο Ευρωπαίος άνθρωπος έπρεπε κατ’ ανάγκην να τρελλαθή εις το τέλος του πολιτισμού του· ο Θεοκτόνος ήτο αδύνατον να μην γίνη αυτοκτόνος.

Νύκτα, βαρειά νύκτα έχει καλύψει την Ευρώπη. Κρημνίζονται τα είδωλα της Ευρώπης και δεν είναι πολύ μακράν η ημέρα, κατά την οποίαν δεν θα μείνη ούτε πέτρα επάνω εις την πέτραν από την κουλτούραν και τον πολιτισμό της Ευρώπης, δια των οποίων αυτή ανήγειρε πόλεις και κατέστρεψε ψυχάς, εθοποιεί τα κτίσματα και απέριπτε τον Κτίστην.

Από το βιβλίο: Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 161-162

Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς: Ἡ χριστοειδὴς καρδία τοῦ κόσμου

 




    Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς    
    Ορθόδοξη Πίστη και Ζωή    
    Κείμενα Ορθόδοξης Πνευματικότητας    
  


Καὶ δῶ σὲ μᾶς δουλεύουν σκληρὰ μὰ δουλεύουν δίχως προσευχή. Καὶ σὲ μᾶς ὑπάρχει σκέψη μὰ σκέψη δίχως προσευχή. Φαίνεται πῶς ὅλοι, συνειδητά καὶ ἀσυνείδητα, πασχίζουν νὰ ἀλλάξουν τὴν ἀπὸ Χριστοῦ δοσμένη οἰκονομία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, νὰ τὴν φτιάξουν κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωση δική τους. Στὴν θέση τῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ ν' ἀποτυπώσουν τὴν δική τους εἰκόνα, νὰ καταλάβουν τὸ μέρος τῆς εἱκόνος. Ὅλα αὐτὰ ὅμως, λίγο ἤ πολύ, ἀγγίζουν τὰ ὅρια τῆς ἀνταρσίας: ἀπέρριψαν τὸν ἀπὸ Χριστοῦ ὁρισμένο οἰκονόμο, τὴν προσευχή, ἀπὸ τὸν οἶκο τῆς προσευχῆς καὶ νευρικὰ εἰσήγαγαν τοὺς νομικούς καὶ συνταγματικούς καὶ τοὺς ἐπιστημο-φιλοσοφικοὺς οἰκονόμους, αὐτοὺς τοὺς στερημένους ἀπὸ χάρη καὶ προσευχή.

Εἶναι φοβερά καὶ ἀπελπιστικὰ πολλοί, πάμπολλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐξυμνοῦν (θεοποιοῦν) τὸ «πνεῦμα τῶν καιρῶν», τὸ ἐνθρονίζουν στὴν καθέδρα τῆς διανοίας τους, τὸ προσκυνοῦν ὡς βασιλέα καὶ Θεό τους, τοῦ προσφέρουν θυσίες νομίζοντας ὅτι προσφέρουν ὑπηρεσία στὸν Χριστό. Γι' αὐτοὺς δὲν εἶναι τὸ Αἰώνιο κριτήριο γιὰ τὸν χρόνο, ἀλλὰ ὁ χρόνος γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Δὲν νιώθουν πῶς ὁ χρόνος δίχως τὴν Αἰωνιότητα εἶναι τὸ πιὸ φρικιαστικὸ μεταφυσικὸ τέρας τὸ ὁποῖο σχεδιάζει κακοποιημένες φιγούρες τῆς ζωῆς παρμένες ἀπὸ τὸ φυσικὸ χῶρο, πλάθει τὴν ὕλη σὰν ἄλλο ζυμάρι καὶ τὴν καταβροχθίζει μὲ λαιμαργία. Καὶ ὁ Χριστός; Αὐτὸς ὁ περίεργος Χριστός; - Γιὰ τὴν χριστομάχο ὑψηλοφροσύνη δὲν εἶναι παρὰ μία τελειωμένη ἱστορία στὰ μεθυσμένα στόματα τῆς τραγωδίας ποὺ ἔχει μεθύσει τὸν πλανήτη.

Ὁ Χριστός, ἡ ἁπτή του παρουσία, τὸ θελκτικό του πρόσωπο, εἶναι γιὰ μένα ἡ ἀναγκαιότερη τῶν ἀναγκαιοτήτων. Ποθώντας συνεχῶς Ἐκεῖνον, πῶς νὰ μὴν ἀποκάμει ἡ ψυχή μου στὴν προσευχή; Μὰ μήπως μπορῶ νὰ Τόν προσεγγίσω καὶ ἀλλιῶς παρὰ μονάχα μὲ τὴν προσευχή; Ποιὸς εἶμαι ἐγὼ γιὰ νὰ φιλοσοφήσω, γιὰ νὰ φιλοσοφῶ περὶ Ἐκείνου δίχως προσευχή;

 

Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες


ΔΟΓΜΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ




Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι να παρουσιάσει τη στάση και διδασκαλία του Αγίου αρχιμανδρίτη Ιουστίνου Πόποβιτς περί της άρρηκτης σχέσεως μεταξύ δόγματος και πνευματικότητας στην ορθόδοξη θεολογία και άσκηση.
Ο Αββάς Ιουστίνος, ως ένας από τους μεγαλύτερους και πιο καρποφόρους ορθόδοξους θεολόγους του 20ού αιώνα, τόσο με τα συγγράμματά του, όσο και με την προσωπική ζωή του και αφοσίωση, ολοένα μαρτυρούσε ότι δεν υφίσταται αληθινή πνευματική ζωή με άλλο σκοπό εκτός της βαθύτατης πεποίθησης και πίστεως στα αιώνια θεία δόγματα και, συνεπώς, πως η τυφλή τήρηση των δογμάτων, χωρίς άσκηση, πνευματική και λειτουργική ζωή, αναμφισβήτητα είναι άκαρπη, άστοχη και μη σωτήρια.
Η εργασία αυτή, επίσης, σκοπεύει να υπομνήσει, μέσα από τον στοχασμό και την εμβάθυνση του Αββά Ιουστίνου, την άκρως σημαντική οντολογική αξία των ορθόδοξων δογμάτων για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, καθώς και τη μέγιστη σπουδαιότητα της πνευματικής, ασκητικής ζωής για την ορθή καί βιωματική γνώση των αιώνιων και σωτήριων αληθειών - δογμάτων.
Ασφαλώς, η παρούσα εργασία έχει αρκετές ατέλειες, αφενός μεν, εξαιτίας της αδυναμίας να περιγραφεί με την καλλιτεχνική, πανέμορφη και βαθύτατα θεολογική γλώσσα του Αββά Ιουστίνου, αφετέρου δε, της φτωχής πνευματικής ζωής και τρόπου έκφρασης του συντάκτη. Ωστόσο, η ίδια αποτολμά, αν και λίγο τραυλίζοντας, να παρουσιάσει τις ακλόνητες αγιοπατερικές στάσεις του Αββά Ιουστίνου, λόγω της μεγάλης αγάπης και σεβασμού του συντάκτη προς αυτόν.
[...]
(από τον πρόλογο του βιβλίου)
Συγγραφέας: Stojanovic, Aleksandar

Ορθοδοξία και Οικουμενισμός ~Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς


[ Η κάτωθι θεολογική γνωμοδότηση του Οσίου και θεοφόρου Πατρός Ιουστίνου (Πόποβιτς) προκλήθηκε κατόπιν αιτήματος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Σερβίας για το αν μπορεί να συμμετάσχει η Ορθόδοξη Εκκλησία σε «οικουμενικές ακολουθίες» που διοργάνωναν ρωμαιοκαθολικοί της Γιουγκοσλαβίας στα πλαίσια της «εβδομάδος εν τη ενότητι».

Έχει δημοσιευθεί με εισαγωγικό σημείωμα του τότε ιερομονάχου Ειρηναίου Μπούλοβιτς στο περιοδικό Κοινωνία τα 18 (1975), σ. 95- 101, σε μετάφραση από τα σερβικά της Μαρίνας Σκλήρη. ] – π. Αναστάσιος Γκοτσόπουλος

 

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ»

ΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΙΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

Αρχιμανδρίτου Ιουστίνου Πόποβιτς

Πανιερώτατοι Πατέρες,

Την στάσιν της έναντι των αιρετικών – και αιρετικοί είναι όλοι οι μη Ορθόδοξοι – η Εκκλησία του Χριστού έχει καθορίσει άπαξ δια παντός, δια των Αγίων Αποστόλων και των αγίων Πατέρων, δηλαδή δια της αγίας Θεανθρωπίνης Παραδόσεως, της μοναδικής και αναλλοιώτου.

Συμφώνως προς αυτήν την στάσιν, εις τους Ορθοδόξους είναι απηγορευμένη κάθε συμπροσευχή και κάθε λατρευτική επικοινωνία μετά αιρετικών. Διότι «τις μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ; η τις μερίς πιστώ μετά απίστου;» (Β΄ Κορινθ. 6, 14-15).

Ο 45ος κανών των Αγίων Αποστόλων ορίζει: ”Επίσκοπος η πρεσβύτερος…, αιρετικοίς συνευξάμενος μόνον, αφοριζέσθω· ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρείσθω”. Αυ­τός ο ι­ε­ρός Κα­νών των α­γί­ων Α­πο­στό­λων δεν προσ­δι­ο­ρί­ζει ποί­α α­κρι­βώς προ­σευ­χή η α­κο­λου­θί­α α­πα­γο­ρεύ­ε­ται, αλ­λά α­πα­γο­ρεύ­ει κά­θε κοι­νήν με­θ’ αι­ρε­τι­κών προ­σευ­χήν, έ­στω και την κα­τ’ ι­δί­αν (“συ­νευ­ξά­με­νος”­).

Εις δε τας οι­κου­με­νι­στι­κάς κοι­νάς προ­σευ­χάς μή­πως δεν γί­νων­ται και α­δρό­τε­ρα και ευ­ρύ­τε­ρα τού­των; Ο 32ος κα­νών της εν Λα­ο­δι­κεί­α Συ­νό­δου ο­ρί­ζει· «Ό­τι ου δεί αι­ρε­τι­κών ευ­λο­γί­ας λαμ­βά­νειν, αί­τι­νές ει­σιν α­λο­γί­αι μάλ­λον η ευ­λο­γί­αι». Μή­πως ό­μως δεν συμ­βαί­νει εις τας κοι­νάς οι­κου­με­νι­στι­κάς συ­ναν­τή­σεις και συμ­προ­σευ­χάς να ευ­λο­γούν αι­ρε­τι­κοί ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κοί ε­πί­σκο­ποι και ι­ε­ρείς, προ­τε­στάν­ται πά­στο­ρες, α­κό­μη δε και γυ­ναίκ­ες; (­!­).

Αυ­τοί και ό­λοι οι άλ­λοι σχε­τι­κοί κα­νό­νες των α­γί­ων Α­πο­στό­λων και των α­γί­ων Πα­τέ­ρων ί­σχυ­ον ό­χι μό­νον κα­τά την πα­λαι­άν ε­πο­χήν…

Αλ­λά ε­ξα­κο­λου­θούν να εί­ναι εν α­πο­λύ­τω ι­σχύ­ϊ και σή­με­ρον, δι’ ό­λους η­μάς τους συγ­χρό­νους ορ­θο­δό­ξους Χρι­στι­α­νούς.

Ισχύουν αναμφιβόλως και δια την θέσιν μας έναντι των ρωμαιοκαθολικών και προτεσταντών. Διότι ο μεν ρωμαιοκαθολικισμός είναι πολλαπλή αίρεσις, περί δε του προτεσταντισμού τι να είπωμεν; Καλλίτερον να μη ομιλώμεν.

Ήδη ο Άγιος Σάββας εις την εποχήν του, επτάμισυ αιώνας πριν, δεν ωνόμαζεν άραγε τον ρωμαιοκαθολικισμόν «λατινικήν αίρεσιν»; Και πόσα από τότε νέα δόγματα δεν επενόησεν ο πάπας και «αλαθήτως» εδογμάτισε ! Δεν χωρεί αμφιβολία, ότι δια του δόγματος περί του αλαθήτου του πάπα, ο ρωμαιοκαθολικισμός κατέστη παναίρεσις.

Και η πολύ επαινουμένη Β΄ Βατικάνειος Σύνοδος ουδέν ήλλαξεν ούτε όσον αφορά εις την τερατώδη ταύτην αίρεσιν, αλλά, τουναντίον, επεκύρωσεν αυτήν.

Ένεκα τούτου, αν είμεθα Ορθόδοξοι και θέλωμεν να παραμείνωμεν Ορθόδοξοι, τότε οφείλομεν και ημείς να τηρήσωμεν την στάσιν του Αγίου Σάββα, του Αγίου Μάρκου Εφέσου, του Αγίου Κοσμά Αιτωλού, του Αγίου Ιωάννου Κροστάνδης και των λοιπών Αγίων Ομολογητών και Μαρτύρων και Νεομαρτύρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, έναντι των ρωμαιοκαθολικών και των προτεσταντών, εκ των οποίων ούτε οι μεν, ούτε οι δε, δεν πιστεύουν ορθοδόξως εις τα δύο βασικά δόγματα του Χριστιανισμού : εις την Αγίαν Τριάδα και εις την Εκκλησίαν.

 

Πανιερώτατε και Άγιοι Συνοδικοί Πατέρες,

Έως πότε θα εξευτελίζωμεν δουλικώς την Αγίαν μας Ορθόδοξον Αγιοπατερικήν και Αγιοσαββιτικήν Εκκλησίαν δια της οικτρώς και φρικωδώς αντιαγιοπαραδοσιακής στάσεώς μας έναντι του Οικουμενισμού και του λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλιου Εκκλησιών; Εντροπή καταλαμβάνει πάντα ειλικρινή Ορθόδοξον, ανατραφέντα υπό την καθοδήγησιν των Αγίων Πατέρων, όταν αναγιγνώσκη, ότι οι Ορθόδοξοι Σύνεδροι της 5ης Πανορθοδόξου Διασκέψεως της Γενεύης (8-16 Ιουνίου 1968) σχετικώς προς την συμμετοχήν των Ορθοδόξων εις το έργον του «Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών», έλαβον τότε την απόφασιν «όπως εκφρασθή η κοινή επίγνωσις της Ορθοδόξου Εκκλησίας ότι αύτη αποτελεί οργανικόν μέρος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών».

Αυτή η απόφασις είναι κατά την ανορθοδοξίαν και αντιορθοδοξίαν της αποκαλυπτικώς φρικαλέα. Ήτο άραγε απαραίτητον η Ορθόδοξος Εκκλησία, αυτό το πανάχραντον Θεανθρώπινον σώμα και οργανισμός του Θεανθρώπου Χριστού να ταπεινωθεί τόσον τερατωδώς, ώστε οι αντιπρόσωποί της θεολογοι, ακόμα δε και Ιεράρχαι, μεταξύ των οποίων και Σέρβοι, να επιζητούν την «οργανικήν» μετοχήν και συμπερίληψιν εις το Παγκόσμιον Συμβούλιον των Εκκλησιών…

Το οποίον, κατ’ αυτόν τον τρόπον γίνεται εις νέος εκκλησιαστικός «οργανισμός», μία «νέα Εκκλησία» υπεράνω των Εκκλησιών, της οποίας οι Ορθόδοξοι και μη Ορθόδοξοι εκκλησίαι αποτελούν μόνο «μέλη» («οργανικώς μεταξύ των συνδεδεμένα»!) ;

Αλοίμονον, ανήκουστος προδοσία !

Απορρίπτομεν την ορθόδοξον θεανθρωπίνην πίστιν, αυτόν τον οργανικόν δεσμόν μετά του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού και του παναχράντου Του Σώματος – της Ορθοδόξου Εκκλησίας των αγίων Αποστόλων και Πατέρων και Οικουμενικών Συνόδων – και θέλομεν να γίνωμεν «οργανικά μέλη» του αιρετικού, ουμανιστικού, ανθρωποπαγούς και ανθρωπολατρικού συλλόγου, ο οποίος αποτελείται από 263 αιρέσεις, η δε κάθε μία από αυτάς πνευματικός θάνατος !

Ως Ορθόδοξοι, είμεθα «μέλη Χριστού». «Άρα ουν τα μέλη του Χριστού, ποιήσω πόρνης μέλη; Μη γένοιτο!» (Α΄ Κορινθ. 6, 15). Και ημείς τούτο πράττομεν δια της «οργανικής» συνδέσεώς μας μετά του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, το οποίον ουδέν άλλο είναι ειμή αναβίωσις της αθέου ανθρωπολατρείας – ειδωλολατρείας.

Είναι πλέον έσχατος καιρός, Πανιερώτατοι Πατέρες, όπως η Ορθόδοξος Αγιοπατερική και Αγιοσαββίτικη Εκκλησία μας, η Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων, των αγίων Ομολογητών, Μαρτύρων και Νεομαρτύρων, παύση να αναμιγνύεται εκκλησιαστικώς, ιεραρχικώς και λατρευτικώς μετά του ούτω καλουμένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και όπως αρνηθεί δια παντός την οιανδήποτε συμμετοχήν εις τας κοινάς προσευχάς και την λατρείαν (η οποία λατρεία εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν είναι όλη οργανικώς συνδεδεμένη εις μίαν ολότητα και συγκεφαλαιούται εις την θείαν Ευχαριστίαν), και γενικώς την συμμετοχήν εις οιανδήποτε εκκλησιαστικήν πράξιν, η οποία ως τοιαύτη, φέρει εν εαυτή και εκφράζει τον μοναδικόν και ανεπανάληπτον χαρακτήρα της Μίας, Αγία, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, της πάντοτε Μιας και Μοναδικής.

Μη σμίγουσα εκκλησιαστικώς μετά των αιρετικών, είτε αν είναι αυτοί συγκεντρωμένοι πέριξ της Γενεύης, είτε πέριξ της Ρώμης, η Ορθόδοξος ημών Εκκλησία, κατά πάντα πιστή προς τους αγίους Αποστόλους και τους αγίους Πατέρας, δεν θα αρνηθή δια τούτο την Χριστιανικήν της αποστολήν και το ευαγγελικόν της χρέος: όπως ενώπιον του συγχρόνου κόσμου, όσον του μη ορθοδόξου, τόσον και του απίστου, ταπεινώς αλλά ευθαρσώς μαρτυρή περί της Αληθείας, της Παναληθείας, περί του ζώντος και αληθινού Θεανθρώπου και περί της πανσωστικής και παμμεταμορφωτικής δυνάμεως της Ορθοδοξίας.

Οδηγουμένη υπό του Χριστού η Εκκλησία μας, δια του αγιοπατερικού πνεύματος και χαρακτήρος των θεολόγων της, πάντοτε θα είναι «έτοιμη προς απολογίαν παντί τω αιτούντι ημάς λόγον περί της εν ημίν ελπίδος» (Α΄ Πέτρ. 3, 15).

Και η Ελπίς ημών νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων και εις όλην την αιωνιότητα είναι μία και μοναδική: Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός εν τω Θεανθρωπίνω του σώματι, η Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων. Οι Ορθόδοξοι θεολόγοι οφείλουν να συμμετέχουν όχι εις «οικουμενικάς κοινάς προσευχάς», αλλ’ εις θεολογικούς διαλόγους εν τη Αληθεία και περί της Αληθείας, όπως δια μέσου των αιώνων έπραττον οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας. Η Αλήθεια της Ορθοδοξίας και της Ορθοπιστίας είναι «μερίς» μόνον των σωζομένων» (πρβλ 7ος κανών Β΄ Οικουμ. Συνόδου).

Παναληθές είναι το Ευαγγέλιον του αγίου Αποστόλου: «σωτηρία εν αγιασμώ και πίστει αληθείας» (Β΄ Θες. 2,13). Η θεανθρωπίνη πίστις είναι η πίστις της Αληθείας.

Η Ουσία αυτής της πίστεως είναι η Αλήθεια, είναι η μόνη Παναλήθεια, δηλαδή ο Θεάνθρωπος Χριστός. Η δε θεανθρωπίνη αγάπη είναι «η αγάπη της Αληθείας»(Β΄Θες. 2,10). Η ουσία αυτής της αγάπης είναι η Παναλήθεια, δηλ. ο Θεάνθρωπος Χριστός.

Και αυτή η Πίστις και αυτή η Αγάπη είναι η καρδία και η συνείδησις της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Πάντα ταύτα διεφυλάχθησαν αλώβητα μόνον εν τη αγιοπατερική Ορθοδοξία, περί της οποίας οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί είναι κεκλημένοι να μαρτυρούν αφόβως ενώπιον της Δύσεως και της ψευδοπίστεώς της και της ψευδοαγάπης της.

**************

Ιερά Μονή Τσελιέ 13/26 Νοεμβρίου 1974 – Συνιστά εαυτόν ταις αγίαις αποστολικαίς προσευχαίς της Υμετέρας Πανιερότητος και των αγίων Πατέρων της Ιεράς Συνόδου Αρχιερέων, ο ανάξιος Αρχιμανδρίτης Ιουστίνος (Πόποβιτς)