Παρασκευή 17 Απριλίου 2020

Οι πιστοί χριστιανοί να μην φοβούνται- η χάρη του Θεού τους προστατεύει πάντα. Πρωτ. Αλεξάνδρου Σμέμαν




Οι πιστοί χριστιανοί να μην φοβούνται- η χάρη του Θεού τους προστατεύει πάντα. Γρηγορείτε και προσεύχεστε, τα πάντα θ” αποκαλυφθούν στους πιστούς, όταν έρθει η ώρα. Όσιος Νεκτάριος της Όπτινα.
Ιησούς Χριστός παρθενες_Jesus-Christ ten virgins_Господне Иисус-Христос Притча о десяти девах-Byzantine Orthodox Icon_4c47 ΠΑΡΘΕΝΕΣ 99
Τη αγία και μεγάλη Τρίτη, της των δέκα Παρθένων παραβολής, της εκ του ιερού Ευαγγελίου, μνείαν ποιούμεθα.
Στίχοι
Τρίτη μεγίστη Παρθένους δέκα φέρει,
Νίκην φερούσας ἀδεκάστου Δεσπότου.
Πρωτ. Αλεξάνδρου Σμέμαν
Μεγάλη Τρίτη: Στον Όρθρο διαβάζεται από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου (22, 15-23,39) η καταδίκη των Φαρισαίων. Τα πολλά «ουαί» για την τυφλή και υποκριτική θρησκεία αυτών oι οποίοι νομίζουν ότι είναι αρχηγοί των ανθρώπων και το φως του κόσμου, αλλά στην ουσία «κλείουν την Βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων…». Στην Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων συνεχίζεται η ανάγνωση από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου στα κεφάλαια 24 (36) 25 και 26 (2). Και εδώ πάλι γίνεται λόγος για τα Έσχατα, για το Τέλος. Γι’ αυτό μιλούν και οι παραβολές που χαρακτηρίζονται «παραβολές των Εσχάτων». Είναι η παραβολή των δέκα παρθένων. «Πέντε εξ αυτών ήσαν φρόνιμοι» και είχαν πάρει μαζί με τις λαμπάδες τους και αρκετό λάδι, «πέντε ήσαν μωραί», οι λαμπάδες τους έσβυσαν και δεν έγιναν δεκτές στο γαμήλιο δείπνο. Η άλλη παραβολή είναι των ταλάντων. Δεν χρησιμοποιούνται τα τάλαντα που έδωσε στον καθένα ο Κύριος.
«…Γρηγορείτε ούν, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδέ την ώραν εν η ο Υιός του άνθρωπου έρχεται». Και τέλος διαβάζουμε για την ημέρα της μέλλουσας κρίσης.
Από το βιβλίο: Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, Ἔκδ. Ακρίτας
***
Όσιος Νεκτάριος της Όπτινα (1853 – 1928)
Ο Όσιος Νεκτάριος δίδασκε στα πνευματικά του παιδιά την ταπείνωση και την υπομονή, περισσότερο από όλες τις αρετές. Για την κάθαρση της ψυχής του ανθρώπου δίδασκε πως επιτυγχάνεται με την προσευχή, όταν ικετεύεις τον Θεό λέγοντας «Πατέρα μου και Κύριε της ψυχής μου, ελέησόν με», ο Θεός καθαρίζει την ψυχή σου από την αμαρτία και την κάνει νύμφη Κυρίου και αδελφή του Λόγου. Πράγματι ο Όσιος δίδασκε σε όλους την προσευχή και ιδιαίτερα την ευχή του Ιησού. Μάλιστα, όταν πλησίαζε η σοβιετική λαίλαπα, τόνιζε στα πνευματικά του παιδιά: «σε αυτές τις έσχατες ημέρες είναι καιρός για προσευχή. Κατά την διάρκεια της εργασίας σας να λέτε συνεχώς την ευχή του Ιησού. Στην αρχή με τα χείλη, μετά με το νου και ύστερα θα εισχωρήσει μέσα στην καρδιά σας».
Κι επαναλάμβανε αρκετές φορές:
– Κρατηθείτε γερά στην Ορθοδοξία.
Ο στάρετς Νεκτάριος θεωρούσε την ταπείνωση ως την αρχή και το θεμέλιο της πνευματικής πορείας.
Πολλοί γνωρίζοντας το προφητικό του χάρισμα ρωτούσαν:
– Τι μας περιμένει;
Ιησούς Χριστός παρθενες_Jesus-Christ ten virgins_Господне Иисус-Христос Притча о десяти девах-Byzantine Orthodox Icon_4c47bdih4478– Μεγάλες κοινωνικές καταστροφές περιμένουν την ανθρωπότητα, απαντούσε. Τα τωρινά βάσανα μας μοιάζουν με τσιμπήματα εντόμων, συγκρινόμενα με τα βάσανα των εσχάτων χρόνων. Πολλοί το διαισθάνονται ενστικτωδώς, όπως τα μυρμήγκια την κακοκαιρία. Αλλά οι πιστοί χριστιανοί μπορούν να μην φοβούνται- η χάρη του Θεού τους προστατεύει πάντα. Στα τέλη θα συμβεί με τους πιστούς ότι έγινε με τους αποστόλους πριν από την κοίμηση της Θεοτόκου. Ο κάθε πιστός, οπού κι αν βρίσκεται, θα μεταφερθεί μ” ένα σύννεφο μέσα στην κιβωτό της Εκκλησίας. Μόνο αυτοί πού θα βρεθούν μέσα θα σωθούν. Η εποχή μας είναι παρόμοια με την εποχή του Νώε. Ο Κύριος επί έξι αιώνες προειδοποιούσε πώς θα γίνει κατακλυσμός, αλλά δεν τον πίστεψαν και δεν μετανόησαν μέσα στο αμέτρητο πλήθος των ανθρώπων βρέθηκε μόνο ένας δίκαιος και η οικογένεια του, ο Νώε, πού πίστεψε πώς θα έρθει ο κατακλυσμός και το έλεγε σε όλους, αλλά αυτοί δεν τον άκουγαν. Ακόμη κι οι εργάτες πού προσέλαβε για να κατασκευάσουν την κιβωτό, δεν πίστεψαν και γι” αυτό πήραν μόνο τον μισθό της δουλείας τους, αλλά δεν σώθηκαν χάθηκαν κι αυτοί στον κατακλυσμό. Εκείνη η εποχή είναι προμήνυμα της δικής μας. Η κιβωτός είναι η Εκκλησία. Μόνο όσοι είναι μέσα θα σωθούν.
Κάποτε η Νεκταρία Κοντσέβιτς τον ρώτησε για την συντέλεια του κόσμου… Ο στάρετς Νεκτάριος μίλησε αρκετά γι” αυτό το θέμα. Τέλος χαμογέλασε με νόημα και της είπε τα παρακάτω λόγια:
– Γιατί απευθύνεστε στην μικρόνοιά μου; (πάντα υποτιμούσε τον εαυτό του λέγοντας ότι είναι περιορισμένων νοητικών δυνατοτήτων). Ρώτησε τους μοναχούς της Όπτινα. Θα σου πουν όλα όσα είναι απαραίτητα για το θέμα αυτό.
Όταν τους επισκέφθηκα και τους ρώτησα, γράφει η ίδια, μου απάντησαν: «Υπάρχουν άνθρωποι πού ασχολούνται συνεχώς με την συντέλεια κι ολοένα ψάχνουν να βρουν σημεία για το τέλος του κόσμου. Δεν νοιάζονται όμως για τις ψυχές τους• τους ενδιαφέρει μόνο να κάνουν εντύπωση στους άλλους, να μεταδώσουν νέα πού θα προκαλέσουν αίσθηση. Αλλά δεν είναι ωφέλιμο στον άνθρωπο να γνωρίζει τον χρόνο της Δευτέρας Παρουσίας. Γρηγορείτε και προσεύχεστε, είπε ο Σωτήρας μας. Αυτό σημαίνει πώς δεν χρειάζεται να μαντεύουμε, αφού τα πάντα θ” αποκαλυφθούν στους πιστούς, όταν έρθει η ώρα• αλλά να γρηγορούμε και ν” αγρυπνούμε πνευματικά, δηλ. να είμαστε πάντα έτοιμοι».
Αλλ’ ω Νυμφίε Χριστέ, μετά των φρονίμων ημάς συναρίθμησον Παρθένων, και τη εκλεκτή σου σύνταξον ποίμνη, και ελέησον ημάς. ΑμήνΙησούς Χριστός_προσευχη_Jesus-Christ_Господне Иисус-Христос-Byzantine Orthodox Icon_ΙΔΟΥ-Ο-ΝΥΜΦΙΟΣ-ΜΠΟΚΟΣ-2012-1ΑΉχος πλ. δ’
Στιχ. α’. Εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμά μου προς σε, ο Θεός, διότι φως τα προστάγματά σου επί της γης. Αλληλούια.(τρις).
Στιχ. β’. Δικαιοσύνην μάθετε, οι ενοικούντες επί της γης. Αλληλούια.(τρις).
Στιχ. γ’. Ζήλος λήψεται λαόν απαίδευτον, και νυν πυρ τους υπεναντίους έδεται, Αλληλούια. (τρις).
Στιχ. δ’. Πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε, πρόσθες αυτοίς κακά, τοις ενδόξοις της γης. Αλληλούια. (τρις).
Ήχος πλ. δ’
Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ούν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της βασιλείας έξω κλεισθής, αλλά ανάνηψον κράζουσα. Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.
Ωδή β’
Ήχος πλ. δ’ «Ίδετε ίδετε, ότι εγώ ειμι Θεός,
Δέσποτα Κύριε, ο των αιώνων ποιητής, αξίωσον και ημάς, της ιεράς εκείνης τότε φωνής, ακούσαι καλούσης, τους εκλεκτούς του Πατρός, εις Βασιλείαν ουρανών.
Αινούμεν, ευλογούμεν, και προσκυνούμεν τον Κύριον
Καταβασία
«Τω δόγματι, τω τυραννικώ, οι όσιοι τρεις Παίδες μη πεισθέντες, εν τη καμίνω βληθέντες, Θεόν ωμολόγουν ψάλλοντες· Ευλογείτε τα έργα, Κυρίου τον Κύριον».
Ήχος δ’
Κατεπλάγη Ιωσήφ
Βουλευτήριον Σωτήρ, παρανομίας κατά σου, Ιερείς και Γραμματείς, φθόνω αθροίσαντες δεινώς, εις προδοσίαν εκίνησαν τον Ιούδαν· όθεν αναιδώς, εξεπορεύετο, ελάλει κατά σου, τοις παρανόμοις λαοίς. Τι μοι φησί παρέχετε, καγώ υμίν αυτόν παραδώσω εις χείρας υμών; Της κατακρίσεως τούτου ρύσαι, Κύριε τας ψυχάς ημών.
Ήχος γ’ Αυτόμελον, (Εκ γ’)
Τον νυμφώνά σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον, και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ, λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, Φωτοδότα, και σώσόν με.
Πρωινή προσευχή των Πατέρων της Όπτινα
ΚΥΡΙΕ, βοήθησέ με να αντιμετωπίσω με ψυχική γαλήνη όλα όσα θα μου φέρει η σημερινή ημέρα. Βοήθησέ με να παραδοθώ ολοκληρωτικά στο άγιο θέλημά Σου.
Στην κάθε ώρα αυτής της ημέρας φώτιζέ με και δυνάμωνέ με για το κάθε τι. Όποιες ειδήσεις κι αν λάβω σήμερα, δίδαξέ με να τις δεχθώ με ηρεμία και με την ακλονήτη πεποίθηση ότι τίποτε δεν συμβαίνει, χωρίς να το επιτρέψεις Εσύ.
Καθοδήγησε τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου σε όλα μου τα έργα και τα λόγια. Στις απρόοπτες περιστάσεις μη μ’ αφήσεις να ξεχάσω ότι όλα παραχωρούνται από Σένα.
Δίδαξέ με να συμπεριφέρομαι σε κάθε μέλος της οικογένειάς μου και σ’ όλους τους συνανθρώπους μου με εύθύτητα και σύνεση, ώστε να μη συγχύσω και στενοχωρήσω κανένα.
ΚΥΡΙΕ, δος μου τη δύναμη να υποφέρω τον κόπο και όλα τα γεγονότα της ημέρας αυτής, σε όλη τη διάρκειά της. Καθοδήγησε τη θέλησή μου και δίδαξέ με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και ν’ αγαπώ. Αμήν.
iconandlight.wordpress.com

Μεγάλη Πέμπτη – Το φιλί.


φιλί

«Μισών εφίλει, φιλών επώλει». Μ’ αυτή τη φράση η υμνολογία της Εκκλησίας μας περιγράφει τη στάση του Ιούδα απέναντι στο Χριστό. Μια φράση κοφτή, σύντομη, απλή, που κρύβει πόνο. Το μίσος, το φιλί, η αγοραπωλησία

Τρεις στάσεις που στην περίπτωση του Ιούδα συναρμόζονται, σε μια ακολουθία τραγωδίας για την ύπαρξη του μαθητή, αλλά και για πολλούς ανθρώπους που βρίσκονται στη θέση του και σήμερα! Το μίσος που εκφράζεται με φίλημα, μια τελείως παράδοξη και αντιφατική συμπεριφορά.
Το φιλί, η κορυφαία απόδειξη της αγάπης, ο τρόπος που κανείς δείχνει ό,τι τον συνδέει με κάποιον! Το μίσος, η κορυφαία απόδειξη της διαστροφής της αγάπης, του πληγωμένου εγωισμού του ανθρώπου, καρπός της αποτυχίας του ανθρώπου να αγαπήσει αληθινά και ενίοτε να τον αγαπήσουν!
Η αγοραπωλησία, ο υποβιβασμός των αισθημάτων σε επίπεδο συναλλαγής, ο άνθρωπος που πουλιέται για να ικανοποιηθεί το συμφέρον του ανθρώπου, τα τριάκοντα αργύρια που δείχνουν την δουλεία του ανθρώπου στο εγώ, στον κακό εαυτό του, στο ψεύτικο! Η σχέση του μαθητή με το διδάσκαλο, όχι σχέση διαφωνίας, αντίθεσης, άλλης άποψης, αλλά ισοπέδωσης και καταστροφής!
Αν ο Ιούδας έμενε στο μίσος για το Χριστό, θα ήταν μια στάση! Ο καθένας θα μπορούσε να την καταλάβει ως προερχόμενη από μια άλλη ματιά της ζωής. Ο Χριστός μιλά για την αγάπη, την προσφορά, τη θυσία, τη μετάνοια!
Ο Ιούδας ζει αυτό το κήρυγμα ως αφορμή για την ικανοποίηση της απληστίας και της φιλαργυρίας του, καθώς εξασφάλιζε το γλωσσόκομον, τα χρήματα που του χρειάζονταν για τον κορεσμό του πάθους του. Όμως, δεν μένει εκεί. Το μίσος του γι’ Αυτόν που ήξερε το πάθος του δεν περιορίστηκε στο αίσθημα.
Πούλησε και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας και αντί να φύγει από Εκείνον, με Τον οποίο δεν συμφωνούσε, προτίμησε να Τον καταστρέψει, να Τον πουλήσει, να Τον ανταλλάξει με ένα ασήμαντο ποσό!
Κι έρχεται το φίλημα! Ο αν-αίσθητος εκφράζεται με τον πιο ωραίο τρόπο απεικόνισης του αισθήματος! «Εταίρε, εφ’ ω πάρει», η απάντηση του Χριστού! Αυτή η σιωπηλή πίκρα για το κατάντημα ενός από τους δώδεκα αγαπητούς Του είναι από τις χαρακτηριστικότερες στιγμές του Πάθους! Αυτή η πονεμένη φράση, η αποδοχή του φιλήματος ως τελευταίας, έστω και ψεύτικης, απόδειξης ότι ο άνθρωπος, ακόμη και αυτός που η καρδιά του είναι κλειστή και τυφλωμένη, δεν παύει να είναι εικόνα Θεού, για την οποία ο Χριστός θυσιάστηκε! Αυτό το σιωπηλό δάκρυ του Χριστού γι’ αυτόν που έκλεισε οριστικά την πόρτα της σωτηρίας για τριάκοντα αργύρια, την μεγαλύτερη ψευδαίσθηση ευτυχίας!
Μοιάζουμε καμιά φορά οι άνθρωποι του σήμερα με τον Ιούδα! Ενώ μας έχει αποκαλυφθεί η αλήθεια και η αγάπη του Χριστού, την πουλάμε για τα αργύρια της καταξίωσης, της αποδοχής από τους Φαρισαίους του κόσμου τούτου, για να σβήσει από μέσα μας η φωνή της συνείδησης για την πορεία χωρίς Θεό! Και ενώ ζούμε χωρίς αισθήματα, θεωρούμε πολλές φορές ότι αγαπούμε ή εκφραζόμαστε μ’ εκείνα τα ψεύτικα φιλιά της ηδονής, της υποκρισίας, του δόλου!
Ο Ιησούς μας ατενίζει σιωπηλά! Εκείνη η ματιά του, καθώς περικυκλωμένος από τους εχθρούς Του ετοιμάζεται για την τελική Του πορεία, δείχνει ότι ακόμη και την ύστατη στιγμή, περιμένει από μας κάτι. Όχι την μεταμέλεια, αλλά την μετάνοια! Όχι το μίσος, αλλά την προσφορά! Όχι την ηδονή, αλλά την αγάπη! Όχι το ψεύτικο φίλημα, αλλά το δάκρυ της πόρνης, το μύρο της έμπρακτης επιστροφής, το φιλί της κοινωνίας μαζί Του! Όχι στο πρόσωπο, με την θρασεία παρρησία του ψεύτη, αλλά στα πόδια, με την ταπείνωση αυτού που αγαπά! Και η σιωπηλή Του πορεία προς το Γολγοθά, θα έχει την παρηγοριά, ότι δεν πέθανε η ελπίδα για μας, ότι έστω και την ύστατη στιγμή το συμφέρον θα μεταμορφωθεί σε στάλες αγάπης και ευγνωμοσύνης προς Αυτόν που μας σώζει! Με την κοινωνία του Σώματος και του Αίματός Του, όπως κοινώνησε ακόμη κι αυτός που κίβδηλα τον φίλησε! Μόνο που για μας η συμμετοχή στον κύκλο Του θα είναι για τη σωτηρία και όχι για την αυτοκαταστροφή!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός.
dogma.gr

Είμαστε με την ελπίδα ή με την απόγνωση, με τι;


Τις μέρες που έρχονται, δεν θα θυμηθούμε απλώς, αλλά θα παρασταθούμε στο Πάθος του Χριστού. Θα είμαστε μέρος του πλήθους που θα περικυκλώσει τον Χριστό, τους Μαθητές και την Θεοτόκο. Καθώς θα ακούμε τα αναγνώσματα, καθώς θα παρακολουθούμε τις Ευχές της Εκκλησίας, καθώς οι εικόνες του Πάθους θα διαδέχονται η μία την άλλη μπροστά στα μάτια μας, ας θέσουμε στον εαυτό μας το ερώτημα: «Μέσα σ’ αυτό το πλήθος, που βρίσκομαι εγώ, ποιος είμαι; Ένας Φαρισαίος; Ένας Γραμματέας; Ένας προδότης; Ένας δειλός; Ποιος; Ή μήπως στέκομαι ανάμεσα στους Αποστόλους;»…Μα και αυτούς τους κατέβαλε ο φόβος. Ο Πέτρος Τον αρνήθηκε τρεις φορές, ο Ιούδας Τον πρόδοσε, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης αποκοιμήθηκαν την ώρα ακριβώς που ο Χριστός είχε ανάγκη από την ανθρώπινη αγάπη και υποστήριξη, οι άλλοι μαθητές το ‘βαλαν στα πόδια, κανείς δεν έμεινε εκτός από τον Ιωάννη και την Θεοτόκο, εκείνους που ήταν δεμένοι μαζί Του μ’ εκείνο το είδος της αγάπης που δεν γνωρίζει κανένα φόβο και είναι έτοιμη να μοιραστεί οτιδήποτε.


Ας ρωτήσουμε για άλλη μια φορά τον εαυτό μας ποιοί είμαστε και ποια είναι η θέση μας μέσα σ’ αυτό το πλήθος. Είμαστε με την ελπίδα ή με την απόγνωση, με τι; Κι αν είμαστε με την αδιαφορία, τότε είμαστε κι εμείς μέρος του τρομακτικού πλήθους που περικύκλωνε τον Χριστό, που Τον ακολουθούσε και Τον άκουγε, αλλά μετά έφευγε, όπως θα φύγουμε κι εμείς από τον ναό.
Ο Εσταυρωμένος θα υψωθεί εδώ τη Μεγάλη Πέμπτη κι εμείς θα διαβάσουμε το Ευαγγέλιο για τον Σταυρό και τη Σταύρωση και τον θάνατο – και μετά τι; Ο Σταυρός θα συνεχίσει να στέκεται εδώ, αλλά εμείς θα πάμε να ξεκουραστούμε, θα πάμε σπίτι να φάμε, να κοιμηθούμε, να ετοιμαστούμε για τα έργα της επομένης. Την ίδια ώρα, ο Χριστός θα είναι στον Σταυρό, θΑ είναι στον τάφο. Πόσο φοβερό είναι να είμαστε ανήμποροι κι εμείς, όπως τότε οι μαθητές, να περάσουμε έστω μία μέρα, μία ώρα μαζί Του !
Ας το σκεφθούμε, κι αν δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε, τουλάχιστον ας αναγνωρίσουμε ποιοί είμαστε και που βρισκόμαστε, και την τελική ώρα ας στραφούμε προς Αυτόν με την κραυγή, την έκκληση του ληστή: «Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη Βασιλεία σου!».
από το βιβλίο: Στο φως της Κρίσης του Θεού (του Μητρ. Αντωνίου (Bloom) του Σουρόζ)

Μεγάλη Παρασκευή, η ζωή εν τάφω… H κορύφωση του Θείου Δράματος.


Η Μεγάλη Παρασκευή είναι ημέρα απόλυτου πένθους για όλη τη Χριστιανοσύνη, απόλυτης αργίας και νηστείας.

Είναι η ημέρα που γίνεται η κορύφωση του Θείου Δράματος, όπου κορυφώνονται τα Πάθη του Χριστού και γίνεται η σταύρωσή Του το ξημέρωμα τις ίδιας ημέρας.
Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής γίνεται ο στολισμός του Επιταφίου στις εκκλησίες. Αρχικά ψάλλονται οι Μεγάλες Ώρες, που περιέχουν ψαλμούς, τροπάρια, Αποστόλους, Ευαγγέλια και ευχές. Στη συνέχεια ψάλλεται ο Εσπερινός της Μεγάλης Παρασκευής και γίνεται η Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου. Ακολούθως, τοποθετείται στο Ιερό Κουβούκλιο ένα ύφασμα, πάνω στο οποίο έχει κεντηθεί ή ζωγραφιστεί ο Κύριος, νεκρός. Το ύφασμα αυτό λέγεται Επιτάφιος.
Το βράδυ της ίδιας ημέρας ψάλλεται ο όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και η υμνολογία είναι σχετική με την ταφή του Κυρίου από τους Ιωσήφ και Νικόδημο και την κάθοδο της ψυχής Του στα σκοτεινά βασίλεια του Άδη.
Κατά τη διάρκεια της ακολουθίας ψάλλονται σε τρεις στάσεις (μέρη) τα λεγόμενα Εγκώμια, μικρά τροπάρια πολύ αγαπητά στο λαό, αγνώστου ποιητή. Τα πιο γνωστά είναι «Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ», «Αἱ γενεαὶ πᾶσαι» και «Ὢ γλυκύ μου ἔαρ».
Στη συνέχεια γίνεται η περιφορά του Επιταφίου εκτός του ναού και στα όρια της ενορίας.

Εγκώμια
Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ, κατετέθης Χριστέ, καὶ Ἀγγέλων στρατιαὶ ἐξεπλήττοντο συγκατάβασιν δοξάζουσαι τὴν σήν.
Ἡ ζωὴ πῶς θνῄσκεις; πῶς καὶ τάφῳ οἰκεῖς; τοῦ θανάτου τὸ βασίλειον λύεις δέ, καὶ τοῦ ᾅδου τοὺς νεκροὺς ἐξανιστᾶς.
Μεγαλύνομέν σε, Ἰησοῦ Βασιλεῦ, καὶ τιμῶμεν τὴν Ταφὴν καὶ τὰ Πάθη σου, δι’ ὧν ἔσωσας ἡμᾶς ἐκ τῆς φθορᾶς.
Ἄξιον ἐστι, μεγαλύνειν σε τὸν Ζωοδότην, τὸν ἐν τῷ Σταυρῷ τὰς χεῖρας ἐκτείναντα, καὶ συντρίψαντα τὸ κράτος τοῦ ἐχθροῦ.
Ἄξιον ἐστι, μεγαλύνειν σε τὸν πάντων Κτίστην· τοῖς σοῖς γὰρ παθήμασιν ἔχομεν, τὴν ἀπάθειαν ῥυσθέντες τῆς φθορᾶς.
Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, ὕμνον τῇ Ταφῇ σου, προσφέρουσι Χριστέ μου.
Καθελὼν τοῦ ξύλου, ὁ Ἀριμαθαίας, ἐν ταφῶ σε κηδεύει.
Μυροφόροι ἦλθον, μύρα σοι Χριστέ μου, κομίζουσαι προφρόνως.
Ὢ γλυκύ μου ἔαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, ποῦ ἔδυ σου τὸ κάλλος;
Θρῆνον συνεκίνει, ἡ πάναγνός σου Μήτηρ, σοῦ Λόγε νεκρωθέντος.
Γύναια σὺν μύροις, ἥκουσι μυρίσαι, Χριστὸν τὸ θεῖον μύρον.
Θάνατον θανάτῳ, σὺ θανατοῖς Θεέ μου, θείᾳ σου δυναστείᾳ.
cyprustimes.com

«Καλὸ εἶναι νὰ ὑπάρχεις, ἀλλὰ νὰ ζεῖς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα»


Τὸ βυζαντινοπρεπὲς καὶ λαϊκότροπο ὕφος τοῦ Κόντογλου ξένισε τὴν ἐθισμένη στὶς τεχνοτροπίες τοῦ εὐρωπαϊκοῦ συρμοῦ κοινωνία, καθὼς δὲν νεωτέριζε ἀκολουθώντας κάποια ἤδη ἀναγνωρισμένη τάση στὸ Παρίσι, ἀλλὰ ἀντίθετα καινοτομοῦσε ἀναπλάθοντας δημιουργικὰ στοιχεῖα παραδοσιακῆς τέχνης σὲ ἔργα κοσμικοῦ περιεχομένου, προτείνοντας τὴν ἐπιστροφὴ σὲ μιὰ «ξεχασμένη» κοσμοθεωρία.
«Οἱ ἄνθρωποι καταντήσανε σὰν ἄδεια κανάτια, καὶ προσπαθοῦν νὰ γεμίσουν τὸν ἑαυτό τους, ρίχνοντας μέσα ἕνα σωρὸ σκουπίδια, ἐκθέσεις μὲ τερατουργήματα, μπάλλες, ὁμιλίες καὶ ἀερολογίες, καλλιστεῖα, ποὺ μετριέται ἡ ἐμορφιὰ μὲ τὴ μεζούρα, ἠλίθιους καρνάβαλους, συλλόγους λογῆς-λογῆς μὲ γεύματα καὶ μὲ σοβαρὲς συζητήσεις γιὰ τὸν ἴσκιο τοῦ γαϊδάρου, συνδέσμους ἀφιερωμένους στοὺς ἀποθεωμένους ἄνδρας τῆς Εὐρώπης κι ἕνα σωρὸ ἀλλὰ τέτοια. Αὐτή, μὲ μιὰ ματιά, εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς ἀνθρωπότητας σήμερα, ποὺ νὰ μὴν ἀβασκαθεῖ! Ποῦ νὰ βρεῖ κανένας καταφύγιο; ... -Δόξα στὸν Θεό, ποὺ ὑπάρχει ἀκόμα κάποιο καταφύγιο γιὰ μᾶς ποὺ δὲν εἴμαστε σὲ θέση νὰ νοιώσουμε «τὸ μεγαλεῖο της ἐποχῆς μας». Δόξα στὸν θεὸ ποὺ ὑπάρχουν ἀκόμα κάποιοι τόποι ποὺ δὲν τοὺς ἐξήρανε αὐτὴ ἡ φυλλοξήρα ποὺ λέγεται σύγχρονος πολιτισμός.»
«Καλὸ εἶναι νὰ ὑπάρχεις, ἀλλὰ νὰ ζεῖς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα»


~~~~~~~~~~~~~~


Παλιὰ σύντομα κείμενα ποὺ μιλοῦν μὲ λατρεία καὶ γνώση γιὰ τὴ Ἑλλάδα τῆς γνησιότητας ποὺ φέρουμε μέσα μας καὶ ποὺ κινδυνεύει.
σελ. 374, Α´ ἔκδ. 1985, Η´ ἔκδοση, 2000. Ἐκδόσεις Ἀκρίτας.
Συλλογὴ ἄρθρων αὐτοῦ τοῦ ταπεινοῦ καὶ μαχητικοῦ ἀκρίτα τῆς ἑλληνικῆς παράδοσης, ποὺ δείχνουν πὼς εἶναι πάντα ἐπίκαιρος γιὰ τὸν τόπο μας. Ἀναζητώντας τὸ φυσικὸ κάλλος καὶ τὸν «ἀπὸ μέσα πλοῦτο» μὲ ἁπλότητα καὶ πίστη, κόντρα στὴ μάστιγα τῆς ξενομανίας καὶ τῆς πρωτοτυπίας. «Πρωτότυπος εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἀπομένει πιστὸς κι εἰλικρινὴς στὸν ἑαυτό του». Ἕνα ἀληθινὸ καταφύγιο γαλήνης.

«ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» Γ. ΒΙΔΑΛΗΣ




Γράφει ὁ Κόντογλου σ᾿ ἕνα κείμενο τοῦ τόμου:

«...Οἱ ἄνθρωποι βρίσκονται σὲ ἀκατάπαυστη κίνηση, σὰν μανιακοί. Ἄλλοι τρέχουνε ἀπὸ δῶ, ἄλλοι ἀπὸ κεῖ. Ὅλοι βιάζονται. Δοξάζω τὸν Θεὸ ἅμα δῶ κανέναν νὰ πορεύεται ἥσυχα, χωρὶς νὰ βιάζεται!...
Ἄλλοι τρέχουνε λαχανιασμένοι νὰ πιάσουνε τὴ χρυσὴ ρόδα, ποὺ τὴν κυλᾶ μπροστά τους ὁ διάβολος, ποὺ τὸν λέγανε Ἑρμῆ...

Ἄλλοι κάνουνε λογῆς-λογῆς συνέδρια, καὶ συζητᾶνε περὶ ἀνέμων καὶ ὑδάτων, ἄλλοι μαζεύονται κι ἀλληλοθαυμάζονται κι ἀλληλομισοῦνται σὲ σωματεῖα, σὲ συλλόγους, σὲ ἑταιρεῖες, ἄλλοι μαζεύονται σὰν τὰ μυρμήγκια κατὰ χιλιάδες καὶ βλέπουνε τὰ λεγόμενα μάτς... ἄλλοι ἐκθέτουνε τὰ ἔργα τῆς τέχνης τους καὶ καμαρώνουνε, ὡς ποὺ νὰ περάσουνε δυὸ-τρεῖς μέρες καὶ νὰ τοὺς ξεχάσουνε οἱ θαυμαστές τους, ἄλλοι τυπώνουνε βιβλία, ἄλλοι βγάζουνε λόγους σὰν βραχνιασμένοι βάτραχοι...

Ὅλοι,τέλος πάντων, καταγίνονται μὲ ὅλα, ὅσα μποροῦνε σὲ τοῦτον τὸν ντουνιά, γιὰ νὰ ξεχάσουνε τὸν ἑαυτό τους, γιὰ νὰ μὴν ἀπομένουνε μοναχοὶ καὶ δοῦνε τὴ γύμνια τους, τὴ μιζέρια τους, τὸ χάος ποὺ τοὺς ζώνει...»
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Εὐλογημένο καταφύγιο» τοῦ Φώτη Κόντογλου, ἐκδόσεις Ἀκρίτας. Πρόκειται γιὰ δημοσιευμένα ἄρθρα στὴν καθημερινὴ ἀθηναϊκὴ ἐφημερίδα «Ἐλευθερία», ὅπου ἔγραφε ἀπὸ τὸ 1948.
phys.uoa.gr

Φώτης Κόντογλου - (Πως καταστρέφουμε εκσυγχρονίζοντας!). Πρέπει νὰ ἐκσυγχρονιστοῦμε!


«Οἱ σημερινοὶ «ἀνήσυχοι» Ἕλληνες δὲν καταστρέφουν καταργώντας ὅτι βρήκαμε ἀπὸ τοὺς πατεράδες μας, ἀλλὰ τὸ καταστρέφουν «τελειοποιώντας» το, «ἐξελίσσοντας» ὅτι σώθηκε ὡς ἐμᾶς ἀπὸ τοὺς παλαιότερους, τοὺς ἐνδιαφέρει μονάχα νὰ τὸ «συγχρονίσουνε», νὰ τὸ «τελειοποιήσουνε», δηλαδή, μ᾿ ἄλλα λόγια νὰ τὸ χαλάσουνε.
«Τελειοποιεῖται» ἡ λαϊκή μας μουσικὴ μὲ «ἐνορχηστρώσεις» καὶ μὲ διάφορες «ἐναρμονίσεις», μὲ τὶς ὁποῖες ὁ Λύγκος ὁ λεβέντης γίνεται μασκαρὰς τῆς ὄπερας μὲ σελάχι καὶ καπελαδούρα στὸ κεφάλι, μὲ φουστανέλα καὶ μπότες ἀλὰ Ἀρτανιάν, βγάζοντας ἀπὸ τὸ στόμα του κάτι κορῶνες ποὺ ξεταβανώνουνε σπίτι.
Κοντὰ σ᾿ αὐτὰ «τελειοποιεῖται» καὶ ἡ μουσικὴ στὶς ἐκκλησίες μας μὲ τετραφωνίες, μὲ μπολιάσματα ἀπὸ τὴ Νόρμα τοῦ Μπελίνι κι ἀπὸ διάφορα ἰταλικὰ τραγούδια, σὲ τρόπο ποὺ τὸ τροπάρι τῆς Κασσιανῆς νὰ γίνεται ὄπερα ἀλαμπουρνέζικη καὶ τὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν» νὰ γίνεται «ἡ ἀνθισμένη ἀμυγδαλιά».
«Τελειοποιοῦνται» ἀκόμα οἱ εἰκόνες στὶς ἐκκλησιές. Κάποιοι ζωγράφοι παίρνουνε τὶς βυζαντινὲς εἰκόνες, κ᾿ ἐπειδὴ ὅπως λένε, ἔχουνε μὲν δυνατὴ ἔκφραση, ὡραῖες στάσεις, σπουδαία σύνθεση, ἀλλὰ κατὰ τὰ ἄλλα εἶναι ἄτεχνες, δηλαδὴ «ἀφύσικες», τις τελειοποιοῦνε δίνοντας τους ὅτι δὲν ἔχουνε, δηλαδὴ «προοπτική, ἀνατομία, φυσικότητα». Μ᾿ ἄλλα λόγια ὅτι πετάξανε οἱ βυζαντινοὶ ἀπὸ τὴν τέχνη τους σὰν περιττὸ καὶ βλαβερό, γιὰ νὰ μπορέσουνε νὰ δώσουνε στὰ ἔργα τους σοβαρόν, αὐστηρόν καὶ λειτουργικὸν χαρακτῆρα, αὐτὰ ἴσα-ἴσα τὰ ξαναβάζουνε στὰ ἔργα τῆς εἰκονογραφίας αὐτοὶ οἱ προκομένοι «συγχρονισταὶ» καὶ «τελειοποιεῖται» ποὺ κάνανε καὶ κάνουνε ἐκεῖνες τις ἀναιμικὲς καὶ ἀνούσιες ἁγιογραφίες ποὺ γεμίζουνε τὶς ἐκκλησιές μας.
Ἀλλά, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μουσική, οἱ μοντέρνοι ψάλτες καὶ παπάδες ἔχουνε «τελειοποιήσει» καὶ τὴν ἀπαγγελία τῶν εὐχῶν καὶ τῶν ἀναγνωσμάτων, ποὺ τὰ λένε μὲ ἕνα ὕφος, ποὺ θαρρεῖς πῶς εἶναι «κομφερανσιέ». Μεγάλη πρόοδος τέλος πάντων!
Ἀκόμα «τελειοποιοῦν» τὰ σκεύη τοῦ ναοῦ τὸν φωτισμό (τὸ ἰδεῶδες τους εἶναι νὰ γίνει ἡ ἐκκλησιὰ σὰν αἴθουσα κινηματογράφου).»

Φώτης Κόντογλου - Ὁ δρόμος τῆς εὐτυχίας. Ἀπὸ τὴν Συλλογή: Μυστικὰ ἄνθη



«Ὁ ἄνθρωπος εἶναι σὲ ὅλα ἀχόρταγος. Θέλει νὰ ἀπολαύσει πολλά, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ τὰ προφτάσει ὅλα. Καὶ γι᾿ αὐτὸ βασανίζεται. Ὅποιος ὅμως, φτάσει σὲ μία κατάσταση, ποὺ νὰ εὐχαριστιέται μὲ τὰ λίγα, καὶ νὰ μὴ θέλει πολλὰ ἔστω καὶ κι ἂν μπορεῖ νὰ τὰ ἀποκτήσει, ἐκεῖνος λοιπὸν εἶναι εὐτυχισμένος. Οἱ ἄνθρωποι δὲν βρίσκουν πουθενὰ εὐτυχία, γιατὶ ἐπιχειροῦν νὰ ζήσουν χωρὶς τὸν ἑαυτό τους. Ἀλλὰ ὅποιος χάσει τὸν ἑαυτό του, ἔχει χάσει τὴν εὐτυχία. Εὐτυχία δὲν εἶναι τὸ ζάλισμα, ποὺ δίνουν οἱ πολυμέριμνες ἡδονὲς καὶ ἀπολαύσεις, ἀλλὰ ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς καὶ ἡ σιωπηλὴ ἀγαλλίαση τῆς καρδιᾶς. Γι᾿ αὐτὸ εἶπε ὁ Χριστός: «Οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετὰ παρατηρήσεως: οὐδὲ ἐροῦσιν, ἰδοὺ ὧδε, ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ. Ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ἡμῶν ἐστι».
Ξέρω καλά, τί εἶναι ἡ ζωὴ ποὺ ζοῦνε οἱ λεγόμενοι κοσμικοὶ ἄνθρωποι. Οἱ ἄνθρωποι, δηλαδή, ποὺ διασκεδάζουνε, ποὺ ταξιδεύουνε, ποὺ ξεγελιοῦνται μὲ λογῆς-λογῆς θεάματα, μὲ ἀσημαντολογίες, μὲ σκάνδαλα, μὲ τὶς διάφορες ματαιότητες. Ὅλα αὐτά, ἀπὸ μακριὰ φαντάζουνε γιὰ κάποιο πρᾶγμα σπουδαῖο καὶ ζηλευτό! Ἀπὸ κοντά, ὅμως, ἀπορεῖς γιὰ τὴν φτώχεια ποὺ ἔχουνε, καὶ τὸ πόσο κούφιοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ξεγελιοῦνται μὲ αὐτὰ τὰ γιατροσόφια τῆς εὐτυχίας. Βλέπεις δυστυχισμένους ἀνθρώπους, ποὺ κάνουνε τὸν εὐτυχισμένο! Κατάδικους, ποὺ κάνουνε τὸν ἐλεύθερο! Ἄδειοι ἀπὸ κάθε οὐσία! Τρισδυστυχισμένοι! Πεθαμένη ἡ ψυχή τους! Καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀνύπαρκτη καὶ ἡ «εὐτυχία» τους! Τελείως ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ!
Ἀλλὰ πῶς νὰ γίνει ψωμί, σὰν δὲν ὑπάρχει προζύμι; Καὶ πῶς νὰ μὴν εἶναι ὅλα ἄνοστα, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει ἁλάτι;
Μὴ φοβᾶσαι, ἀδελφέ μου, νὰ μείνεις μοναχὸς μὲ τὸν ἑαυτό σου! Μὴ καταγίνεσαι ὁλοένα μὲ χίλια πράγματα, γιὰ νὰ τὸν ξεχάσεις! Γιατὶ ὅποιος ἔχασε τὸν ἑαυτό του, κάθεται μὲ ἴσκιους καὶ μὲ φαντάσματα μέσα στὴν ἔρημό του θανάτου. Ἀγάπησε τὸν Χριστὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο, περισσότερο ἀπὸ τὶς πεθαμένες σοφίες τῶν ἀνθρώπων. Περισσότερο ἀπὸ κάθε τιμὴ καὶ δόξα ἐτούτου τοῦ κόσμου. Καὶ μοναχὰ τότε, θὰ χαίρεσαι σὲ κάθε ὥρα τῆς ζωῆς σου. Κανένας δρόμος δὲν βγάζει στὴν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς, παρὰ μόνο ὁ Χριστός, ποὺ σὲ καλεῖ πονετικὰ καὶ ποὺ σοῦ λέγει: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδός».
phys.uoa.gr

Μετά την παρουσία του Κυρίου θα είναι και στους ενάρετους μεγαλύτερη η αμοιβή και στους απειθείς περισσότερη η τιμωρία. Περί διαφόρων παθών και αρετών. Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς


 Ομιλία (54η) ότι μετά την παρουσία του Κυρίου θα είναι και στους ενάρετους μεγαλύτερη η αμοιβή και στους απειθείς περισσότερη η τιμωρία και περί διαφόρων παθών και αρετών

Εκφωνήθηκε την δέκατη (Ι') Κυριακή του Λουκά, δηλαδή την προ των προπατόρων

Ο παλαιός νόμος κήρυττε ότι ποιητής και δεσπότης τού ουρανού είναι ο Θεός και θε­σμοθετούσε τα τότε θεάρεστα σε εκείνους που βρίσκονταν κάτω από τον νόμο, αλλά δεν πρόσφερνε επαγγελία ουράνιων αγαθών, ούτε υποσχόταν στους υπάκουους κοι­νωνία προς τον Θεό και αιώνια και ουρά­νια κληρονομιά.
Αφ’ ότου όμως κατέβηκε σ’ εμάς με σάρκα ο παμβασιλέας Χριστός, ώστε, όπως λέγει ο Ίδιος, «να καλέσει τους αμαρτωλούς σε μετά­νοια», είναι μεγαλύτερες οι αμοιβές προς όσους υπακούουν και μετανοούν, πολιτεύονται με τα έργα τής μετάνοιας σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Χριστού και τηρούν τις περιλαμβανόμενες σ’ αυτό θείες εντολές.
Και δεν είναι απλώς μεγαλύτερες, αλλά και έχουν ασύγκριτη υπεροχή· γιατί μέσω αυτών έχει επαγγελθεί βασιλεία ουρανών και φως ανέσπερο και υιοθεσία ουράνια και σκηνώματα υπερκόσμια και ζωή θεία και αιώνια, και κάτι περισ­σότερο από αυτά· γιατί λέγει, «θα γίνομε κληρονόμοι τού Θεού και συγκληρονόμοι τού Χριστού», και ο Ίδιος ο Κύριος λέγει, «εγώ ήρθα για να έχετε ζωή και ακόμη περισσότερα». Αυτά όμως δεν είναι ήχος κενών λόγων, ούτε αναφορά απλών λέξεων, αλλά πράγματα που δεν μετακινούνται και επιφυλάσσονται αληθινά ως έπαθλα για τους πιστούς και αυτούς που ζουν σύμφωνα με τις εντολές τού Χριστού.
Επομένως είναι αναγκαίο αυτοί που πρόκειται να κερδίσουν τα έπαθλα αληθινά και πραγματικά προηγουμένως να εκτελέσουν τα αθλήματα, για να καταστήσουν τους εαυτούς των από το ένα μέρος χωρητούς στις ουράνιες μονές, και από το άλλο δεκτι­κούς και χωρητικούς των αγαθών που βρίσκονται σ’ αυτές, ώστε να μη επιχειρήσουν και τα πραγματικά χειρότερα, ξεπέφτοντας από τα πραγματικά καλύτερα.

Γιατί εύλογα και κατά φυσικό λόγο πριν από την εμφάνιση του Χριστού εκείνοι που αμάρταναν ήταν ανεκτότεροι, και λιγώτερη η ακρίβεια των ενταλμάτων, τώρα όμως σ’ αυτούς που αμαρτάνουν αμετανόητα επιφυλάσσεται κρίση φοβερή και κόλαση αιώνια, πυρ άσβεστο, σκότος εξώ­τερο, σκουλήκι ακοίμητο, ελεεινό τρίξιμο των δοντιών, οδύνη και θλίψη και στενοχώρια, πένθος ατελείωτο και απαρηγόρητο, και πέρα από αυτά, ή καλύτερα πριν από αυτά, ο παντοτινός χωρι­σμός από τον Θεό, πράγμα που σημαίνει αποξένωση από κάθε αγαθό που ευφραίνει αληθινά.

Ότι βέβαια όσοι παρέβαιναν τις διατάξεις του νόμου πριν από την ευαγγελική διδασκαλία ήταν ανεκτότεροι, μετά τον νόμο όμως απαιτείται με μεγαλύτερη σφοδρότητα η φύλαξη των ευαγ­γελικών παραγγελμάτων από αυτούς που αναμένουν να επιτύ­χουν τα όσα έχει υποσχεθεί ο Θεός, ας μας διδάξει ο μέγας Παύ­λος. Γιατί λέγει· «αν ο λόγος που λαλήθηκε μέσω αγγέλων επιβε­βαιώθηκε και κάθε παράβαση και παρακοή έλαβε δίκαια μισθαποδοσία, πώς εμείς θα ξεφύγομε που αμελήσαμε για τόσο σπου­δαία σωτηρία, η οποία, αφού έλαβε αρχή από τον Κύριο, έπειτα επιβεβαιώθηκε σ’ εμάς από εκείνους που την άκουσαν, ενώ ο Θεός την επιβεβαίωνε παράλληλα με σημεία και τέρατα και ποι­κίλα θαύματα και διαμοιρασμό χαρισμάτων τού αγίου Πνεύμα­τος σύμφωνα με τη θέλησή του;».
 Και αλλού πάλι λέγει, «όταν αμαρτάνομε εμείς μετά την επίγνωση της αληθείας, δεν απομένει πλέον θυσία γι’ αμαρτίες, αλλά φοβερή αναμονή κρίσεως και ζή­λος πυρός που πρόκειται να καταφάγει τους αντίθετους».

Ας επιβεβαιώσει επίσης τον λόγο ο Ίδιος ο Κύριος που ταλανί­ζει βέβαια τις πόλεις στις οποίες έγιναν τα περισσότερα θαύματά του και όμως δεν μετανόησαν, λέγοντας, «αλλοίμονό σου, Χοραζίν αλλοίμονό σου, Βηθσαϊδά», και προσθέτει ότι «η γη των Σοδόμων και της Γομόρρας θα είναι ανεκτότερη την ημέρα της κρί­σεως, παρά εσείς», προς εμάς όμως τί λέγει; «Αν δεν ξεπεράσει η δικαιοσύνη σας τη δικαιοσύνη των Φαρισαίων και Γραμματέων, δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών».
Γιατί πριν από την παρουσία τού Κυρίου ούτε για τους προς τον Θεό όρκους επιβαλ­λόταν καταδίκη μας ούτε για την μεταξύ μας οργή και καταφρό­νηση είχαμε νομοθετημένες τις ευθύνες, αλλ’ ούτε το με εμπάθεια κοίταγμα ξένης γυναίκας θεωρούνταν για μας μοιχεία, ούτε το να κατέχομε περιττά πράγματα και να μη δίνομε σε εκείνους που έχουν ανάγκη μας αποδείκνυε ότι δουλεύομε στον Μαμμωνά με τη θέλησή μας, τώρα όμως θα δώσομε λόγο για όλες τις παραβά­σεις αυτού του είδους και θα μας ζητηθεί η ειλικρίνεια και η ακρίβεια όχι μόνο των έργων, αλλά και των λόγων, και ούτε των λόγων μόνο, αλλά και των λογισμών. Γιατί λέγει, «εάν ο οφθαλ­μός σου είναι πονηρός», δηλαδή ο εσωτερικός λογισμός, «όλο το σώμα σου είναι πονηρό».
Είπε βέβαια «οφθαλμός» στον ενικό αριθμό, για να δείξει ότι με αυτόν ονομάζει τον νου· γιατί του σώματος οι οφθαλμοί δεν είναι ένας.

Αυτό δήλωσε και με αυτό που πρόσθεσε, «όλο το σώμα σου θα είναι πονηρό», γιατί, αφού είναι δύο οι οφθαλμοί τού σώματος, αν είναι μόνο ο ένας τυφλός, δεν έχει όλο το σώμα την αβλεψία. Αλλά και από το ότι δεν είπε ότι ενεργεί με πονηρό τρόπο, αλλ’ ότι είναι πονηρό, έδειξε φανερά ότι ομιλεί για την κακή κατάστα­ση των παθών μέσα στην ψυχή σχετικά με την αμαρτία· γι’ αυτό και προσθέτει λέγοντας, και «αν το μέσα σου φως», δηλαδή ο νους και η διάνοια, «είναι σκότος, το σκότος», δηλαδή το σώμα και η αίσθηση, «πόσο θα είναι;».

Αυτής της κακής κατάστασης που υπάρχει στα κρυφά υποδεικνύοντας τη θεραπεία, παραγγέλλει να προσευχόμαστε στον Πα­τέρα που βρίσκεται στα κρυφά, και να ασκούμε την ελεημοσύνη στα κρυφά, και να καθαρίζομε μάλλον αυτό που υπάρχει μέσα στο ποτήρι, δηλαδή τον μέσα μας άνθρωπο· γιατί έτσι και τα εξερχόμενα από το στόμα δεν θα μολύνουν ούτε θα μιαίνουν τον άνθρωπο, αλλά κάθε λόγος του θα είναι προς αγιασμό του και οικοδομή αυτών που τον ακούνε. Και όχι μόνο αυτό, αλλά παραγγέλλει επίσης να έχει κανείς μαζί του για επιβεβαίωση των αμφιβαλλομένων την ομολογία των πραγμάτων, για την οποία αλλού ο Κύριος έλεγε· «να είναι το ναι σας ναι, και το όχι σας όχι· το έξω από το ναι και από το όχι προέρχονται από τον πονη­ρό».

Κανένας λοιπόν από σας, αδελφοί, να μη τρέφει πονηρούς λογισμούς, συντασσόμενος με την ακρισία μάλλον και το μίσος και τη μνησικακία και την κατάκριση, παρά με τη δικαιοσύνη και την αγάπη και την αλήθεια. Κανένας να μη ρίχνει στο λυχνάρι τής καρδιάς του βόρβορο αντί για λάδι, δηλαδή τους αισχρούς λογισμούς. Κανένας να μην έχει στην κατοχή του θησαυρούς πάνω στη γη, παραχώνοντας και αποκλείοντας μ’ αυτούς το νου του.
Κανένας να μη προφέρει με το στόμα του τα από τον πονηρό έχοντας πρόχειρους τους όρκους· γιατί αυτός που φέρει στην ψυχή του τέτοια πράγματα και τα βγάζει προς τα έξω με το στόμα, καθιστά τον εαυτό του κατοικητήριο και όργανο και υπηρέτη τού πο­νηρού, και δεν μπορεί να είναι δούλος τού Θεού, πολύ περισσότε­ρο δεν μπορεί να είναι υιός και κληρονόμος τής επηγγελμένης ουράνιας και αιώνιας βασιλείας εκείνου. Γιατί πώς θ’ αποκτήσει αυτήν αυτός που φρονεί και λέγει και πράττει όχι τα θελήματα του αγαθού Δεσπότη, αλλά του πονηρού αποστάτη;

Αρα λοιπόν και αυτός που αποφεύγει τους όρκους, να μη λέγει απλώς το ναι και το όχι, αλλά να τα λέγει με όλη την αλήθεια, ώστε και τα πράγματα να δείχνονται σύμφωνα με τα λόγια. Γιατί έτσι θα είναι το ναι ναι και το όχι όχι σύμφωνα με την ευαγγελική παραγγελία. Εάν όμως ο λόγος δεν στηρίζεται στην αλήθεια, αλλά τα πράγματα αντίκεινται στα λόγια, το ναι θα είναι όχι και το όχι ναι, κι έτσι πάλι όντας ψεύδος θα προέρχεται από τον Διάβολο.
 Γιατί το ψεύδος προέρχεται από τον Διάβολο, και αυ­τός είναι ο πατέρας αυτού, και από αυτόν οικειοποιείται και υιοθετείται αυτός που ψευδολογεί και δεν μπορεί να γίνει μέτο­χος του Πνεύματος της αλήθειας, ούτε να είναι μέλος τού σώματος του Χριστού.
Γι’ αυτό λέγει ο απόστολος γράφοντας προς τους Εφεσίους· «να ανανεώνεσθε σύμφωνα με το πνεύμα τού νου σας και να ντυθείτε τον νέο άνθρωπο που κτίσθηκε σύμφωνα με τον Θεό προς αληθινή δικαιοσύνη και αγιότητα, και απορρίπτοντας το ψεύδος, να λέγετε την αλήθεια ο καθένας με τον πλησίον του, γιατί είμαστε μέλη ο ένας του άλλου».

Τί σημαίνει «να ανανεώνεσθε σύμφωνα με το πνεύμα τού νου σας και να ντυθείτε τον νέο άνθρωπο που κτίσθηκε σύμφωνα με τον Θεό προς αληθινή δικαιοσύνη και αγιότητα»; Όταν ο Θεός παλαιά έπλασε τον προπάτορά μας Αδάμ κατ' εικόνα και ομοίω­σή του, δεν έβαλε μέσα σ’ αυτόν καμμιά κακία, αλλά μαζί με την ψυχή εμφύσησε σ’ αυτόν και τη χάρη τού θείου Πνεύματος που τον κρατούσε σε νεότητα και του διατηρούσε την ομοίωση.
Επει­δή όμως εκείνος διέπραξε τη χειρίστη αδικία, μη υπακούοντας στον πλάστη του και πιστεύοντας σε εκείνον που τον φθόνησε, συμπαρατάχθηκε με το ψεύδος, αποδεχόμενος εκείνον που πα­ρουσίασε ψευδή τη θεία εντολή, αφού εξέπεσε από τη θεία χάρη, κατέστη, αντί νέος, παλαιός και εφθαρμένος, μη όντας σύμφωνα με τον Θεό, δηλαδή καθ’ ομοίωση του ποιητή, ούτε μπορώντας να γεννά όμοιους με τον Θεό, αλλά όμοιους με τον εαυτό του, πα­λαιούς και εφθαρμένους· γιατί με τους έτοιμους προς φθορά συν­υπάρχει η παλαίωση.

Γι’ αυτό γίνεται για μας νέος Αδάμ, που δεν παλαιώνει, «ο οποίος αμαρτία δεν διέπραξε ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του», τον οποίο εμείς τώρα έχομε Πατέρα τού μελλοντικού αιώνα και αρχηγό τής αιώνιας ζωής. Αυτός και τις αμαρτίες μας σήκωσε και αφήρεσε από τη μέση την παλαίωση.
Και αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός τού Θεού, που ντύθηκε για χάρη μας σάρκα από την Παρθένο, του οποίου τη γέννηση αρχίσαμε να προερτάζομε σήμερα, τιμώντας τη μνήμη τών προ του νόμου και κάτω από την εξουσία τού νόμου πατέρων, γιατί έλαμψαν τότε εξαιτίας τής αρετής και της θεοσέβειάς τους, των οποίων είναι οι προρρήσεις και προς τους οποίους δόθηκαν οι επαγγελίες και από τους οποίους προήλθε κατά σάρκα ο Χριστός.
Αυτός γεννιέ­ται για μας σύμφωνα με τον τρόπο μας, από Παρθένο όμως, ώστε από μας να μας αναπλάσει και μέσω του θείου βαπτίσματος να μας ανακαινίσει και να μας κάμει πάλι χωρητικούς της χάριτος του θείου Πνεύματος, ντύνοντας με αληθινή δικαιοσύνη και αγιό­τητα εκείνον που πλάσθηκε σ’ αυτόν σύμφωνα με τον Θεό, τις οποίες αυτός επεξεργάσθηκε μόνος του, καταντροπιάζοντας βέβαια ολοκληρωτικά τον πονηρό, αν και τον πρόσβαλε με πολλούς τρόπους, αλλ’ υπακούοντας δίκαια μέχρι το τέλος στον Πατέρα του, παρουσίασε την προς αυτόν υπακοή ως πρόξενο της αναστάσεως και της αληθινής ζωής.

Αυτές όμως τις αρετές, αφού τις εκπλήρωσε ο ίδιος, τις έδωσε σ’ εμάς να τις φυλάγομε. Γιατί λέγει, «ο νόμος δόθηκε μέσω του Μωυσέως, η χάρη και η αλήθεια πραγματοποιήθηκε μέσω του Ιησού Χριστού». Εμείς φυλάσσοντας αυτές, κατά τον μέλλοντα βέβαια αιώνα θα λάβομε και το σώμα νέο και ανώτερο φθοράς, ενώ τώρα ανανεωνόμαστε με την ομοφροσύνη και συνένωση με αυτόν με το πνεύμα τού νου μας, προκόβοντας με τη χάρη αυτού καθημερινά προς το καλύτερο.
Γιατί όταν μας αναγέννησε ο ίδι­ος, δεν μας χώρισε από τον εαυτό του· γιατί μας γέννησε πνευματι­κά, όχι σαρκικά, και όπως αυτός που γεννήθηκε κατά φύση από τον Πατέρα προαιώνια παραμένει αχώριστος από αυτόν και από το Πνεύμα του, έτσι θέλει και εμείς που γεννηθήκαμε κατά χάρη από αυτόν κατά τους τελευταίους αιώνες να είμαστε αχώριστοι αναμεταξύ μας και από αυτόν.
Και αυτό δηλώνοντας έλεγε προς τον Πατέρα του για τους μαθητές του ο Κύριος· «δώσε, Πατέρα, σ’ αυτούς να είναι όλοι ένα, όπως εγώ είμαι μέσα σε σένα και συ μέσα σε μένα, να είναι και αυτοί μέσα σε μας ένα αληθινά».

Γι’ αυτό και πάλι λέγει αλλού· «ο Κύριος είναι κεφαλή μας, ενώ εμείς μέλη μεταξύ μας». Και εδώ όμως, αφού είπε «ντυθείτε τον νέο άνθρωπο», πρόσθεσε, «και να λέγετε ο καθένας προς τον πλησίον του την αλήθεια, γιατί είμαστε μέλη μεταξύ μας», εννο­ώντας ακριβώς αυτό, ότι, όπως ο οφθαλμός, που είναι μέλος δικό μας, δεν μας παρουσιάζει το φως σκότος και το σκότος φως, και όπως αυτή η γλώσσα, που είναι μέλος δικό μας, δεν μας παρου­σιάζει το γλυκύ πικρό και το πικρό γλυκύ, αλλ’ όπως είναι το καθένα πραγματικά, τέτοιο παρουσιάζεται σ' εμάς με τα μέλη που μπορούν να τα κρίνουν, έτσι ο καθένας από μας που φέρομε το όνομα του Χριστού, αφού είναι μέλος όλης της Εκκλησίας, να μη λέγει τίποτε άλλο εκτός από αυτό που υπάρχει και γνωρίζεται αληθινά από αυτόν αλλιώς είναι πλάνος και αντίθετος, αλλ’ όχι μέλος και οικείος.

Έτσι ακούσαμε όμως τον Κύριο να λέγει και για την οργή· «αυτός που οργίζεται εναντίον τού αδελφού του χωρίς λόγο, θα είναι ένοχος κατά την κρίση, ενώ όποιος τον λέγει, “βλάκα”, θα είναι ένοχος στο συνέδριο· όποιος πάλι τον πει, “μωρό”, θα είναι ένοχος για τη γέεννα τού πυρός».
Αν και βέβαια φαίνονται μικρά αυτά, αλλ’ όμως κλονίζουν και καταστρέφουν το μέγα αγαθό της αγάπης και παρέχουν ευκαιρία στον Διάβολο. Γιατί λέγει· «να μη σας βρίσκει η δύση τού ηλίου ακόμη οργισμένους, και να μη δίνετε τόπο να δρα ο Διάβολος».
Εκείνος λοιπόν που με την επίταση και παράταση του εξοργισμού έφθασε σε ύβρεις εναντίον τού αδελφού του και δεν είναι διατεθειμένος να προβεί σε συμφιλίωση, εκπίπτοντας από το φως τής αγάπης και γεμίζοντας από το αντίθετο σκότος, παρέχει τόπο στον άρχοντα του σκότους, και έχοντάς τον ένοικο κατά κάποιο τρόπο, αφού είναι σαν να περιέχεται στον ίδιο τώρα μ’ εκείνον τόπο, οπωσδήποτε θα πέσει μαζί του και στην ετοιμασμένη για εκείνον γέεννα, αφού είναι ένοχος και υπεύθυνος, αν με τη μετάνοια μαζί με το μίσος προς τον αδελφό δεν βγάλει έξω και τον αρχηγό και πρωτοστάτη του μίσους.

Κάθε πικρία λοιπόν, αδελφοί, και κάθε θυμός και οργή, κραυγή και βλασφημία, να εξαφανισθεί από σας, μαζί με κάθε κακία· γιατί, αν το να πούμε κάποιον μωρό, όταν το λέμε με οργή, κρίθηκε άξιο τέτοιας καταδίκης, τί θα πούμε για τις άλλες ύβρεις και βλασφημίες, στις οποίες καταφεύγομε όταν κυριευόμαστε από τον θυμό;
Γι’ αυτό, αδελφοί, ας σπεύδομε να καταπνίξομε το φοβερό αυτό θηρίο, τον θυμό, και να χαλιναγωγήσομε τη γλώσσα μας· γιατί δίνομε σ’ αυτά τόπο εναντίον της ψυχής μας μάλλον, όταν τον δίνομε, και όχι εναντίον αυτών που μισούμε. Αν λοιπόν κανείς από οργή λέγει την απαγορευμένη αυτή λέξη, λέγοντας «μωρόν» αυτόν που από ευσέβεια είναι προσκολλημένος σε αδελ­φότητα, ας φρίξει από τη δεσποτική απόφαση και ας μη εκτείνει τόσο πολύ την οργή· αν πάλι όχι από οργή, ούτε τότε αυτά τα λόγια είναι δικαιολογημένα.
Γιατί λέγει, «κανένας σαπρός λόγος να μη βγαίνει από το στόμα σας, αλλά να βγαίνει λόγος αγαθός προς οικοδομή, για να δίνει χάρη σ’ αυτούς που τον ακούνε», και «πορνεία και πλεονεξία και κάθε ακαθαρσία ούτε καν ν’ αναφέρεται ανάμεσά σας, όπως πρέπει σε αγίους, καθώς επίσης και αισχρότητα και μωρολογία ή ευτραπελία, τα μη πρέποντα πράγματα».

Τί σημαίνει «ούτε καν ν’ αναφέρεται πορνεία ανάμεσά σας»; Δεν το χαρακτηρίζει ως έγκλημα το να αναφέρεται από άλλους· γιατί δεν είναι στο χέρι μας να το παθαίνομε αυτό, ούτε είναι οπωσδήποτε ένοχος αυτός που κακώς ακούει. Κι αυτό δηλώνο­ντας αλλού, ότι βδελυρό δεν είναι το να λέγεται κανείς, αλλά το να είναι πόρνος, λέγει· «αν κάποιος που ονομάζεται πόρνος είναι πραγματικά, με αυτόν ούτε να συντρώγετε».
Δεν λέγει λοιπόν εδώ να προσέχει κανείς αυτό, το να μη ονομάζεται τέτοιος, αλλά το να μη αναφέρει με τη γλώσσα κανένα από τα ονόματα που προκαλούν ακαθαρσία· γι’ αυτό και πρόσθεσε συνάπτοντας με το παραπάνω τούτο, «και αισχρότητα και μωρολογία και ευτραπελία, που δεν είναι πρέποντα». Σε ποιούς δεν είναι πρέποντα; Στους αγίους που ανέφερε παραπάνω. Γιατί, αφού είπε, «κάθε ακαθαρσία ούτε καν ν’ αναφέρεται ανάμεσά σας», δηλαδή ούτε καν να λέγεται από σας, πρόσθεσε, «όπως πρέπει σε αγίους».
Αγίους βέβαια εδώ δεν λέγει αυτούς που αναχώρησαν από τους ανθρώπους και βρίσκονται τώρα μαζί με τους αγγέλους και δοξάζονται από εμάς επειδή ευαρέστησαν τελείως τον Θεό και κατέκλεισαν τη ζωή τους με άριστο και θεάρεστο τέλος, αλλ’ όλους εκείνους που έχουν παραδώσει τον εαυτό τους στον Θεό μέσω του βαπτίσματος στο όνομα του Χριστού. Γιατί, αν το σκεύος που αφιερώθηκε στον Θεό είναι άγιο και κάθε προσφορά σ’ αυτό, και μάλιστα αυτή που προσφέρεται προς αγιασμό, πολύ περισσότερο είναι άγιος ο άν­θρωπος που προσφέρθηκε στον Θεό με άγιες συμφωνίες και προσλήφθηκε μέσω του λουτρού τής παλιγγενεσίας· γιατί από εκεί απέκτησε και τη χάρη τού Πνεύματος της αγιωσύνης.

Αλλά ποιές διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις δώσαμε, ώστε να προσληφθούμε από την ουράνια χάρη τού Πνεύματος; Οπωσδή­ποτε, για να μιλήσω με συντομία, ότι θα υποταχθούμε στον Χρι­στό, ο οποίος λέγει, αγωνισθείτε «να μπείτε από τη στενή πύλη, γιατί είναι πλατειά η πύλη και ευρύχωρη η οδός που οδηγεί στην απώλεια και πολλοί είναι αυτοί πού μπαίνουν από αυτή, αντίθετα είναι στενή η πύλη και γεμάτη θλίψη η οδός που οδηγεί στη ζωή, και λίγοι τη βρίσκουν».
Από τη στενή πύλη δεν μπορεί να μπει ούτε ο ντυμένος με όγκο δόξας και υπερηφάνειας, ούτε ο φορτωμένος με πλεονεξία και φιλοκτημοσύνη, ούτε ο αποχαυνωμένος από ηδονή και άνεση. Γι’ αυτό είναι αταίριαστα στους Χριστιανούς η ευτραπελία και η αστειότητα, γιατί προκαλεί στην ψυχή αποχαύνωση, ούτε η μωρολογία, γιατί είναι δείγμα υπερη­φάνειας, ούτε και η αισχρότητα των λόγων, ως έναυσμα και προ­τροπή προς πορνεία, «αλλά μάλλον ταιριάζει ευχαριστία», όπως συμπληρώνοντας λέγει ο Παύλος.

Και φαίνεται βέβαια ανακόλουθος προς τον εαυτό του ο λόγος, ότι ταιριάζει στους αγίους όχι αισχρότητα και ευτραπελία, «αλλά μάλλον ευχαριστία», είναι όμως και πολύ ακόλουθος. Επειδή δηλαδή εδώ αγίους ονομάζει τους αγιασμένους με τη χάρη τού βαπτίσματος στο όνομα του Χριστού, αυτό ακριβώς λέγει προς εμάς, ότι δηλαδή, αφού ελάβαμε δωρεάν τη χάρη αυτού του είδους, δεν ταιριάζει ν’ ασχολούμαστε με τίποτε άλλο, παρά με την ευχαριστία αυτού που μας πρόσφερε αυτή τη μεγαλοδωρεά, και δεν την πρόσφερε απλώς, αλλά και μας την έδωσε ως αρραβώνα τής αιώνιας κληρονομιάς που μας υποσχέθηκε, αν κρατήσομε μέχρι το τέλος σταθερά με την αγαθοεργία τον αρρα­βώνα αυτόν.

Γι’ αυτό λέγει ο Κύριος στα ευαγγέλια, «προσέχετε τους εαυ­τούς σας, μήπως με τις βιωτικές μέριμνες γίνουν βαρειές οι καρ­διές σας». Γιατί, «αν ο κακός δούλος πει, αργοπορεί να έρθει ο Κύριός μου», και αρχίσει να πολεμά και ν’ αδιαφορεί, «θα έρθει ο Κύριος κάποια μέρα που δεν το περιμένει και ώρα που δεν τη γνωρίζει, και θα τον διχοτομήσει» (δηλαδή θα τον αποκόψει από τη χάρη που μας έχει δοθεί) «και θα τον τοποθετήσει μαζί με τους υποκριτές», οι οποίοι υποκρίνονται και ονομάζονται, αλλά δεν είναι Χριστιανοί.
Αυτό γνωρίζοντας ο μέγας Παύλος προσθέτει και επιβεβαιώνει και παραγγέλλει γράφοντας· «αυτό να γνωρίζε­τε, ότι κάθε πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, δηλαδή ειδωλο­λάτρης, δεν έχει κληρονομιά στη βασιλεία του Χριστού και Θεού. Κανένας να μη σας απατά με κούφια λόγια· γιατί γι’ αυτά έρχεται η οργή τού Θεού επάνω στους υιούς τής απείθειας. Να μη γίνεσθε λοιπόν συμμέτοχοι αυτών».

Και φαίνεται βέβαια ο Παύλος να ομιλεί και να διατυπώνει τη γνώμη του σκληρά· γιατί πόρνο εδώ και ακάθαρτο κάλεσε τον ευτράπελο και αισχρολόγο και τον απέκοψε από την κληρονομιά μαζί με τον Χριστό. Ο Κύριος όμως νομοθετώντας για μας ξεπέρασε και αυτήν την απόφαση· γιατί κάλεσε μοιχεία την από την περίεργη θέα επιθυμία στην ψυχή, ώστε, καθαρίζοντας τους εαυτούς μας και από τους μολυσμούς μέσα στη διάνοια, να ζούμε στη γη με τρόπο αγγελικό. Γιατί γι’ αυτό πραγματικά κατέβηκε αυτός σε μας, μένοντας στον ουρανό ως Θεός, ώστε και ενώ ακόμη εμείς μένομε στη γη να μας ανεβάσει στους ουρανούς με τον αγγελικό τρόπο ζωής. Γι’ αυτό πάλι λέγει ο Παύλος· «το δικό μας πολίτευμα βρίσκεται στον ουρανό, όπου πρόδρομος για χάρη μας μπήκε ο Ιησούς».

Εύχομαι και εμείς, ακολουθώντας αυτόν, τώρα βέβαια με τον θεοφιλή βίο, ενώ στον μέλλοντα αιώνα με τη θέαση των ανέκφραστων και αιώνιων αγαθών που μας έχει υποσχεθεί, να συνυπάρχομε και να ζούμε αιώνια μ’ αυτόν, δοξάζοντας αυτόν μαζί με τους αγίους αγγέλους και ανθρώπους μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα τώρα και πάντοτε και στους απέραντους αιώνες. Γένοιτο.

(Πηγή: Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)
alopsis.gr

Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

Μεγάλη Τετάρτη Άγιος Λουκάς ο Ιατρός: Η καρδιά που εξευγενίζεται με την αγάπη και τη μετάνοια



Σήμερα ακούσαμε το ευαγγελικό ανάγνωσμα για τα γεγονότα που συνέβησαν τη Μεγάλη Τετάρτη. Ταράζομαι ακόμα και να μιλάω για το φοβερό κακούργημα, που όμοιό του ποτέ δεν έγινε στην ιστορία του κόσμου. Τι παραπάνω μπορώ να προσθέσω; Τίποτα. Θέλω μόνο να επιστήσω την προσοχή σας σ’ αυτό που ακούσατε, γιατί όσον αφορά το ανάγνωσμα μπορώ να μιλάω χωρίς τέλος, διεισδύοντας σε κάθε λόγο του Ευαγγελίου. Είναι καθήκον μου να σας διδάξω αυτό, γιατί τα ευαγγελικά λόγια είναι άγια, μεγάλα, λόγια τόσο βαθιά και σημαντικά δεν υπάρχουν στα ανθρώπινα βιβλία. Και έτσι, παρουσιάστηκαν ενώπιον των πνευματικών οφθαλμών μας οι ανθρώπινες ψυχές που καθόλου δεν μοιάζουν η μία με την άλλη. Ψυχές μαύρες, φοβερές και ψυχές τρυφερές, γεμάτες αγάπη.
Ιδού, οι κακοί γραμματείς και φαρισαίοι πηγαίνουν κάτω από τη σκέπη της νύχτας, σαν νυχτερίδες, και «κάνουν συμβούλιο κατά του Κυρίου και κατά του Χριστού Αυτού». Και εκπληρώνεται αυτό που προλέγει ο προφήτης Δαβίδ χίλια χρόνια πριν από το γεγονός: «παρέστησαν οι βασιλείς της γης, και οι άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό κατά του Κυρίου και κατά του χριστού αυτού» (Ψαλμ. 2, 2). Πηγαίνουν κρυφά, γιατί φοβούνται τον λαό και Αυτόν που θέλουν να σκοτώσουν. Συσκέπτονται για το πώς θα Τον σκοτώσουν, σιγοψιθυρίζοντας με τις κακές, ακόλαστες γλώσσες τους και εκπληρώνεται η προφητεία: «κατ’ εμού εψιθύριζον πάντες οι εχθροί μου, κατ’ εμού ελογίζοντο κακά μοι» (Ψαλμ. 40, 8).
Και ιδού, συγκεντρώθηκαν οι αρχιερείς, οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι του λαού στην πόρτα του αρχιερέα που ονομαζόταν Καϊάφας και πρότειναν στο συμβούλιο να πιάσουν τον Ιησού με δόλο και να Τον σκοτώσουν. Όμως είπαν: «μη εν τη εορτή, ιναμή θόρυβος γένηται εν τω λαώ» (Ματθ. 26, 5), γιατί στο βάθος των μαύρων καρδιών τους ένιωθαν τι είδους έγκλημα οργάνωσαν, γνώριζαν ότι Αυτόν που ήθελαν να σκοτώσουν ο λαός Τον τιμάει και Τον αγαπάει ως Μεγάλο Θαυματουργό και ότι πολλοί Τον θεωρούν Μεσσία.
Για ποιο λόγο θέλετε, καταραμένοι, να Τον σκοτώσετε; Μήπως για το ότι δίδαξε στον κόσμο το καλό και την αλήθεια; Μήπως για το ότι φώτισε το σκοτάδι του κόσμου με το φως του θεϊκού Πνεύματός Του, με το θεϊκό φως της διδασκαλίας Του; Μήπως για το ότι έκανε τέτοιο πλήθος θαυμάτων; Μήπως για το ότι θεράπευσε τους αρρώστους και ανέστησε τους νεκρούς; Μήπως για το ότι διέταξε την θάλασσα και τον άνεμο να σωπάσουν και εκείνα σταμάτησαν υπακούοντάς Τον; Ναι, ακριβώς γι’ αυτά, γιατί όπως λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος: «Τι ποιούμεν, ότι αυτός ο άνθρωπος πολλά σημεία ποιεί; εάν αφώμεν αυτόν ούτω, πάντες πιστεύσουσιν εις αυτόν, και ελεύσονται οι Ρωμαίοι και αρούσιν ημών και τον τόπον και το έθνος» (Ιωάν. 11, 47-48).
Και έτσι, φοβήθηκαν ότι εξ αιτίας του πλήθους των θαυμάτων όλοι θα πιστέψουν σε Αυτόν. Έτσι και θα έπρεπε να είχε γίνει, δηλαδή όλοι να πίστευαν σε Αυτόν λόγω των ανεκδιήγητων θαυμάτων και των λόγων που ποτέ δεν ξανακούστηκαν στον κόσμο και ήταν αλήθεια! Αυτοί όφειλαν να χαρούν με το ότι ο λαός πίστεψε στον Υιό του Θεού, στον Σωτήρα του, στον Μεσσία! Δικαιολογώντας την κάκιστη πρόθεσή τους με τη σωτηρία από την εισβολή των Ρωμαίων, έλεγαν ψέματα, γιατί οι Ρωμαίοι είχαν ήδη κατακτήσει όλη την Παλαιστίνη, ήταν κάτι που συνέβη νωρίτερα. Ήταν δυνατόν για τους Ρωμαίους να καταστρέψουν όλη την Παλαιστίνη με την πρόφαση ότι εμφανίστηκε ο ύψιστος Διδάσκαλος της Αλήθειας και του καλού! Όχι, δεν θα μπορούσαμε να κατηγορήσουμε τους Ρωμαίους, αυτό ήταν συκοφαντία προς αυτούς.
Όμως τι, παρ’ όλα αυτά, οδήγησε σ’ αυτό το φοβερό κακούργημα; Για ποιο λόγο ήταν γεμάτες οι καρδιές των γραμματέων, φαρισαίων και αρχιερέων με τέτοια κακία; Για ποιο λόγο μισούσαν τον Κύριο Ιησού, τον Υιό του Θεού, τον Διδάσκαλο της αγάπης, τον Σωτήρα του κόσμου; Ακριβώς λόγω του τιποτένιου και μαύρου φθόνου, γιατί μέχρι την έλευση του Χριστού ήταν οι κυρίαρχοι του μυαλού και της καρδιάς του ισραηλιτικού λαού, οι ηγέτες και οι διδάσκαλοι. Ο λαός τους θεωρούσε αγίους και δικαίους και υποτασσόταν σε κάθε λόγο τους. Όμως τώρα κατάλαβαν ότι η εξουσία τους που ήταν θεμελιωμένη στην άτιμη υποκρισία, στην οποία δεν υπάρχει η αλήθεια, δεν υπάρχει η γνήσια πνευματική δύναμη, γκρεμίζεται από την επαφή με την αληθινή θεϊκή εξουσία του Σωτήρα. Έβλεπαν και ένιωθαν ότι τα λόγια Του ήταν τέτοια που κανένας από τους ανθρώπους ποτέ δεν είπε και φοβήθηκαν ότι θα πέσει το κύρος τους και ότι από ηγέτες θα γίνουν υπηρέτες. Και επιθυμώντας να κρατήσουν την τιποτένια εξουσία τους, επεδίωξαν να δώσουν τέλος στην ζωή του Χριστού.
Ο ίδιος ο Χριστός επιβεβαίωσε ότι η άτιμη και τιποτένια ζήλεια και κακία τους καθοδηγούσε, στηλιτεύοντάς τους αυστηρά και δημόσια και λέγοντας κατά πρόσωπο αυτό που ποτέ κανείς δεν θα τολμούσε να σκεφτεί γι’ αυτούς: « Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν» (Ματθ. 23, 14).
Υπήρχε άραγε κάτι καθαρό, ειλικρινές στις καρδιές τους; Απολύτως τίποτα. Ήταν ολοκληρωτικά σκοτεινές, είχαν ολοκληρωτικά αδιαπέραστο σκοτάδι αμαρτιών, μίσους και κακίας.
Αλλά ιδού και μία άλλη, ακόμη πιο φοβερή μορφή, του Αποστόλου του Χριστού, του Ιούδα, του οποίου ο Κύριος έπλυνε τα πόδια, ο οποίος κοινώνησε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και ο οποίος πηγαίνει να Τον προδώσει για τριάκοντα αργύρια.
Ω φρίκη! Ω ανείπωτη ποταπότης που με καμιά ατιμία δεν συγκρίνεται! Πρόδωσε τον Διδάσκαλό του, από Τον Οποίο είδε τόσο καλό! Τι συνέβαινε στην ψυχή αυτού του δυστυχισμένου ανθρώπου; Ήταν όλη υπό την εξουσία του διαβόλου της φιλαργυρίας, ζούσε με την φιλαργυρία, ήταν κλέπτης και, όπως λέει ο Άγιος Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, κρατούσε το κιβώτιο μέσα στο οποίο έριχναν τις δωρεές για τον Σωτήρα και τους μαθητές Του και έκλεβε χρήματα για τον εαυτό του. Η φιλαργυρία τον οδήγησε μέχρι του σημείου ώστε το όνομά του να γίνει μισητό σε όλο τον κόσμο. Το όνομα του Ιούδα έγινε συνώνυμο κάθε προδοσίας, κάθε ατιμίας, κάθε ποταπότητος.
Ο άγιος απόστολος Παύλος μας λέει ότι η φιλαργυρία είναι η ρίζα κάθε κακού (Α’ Τιμ. 6, 10). Και άραγε δεν βλέπουμε την απόδειξη αυτού στο δυστυχή Ιούδα; Μπορεί να υπάρχει πιο φανερή απόδειξη; Όχι, δεν μπορεί, γιατί κάθε κακό δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με αυτό το φοβερό κακό, στο οποίο τον οδήγησε η φιλαργυρία του. Και ήταν απόστολος!
Όμως το Ευαγγέλιο δεν παρουσιάζει σε μας μόνο το σκοτάδι. Μας παρουσιάζει και το καθαρό και ευλογημένο φως. Ιδού, ενώπιον μας η μορφή της μετανοημένης αμαρτωλής, της σε όλα καταφρονημένης. Πόσο έλαμψε αυτή η μορφή! Εδώ επιδιώκεται η σύγκριση με την άλλη αμαρτωλή που έπλυνε με τα δάκρυά της τα πόδια του Σωτήρα, τα σκούπισε με τα μαλλιά της και έλαβε την συγχώρεση όλων των αμαρτιών της από τον Κύριο (Λουκ. 7, 38-48). Κινούμενη από τα ίδια συναισθήματα της αγάπης και της μετάνοιας, προσήλθεν αυτώ γυνή αλάβαστρον μύρου έχουσα βαρυτίμου, και κατέχεεν επί την κεφαλήν αυτού ανακειμένου. Ιδόντες δε οι μαθηταί αυτού ηγανάκτησαν λέγοντες· εις τι η απώλεια αύτη; (Ματθ. 26, 7-8) και άκουσε ο κόσμος τα εκπληκτικά λόγια του Σωτήρα: «τι κόπους παρέχετε τη γυναικί; έργον γαρ καλόν ειργάσατο εις εμέ» (Ματθ. 26, 10).
Ω αγία, καθαρή αγάπη, την οποία τόσο πολύ εκτίμησε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, την οποία τόσο λίγο έχουμε και την οποία πρέπει να μιμηθούμε! Εκπληκτική αντίθεση ανάμεσα σ’ εκείνους τους επίγειους βασιλιάδες (Ψαλμ. 2, 2) σε συνδυασμό με τον απόστολο-προδότη με τη μαύρη, ακάθαρτη, άτιμη ψυχή και στην περιφρονημένη αμαρτωλή με την καρδιά που εξαγνίστηκε με την αγάπη και την μετάνοια.
Ας μιμούμαστε αυτήν και την αγάπη της προς τον Κύριο. Μήπως δεν είμαστε όλοι αμαρτωλοί; Άραγε έχουμε λιγότερες αμαρτίες από τις δικές της; Άραγε έχουμε περισσότερη αγάπη; Πληρώθηκε άραγε η καρδιά μας με τέτοια αγάπη, η οποία θα εξέχεε ποταμούς δακρύων ή θα συνέτριβε το πολύτιμο δοχείο σε ευλαβές ξέσπασμα για τον Κύριο;
Επομένως, τέτοιου είδους είναι οι άνθρωποι που πέρασαν κατά σειρά μπροστά στα πνευματικά μάτια μας, κατά την ανάγνωση του σημερινού Ευαγγελίου. Τέτοιοι είναι και οι άνθρωποι που περνούν καθημερινά μπροστά στα μάτια μας, δηλαδή οι άνθρωποι που μας περιβάλλουν.
Δικαιολογημένα αγανακτούμε κατά των γραμματέων και φαρισαίων, όμως η Αγία Γραφή μας παρουσιάζει τις μορφές των ανθρώπων που είναι γεμάτοι από ψέματα, κακίες και αμαρτίες, όχι άσκοπα, αλλά σαν παράδειγμα προς αποφυγήν. Πρέπει όχι μόνο να αγανακτούμε και να θυμώνουμε, αλλά επίσης πρέπει με βαθειά ειλικρίνεια να ελέγξουμε και τους εαυτούς μας, μήπως δηλαδή υπάρχει μέσα μας η ακολασία αυτών των γραμματέων, φαρισαίων και αρχιερέων. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός τους ονόμασε υποκριτές, γιατί η υποκρισία και η προσποίηση ήταν τα θεμελιώδη γνωρίσματα του χαρακτήρα τους. Και εμείς οφείλουμε να σκεφτούμε εάν υπάρχει μέσα μας το γνώρισμα της υποκρισίας. Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι αυτά τα γνωρίσματα βρίσκονται μέσα μας.
Εάν ο Κύριος είπε στους φαρισαίους ότι ασχολούνται μόνο με τον εξωτερικό καθαρισμό του ποτηριού και της παροψίδος, ενώ εσωτερικά είναι γεμάτοι με δόλους και αδικίες, τότε δεν πρέπει να σκεφτούμε μήπως δεν υποκρινόμαστε και εμείς μπροστά στους καλούς, καθαρούς, ευλαβείς ανθρώπους, όπως αυτοί υποκρίνονταν;
Δυστυχώς, πολλοί ανάμεσά μας είναι ακριβείς τηρητές του νόμου, φαρισαίοι, υποκριτές, οι οποίοι στο Ευαγγέλιο αποκαλούνται «φίδια, γεννήματα εχιδνών» (Λουκ. 3, 7) και παρ’ όλα αυτά χαίρουν μεγάλου σεβασμού και εκτιμήσεως στον λαό. Υπάρχουν ανάμεσά μας και όμοιοι του Ιούδα αλλά υπάρχουν και όμοιοι της μετανοημένης αμαρτωλής, με καρδιά γεμάτη αγάπη προς τον Χριστό.
Ας παρατηρούμε τις καρδιές μας, ας κρίνουμε αυτό που εξέρχεται από μας και από τα στόματά μας και όχι αυτό που εισέρχεται. Ας ζούμε υπακούοντας στην αγία αγάπη, γιατί όλος ο νόμος του Χριστού εμπεριέχεται σε έναν λόγο: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν» (Ματθ. 22, 39• Μάρκ. 12, 31 ■ Λουκ. 10, 27). Ας το θυμόμαστε αυτό και τότε θα μας ευλογήσει ο Θεός και θα συγχωρέσει όλες τις αμαρτίες μας. Αμήν.

Ἡ ἠθική ~ Εμπειρική δογματική - π. Ιωάννου Ρωμανίδη

Ἡ ἠθική ~ Εμπειρική δογματική - π. Ιωάννου Ρωμανίδη


(Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου).

Ο μακαριστός π. Ιωάννης Ρωμανίδης, καθηγητής τής δογματικής στήν Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δέν ήταν ένας συνηθισμένος θεολόγος.

Δέν τόν είχα Καθηγητή, αφού ανέλαβε τήν έδρα τής δογματικής στήν Θεολογική Σχολή τής Θεσσαλονίκης μετά τήν αποφοίτησή μου από αυτή, αλλά τόν γνώρισα κατ’ αρχήν από τά κείμενά του, ύστερα τόν γνώρισα προσωπικά στήν Αθήνα, μετά τήν συνταξιοδότησή του, καί είχαμε στενή επικοινωνία, σχεδόν σέ καθημερινή βάση, τότε πού ζούσε στήν Αθήνα, σέ μιά «θεολογική μοναξιά».Αργότερα, όταν έγινα Μητροπολίτης, μού ζήτησε νά τόν εγγράψω στούς ιερατικούς καταλόγους τής Ιεράς Μητροπόλεώς μου, λαμβάνοντας απολυτήριο από τήν Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής όπου καί ανήκε ως Κληρικός.

Ο κ. Αθανάσιος Σακαρέλλος, πού είχε πολυχρόνια επικοινωνία μαζί του καί ως Δικηγόρος του, καί στό γραφείο τού οποίου ο π. Ιωάννης παρέδιδε μαθήματα θεολογίας σέ κλειστό κύκλο ανθρώπων, μεταξύ τών οποίων είχα τήν τιμή πολλές φορές νά συγκαταλέγομαι καί εγώ, μού είπε κάποτε ότι ο π. Ιωάννης γεννήθηκε σέ λάθος εποχή. Έπρεπε νά ζή τόν 4ο αιώνα, στόν οποίον έζησαν οι μεγάλοι Πατέρες τής Εκκλησίας...

Πράγματι, διαβάζοντας κανείς ή ακούγοντας τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη, διαπίστωνε ότι εξέφραζε τήν θεολογία καί τήν ζωή τών Πατέρων τού 4ου αιώνος, ήτοι τών μεγάλων Καππαδοκών Πατέρων τής Εκκλησίας καί τών ασκητών τής ερήμου, όπως τό βλέπουμε στά συγγράμματά τους καί στό Γεροντικό ή τόν Ευεργετινό. Στήν πραγματικότητα ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης είναι ένα «κομμάτι» τού 4ου αιώνος πού έζησε τόν 20ό αιώνα ή θά μπορούσα νά πώ καλύτερα, ήταν ένας θεολόγος καί μάλιστα καθηγητής Θεολογικής Σχολής τού 20ού αιώνος πού όμως μεταφέρθηκε στό «πνεύμα» τών αγίων τού 4ου αιώνος καί τό εξέφραζε.

Βεβαίως ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης δέν εκφράζει μιά δική του θεολογία, αλλά τήν θεολογία τής Εκκλησίας. Στηρίζεται στήν εμπειρία τών Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων, όπως εκφράζεται διά τής καθάρσεως, τού φωτισμού καί τής θεώσεως καί βιώνεται στήν νοερά καρδιακή προσευχή καί τήν θεωρία-θέα τού Θεού.
Πρόκειται γιά μιά θεολογία πού δέν έχει σχέση μέ τόν σχολαστικισμό καί τόν ηθικισμό πού καλλιεργήθηκαν στήν Δύση καί μεταφέρθηκαν καί στόν δικό μας χώρο, είτε απευθείας από τήν Δύση είτε διά μέσου τής ρωσικής θεολογίας, η οποία δέχθηκε επιδράσεις από τήν Δύση, ιδίως κατά τήν περίοδο τού Μεγάλου Πέτρου.

Τά κλειδιά τής εμπειρικής θεολογίας είναι η πορεία τού ανθρώπου από τό κατ’ εικόνα στό καθ’ ομοίωση, από τήν κατάσταση τού δούλου στήν κατάσταση τού μισθωτού καί τού υιού, από τήν κάθαρση στόν φωτισμό καί τήν θέωση, από τήν ιδιοτελή στήν ανιδιοτελή αγάπη. Είναι θεολογία τής αποκαλύψεως πού συνδέεται μέ τήν θέωση τού ανθρώπου καί η οποία στήν συνέχεια διατυπώνεται σέ όρους καί σέ διδασκαλία γιά τήν θεραπεία καί τήν καθοδήγηση τών άλλων μελών τής Εκκλησίας. Τόσο απλή είναι η ορθόδοξη θεολογία στήν βάση της.

Ο π. Ιωάννης ομιλούσε ως καθηγητής τής δογματικής, αλλά καί ως ασκητής. Διαβάζοντας τόν λόγο του, αντιλαμβανόμουν ότι ο ίδιος είχε κάποια εμπειρία γύρω από τά πνευματικά θέματα, αλλά δέν είμαι σέ θέση νά διακριβώσω τό μέγεθος καί τόν βαθμό τής εμπειρίας του.

Η διδασκαλία του πού εκφράζει τήν θεολογία τής Εκκλησίας είναι πολύ απλή. Αναφέρεται στήν πτώση τού ανθρώπου καί τήν σωτηρία του, τήν όραση τού ακτίστου Φωτός, τήν έκφραση αυτής τής εμπειρίας καί τήν μέθοδο γιά νά φθάση κανείς στήν πνευματική εμπειρία. Βλέπει κανείς έναν κύκλο, όπως τό συναντάμε καί στά έργα τών αγίων Πατέρων. Έλεγε ο ίδιος:

«Η ορθόδοξη θεολογία έχει κυκλικό χαρακτήρα. Είναι σάν ένας κύκλος. Όπου κι άν ακουμπήσης πάνω στόν κύκλο, ξέρεις όλο τόν κύκλο, γιατί όλος ο κύκλος ο ίδιος είναι. Όλα ανάγονται στήν Πεντηκοστή• τά μυστήρια τής Εκκλησίας, όπως η ιερωσύνη, ο γάμος, τό βάπτισμα, εξομολόγηση κλπ., οι αποφάσεις τών Συνόδων κλπ. Εκείνο είναι τό κλειδί τής ορθοδόξου θεολογίας, η Πεντηκοστή. Γι’ αυτό καί εκείνος πού φθάνει στήν θέωση μετά τήν Πεντηκοστή, οδηγείται εις πάσαν τήν αλήθειαν».
† Ο Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
                                                                                                                                               
Ἡ ἠθική ~ Εμπειρική Δογματική - Τόμος Α 

Σέ ὅλα τά φιλοσοφικά καί θρησκευτικά συστήματα, ἐκτός ἀπό τίς θεωρίες, ὑπάρχει καί ἡ πρακτική ἐφαρμογή αὐτῶν τῶν θεωριῶν. Αὐτό λέγεται ἠθική. Πρόκειται γιά τίς βασικές ἀρχές πού καθορίζουν τόν ἀνθρώπινο βίο καί τίς κοινωνίες. 

Μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἀπώλεια τῆς θεοκοινωνίας, ὁ ἄνθρωπος κυριαρχεῖται ἀπό τά πάθη, ἐπειδή ὁ νοῦς εἶναι σκοτισμένος. Ὁ καθένας ἐπιδιώκει τήν ἀτομική κατοχύρωση καί κυριαρχία. Ἐπειδή ὅλοι ἐπιθυμοῦν νά κυριαρχήσουν στήν κοινωνία, γι’ αὐτό χρειάσθηκε νά τεθοῦν μερικά πλαίσια, προκειμένου νά ὑπάρχη ἰσορροπία. 

Πέρα ἀπό αὐτό, τά φιλοσοφικά καί θρησκευτικά συστήματα θέτουν μερικές προϋποθέσεις, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἐπιτύχουν τούς στόχους τους· ἔτσι ἀναπτύχθηκε ἡ ἠθική.

Πολλοί ὑποστηρίζουν ὅτι αὐτό ἰσχύει καί στόν Χριστιανισμό, ὁπότε κάνουν λόγο γιά χριστιανική ἠθική.


Βέβαια, τά πράγματα δέν εἶναι τόσο ἁπλά. Ἡ λεγομένη ἠθική, διαφοροποιεῖται σαφῶς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δέν ὁμοιάζει μέ τήν ἠθική τῶν διαφόρων ἀνθρωποκεντρικῶν συστημάτων.

α) Φιλοσοφική, θρησκευτική καί κοινωνική ἠθική

Κάθε φιλοσοφία ἔχει καί ἠθική. Κλασσικά παραδείγματα εἶναι ἡ φιλοσοφία τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη, οἱ ὁποῖοι μέ τήν ἠθική τους προσπάθησαν νά ἐφαρμόσουν τίς φιλοσοφικές τους θεωρίες. Αὐτό τό βλέπουμε μέχρι σήμερα. «Ἔχουμε ἠθικά συστήματα, διότι οἱ καημένοι οἱ ἀρχαῖοι προσπαθοῦσαν νά βροῦν ἐρείσματα στήν φιλοσοφία, γιά νά στηρίξουν τά κοινωνικά τους πολιτεύματα καί συστήματα, νά μποροῦν νά ἔχουν μιά κοινωνική τάξη, πολιτική τάξη, τά ὁποῖα καί βραβεύονται σ’ ὁρισμένα συστήματα καί σ’ αὐτήν τήν ζωή καί στήν ἄλλη ζωή».

Ἔτσι, ὑπάρχει φιλοσοφική ἠθική, ἡ ὁποία δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν ὀρθόδοξη θεολογία.«Ἐάν τό βλέπης ἐξ ἀπόψεως φιλοσοφικῆς ἠθικῆς, ὑπάρχουν πολλοί σωστοί ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν καμμιά σχέση μέ τόν Χριστιανισμό. Εἶναι καλοί ἄνθρωποι, ὑπάρχουν πολλοί καλοί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι οὔτε κἄν Χριστιανοί, δέν ἀσχολοῦνται μέ κάθαρση καί φωτισμό καί θέωση, δέν ἀσχολοῦν ται μέ τό νά εἶναι καλοί ἄνθρωποι. Ἐκεῖνος πού περνάει ἀπό κάθαρση καί φωτισμό, δέν εἶναι ἁπλῶς καλός ἄνθρωπος, εἶναι κάτι πολύ παραπάνω».

Ὅμως, ὅταν κατά τήν περίοδο τοῦ Διαφωτισμοῦ κλονίσθηκαν τά θεμέλια τῆς μεταφυσικῆς, ἀφοῦ κανένας δέν μπορεῖ νά ἰσχυρισθῆ ὅτι ὑπάρχουν οἱ πλατωνικές ἰδέες, ἦταν ἑπόμενο νά κλονισθοῦν καί τά θεμέλια τῆς φιλοσοφικῆς ἠθικῆς, τά ὁποῖα στηρίζονταν στίς φιλοσοφικές ἰδέες. «Μετά τήν καταστροφή τῶν μεταφυσικῶν θεμελίων, ἔχει μείνει μιά ἠθικολογία».

Σήμερα ἔχει καταδειχθῆ ἀπό τήν ἐπιστήμη ὅτι δέν ὑπάρχουν ἀμετάβλητα κριτήρια, ὅπως ἔλεγε ἡ μεταφυσική. Ἑπόμενο ἦταν λοιπόν νά καταρρεύση καί ἡ φιλοσοφική ἠθική. Ἔτσι, ἡ ἠθική ἡ ὁποία οὕτως ἤ ἄλλως πρέπει νά ὑπάρχη, δέν ἔχει ἐρείσματα, σταθερές βάσεις. Ὁπότε, κάθε ἄνθρωπος ἤ κάθε κοινωνία δημιουργεῖ τήν δική της ἠθική.

«Ἐκεῖνο πού ἔχει καταδικασθῆ πλήρως τά τελευταῖα χρόνια, εἶναι ἡ πίστη ὅτι ὑπάρχει ἀμετάβλητο κριτήριο. Δηλαδή, τά παλιά μεταφυσικά θεμέλια τοῦ νόμου δέν εἶναι πλέον δεκτά στήν Εὐρώπη καί τήν Ἀμερική, ὅπου ἐπικρατεῖ σήμερα, στόν ἀγγλοσαξωνικό κόσμο, ὁ θετικισμός καί στόν εὐρωπαϊκό χῶρο, ἡ μόνη φιλοσοφία σήμερα πού ὑπάρχει εἶναι ὁ ὑπαρξισμός. Ὁ ὑπαρξισμός ἀπορρίπτει τήν ἔννοια τῆς ἀμετάβλητης οὐσίας, πού μπορεῖ νά εἶναι κανόνας, ἄς ποῦμε, ἠθικός ἤ νομικός.


Γι’αὐτό ἔχουμε αὐτό τό περίεργο φαινόμενο, πού καλοῦνται οἱ ἄνθρωποι, παρά τό γεγονός ὅτι δέν ὑπάρχει ἀμετάβλητο κριτήριο γιά νόμο ἤ ἠθική, ὁ καθένας νά φτιάξη κάποιο σκοπό γιά τόν ἑαυτό του στήν ζωή καί νά κάνη τό πᾶν νά φθάση σ’ αὐτόν τόν προορισμό. Ὁρίζει ὁ καθένας κάτι ἐξ ἐπόψεως ἠθικῆς, νομικῆς καί κοινωνικῆς γιά τόν ἑαυτό του καί καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά κάνη μιά ἀλτρουϊστική, ἡρωϊκή πράξη, δηλαδή, ζώντας τήν ζωή ἑνός καλοῦ ἀν θρώ που».

Αὐτό συμβαίνει καί στά θρησκευτικά συστήματα. Συναντᾶ κανείς ἀνθρώπους πού ἀσχολοῦν ται μέ τήν ἀνατολική φιλοσοφία, τούς Ἰνδουϊστές οἱ ὁποῖοι ἀπό ἠθικῆς ἀπόψεως εἶναι καλοί ἄνθρωποι.

«Ὑπάρχουν Ἰνδουϊσταί πού εἶναι πάρα πολύ καλοί ἄνθρωποι, ἀπό ἠθικῆς ἀπόψεως, δηλαδή, "καθώς πρέπει" ἄνθρωποι, τίποτα παρά πάνω. Καί ἐπίσης, τούς δίνει μιά ἀνακούφιση αὐτό (ὁ διαλογισμός), μιά ψυχολογική ἀνακούφιση. Εἶναι κάτι πού τούς ὠφελεῖ, τούς καλμάρει, δέν εἶναι ἁρπακτικοί, γίνονται τίμιοι, ἕνας καλός ἄνθρωπος, καλός πολίτης».

Ἀλλά μιά ἐξωτερική καλή διαγωγή, μιά ἠθική ζωή, μπορεῖ νά ἔχουν καί οἱ Μουσουλμάνοι, ἀκόμη καί οἱ ἄθεοι, οἱ ὁποῖοι δέν πιστεύουν σέ κανέναν Θεό. Μιά τέτοια ἠθική δέν σώζει τόν ἄνθρωπο.

«Ποιόν καρπό θά ἔχουν κοινό οἱ Χριστιανοί διαφόρων Ὁμολογιῶν; Τόν μόνον κοινό καρπό πού θά ἔχουν, εἶναι ἡ ἠθική. Ἀλλά, αὐτή τήν ἠθική τάξη δέν θά τήν ἔχουν μόνον δύο Χριστιανοί. Μποροῦν νά τήν ἔχουν καί ἕνας Μουσουλμάνος καί ἕνας Χριστιανός, δηλαδή. Διότι ὑπάρχουν Μουσουλμάνοι, οἱ ὁποῖοι εἶναι πάρα πολύ καλοί καί ἔν τιμοι ἄνθρωποι.Ὑπάρχουν περιπτώσεις πού πιό πολλή ἐμπιστοσύνη μπορεῖς νά ἔχης σέ ὁρισμένους Μουσουλμάνους, παρά σέ ὁρισμένους Ὀρθοδόξους, ἐξ ἐπόψεως ἠθικῆς τάξεως. Μπορεῖ νά ἔχης ἕναν Μουσουλμάνο φίλο, ὁ ὁποῖος πάντοτε σοῦ λέει τήν ἀλήθεια, μπορεῖ νά ἔχης ἕναν ὀρθόδοξο φίλο, ὁ ὁποῖος συνέχεια σοῦ λέει ψέματα. Ποιός εἶναι καλύτερος ἠθικά; Ἐκεῖνος πού λέει τά ψέματα ἤ ἐκεῖνος πού λέει τήν ἀλήθεια;

Ὑπάρχουν ἄθεοι, οἱ ὁποῖοι στήν ἠθική τους ζωή ξεπερνᾶνε πάρα πολλούς Χριστιανούς. Ἐνῶ ὑπάρχουν Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι δέν μποροῦν νά συγκριθοῦν μέ ἐκεῖνον τόν ἄθεο. 


Ὑπάρχουν ἄθεοι ἰδεολόγοι πάρα πολλοί, ὅπως καί ὑπάρχουν Χριστιανοί ἰδεολόγοι. Ὁπότε, ἐάν ἡ ἠθική εἶναι τά κριτήρια τῆς ἠθικῆς ζωῆς καί χωρίσουμε τό δόγμα ἀπό τήν ἠθική, τότε καταντᾶμε νά λέμε ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι θά πᾶνε στήν κόλαση, ἐπειδή δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι στό δόγμα, ἀλλά κοίτα τί ἠθικοί πού εἶναι. Ἀφοῦ εἶναι ἠθικοί, γιατί δέν θά πᾶνε καί αὐτοί στόν Παράδεισο; Θά πᾶνε μόνον οἱ ἠθικοί Ὀρθόδοξοι στόν Παράδεισο; Δέν πᾶνε οἱ ἠθικοί αἱρετικοί, οἱ ἀλλόθρησκοι καί οἱ ἄθεοι καί αὐτοί, ἀφοῦ εἶναι ἠθικοί;

Ἐάν ἡ ἠθική εἶναι τό κριτήριο, τότε δημιουργεῖται πρόβλημα γιά τό ποιός θά πάη στόν Παράδεισο καί ποιός δέν θά πάη στόν Παράδεισο».

Ὑπάρχει καί μιά ἠθική πού εἶναι φαρισαϊκή. Δηλαδή, οἱ ἄνθρωποι ἐκτελοῦν ὅλα τά ἐξωτερικά ἔργα –νηστεία, ἐγκράτεια– ἀλλά ὁ ἐσωτερικός τους κόσμος εἶναι ἀμεταμόρφωτος.

«Ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι εἶναι ἠθικότατοι, ζενίθ ἠθικῆς δηλαδή, οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νά ἔχουν νεκρώσει τόν ἑαυτόν τους μέ νηστεῖες κλπ. ἀλλά ἔχουν ἕναν φοβερόν νοῦν, φαρισαϊκόν».

 
Ἡ φαρισαϊκή ἠθική κατακρίθηκε ἀπό τόν Χριστό, ὅπως τό βλέπουμε στήν σχετική παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου. Ἐκεῖνο πού χρειάζεται δέν εἶναι μιά ἐξωτερική ἠθική ζωή, πού καταντᾶ ἠθικολογία, ἀλλά ἡ μετάνοια ὡς θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου.

«Ἐκεῖνος πού ἀσχολεῖται μέ τήν ἠθική, μπορεῖ νά κάνη ὅλα ὅσα λέει ὁ νόμος καί πάλι νά ἔχη πεπωρωμένη συνείδηση, καί ἀντί νά διανύση τόν δρόμο τοῦ Τελώνου, διανύει τόν δρόμο τοῦ Φαρισαίου. Ὁπότε, δέν εἶναι μόνο ἡ ἠθική πού χρειάζεται· εἶναι κάτι παραπάνω ἀπό ἠθική δηλαδή, εἶναι καί ἡ μετάνοια πού χρειάζεται. Καί ἡ μετάνοια δέν σημαίνει, ἁπλῶς, νά πάω στόν ἐξομολόγο καί νά τοῦ πῶ τί ἔκανα, τά ἁμαρτήματά μου δηλαδή, δέν εἶναι μόνο αὐτό. Ἡ μετάνοια εἶναι καί νά περάσω τήν μετάνοια, νά φθάσω ἀπό κάθαρση στόν φωτισμό. Ἄν δέν φθάσω στόν φωτισμό, δέν εἶμαι ἕτοιμος νά ἀντικρύσω τήν δόξα τοῦ Θεοῦ».

Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δέν περιορίζεται σέ μιά φιλοσοφική, θρησκευτική καί κοινωνική ἠθική. Δέν εἶναι δυνατόν ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου νά περιορίζεται μόνον στήν ἠθική.
 

Σήμερα ταυτίζουν τό βίωμα τῆς θεολογίας μὲ τὴν ἠθική. 

Ναὶ, ἀλλὰ ἡ θεολογία δὲν εἶναι ἠθική.

Τό βίωμα τῆς θεολογίας εἶναι ἡ νοερὰ προσευχὴ καὶ ἡ θέωση, ὄχι ἡ ἠθική. 

«Γιατί ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δὲν ἔχει ἠθικὴ, ἔχει ἀσκητική.»


Δὲν ὑπάρχει ὀρθόδοξη ἠθική, ὑπάρχει εἰδωλολατρικὴ ἠθική, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἀρετή, καὶ δὲν ἀνήκει στὴν Ὀρθοδοξία, ἀνήκει σ’ ὅλον τόν κόσμο. Ἑπομένως, τό βίωμα τῆς θεολογίας δὲν εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ ἠθική, γιατί ἡ ἠθική εἶναι καὶ τῶν φιλοσόφων, καὶ γι’ αὐτό τό τόνισα καὶ προχθὲς ὅτι εἶναι καὶ τῶν ἀρχαίων ἀκόμα».

Ἠθική ἔχουν καί ἄλλα οὑμανιστικά καί κοινωνιολογικά κινήματα, ὅπως ὁ κομμουνισμός, πού ἐπαγγέλλεται τήν ἰσότητα καί τήν κοινοκτημοσύνη, ἔχει καλύτερη ἠθική ἀπό τόν καπιταλισμό. Ἀλλά καί ἡ ἀθεΐα τοῦ κομμουνισμοῦ δέν διαφέρει ἀπό τήν ἀθεΐα τῶν θρησκειῶν, ἀκόμη καί μερικῶν Χριστιανῶν. Γιατί ὅταν κανείς δέν
χη προσωπική γνώση τοῦ Θεοῦ, δέν γνωρίζει τόν Θεό, στήν πραγματικότητα πιστεύει σέ ἕναν ἀνύπαρκτο Θεό, τόν θεό τῆς φαντασίας του.

«Δηλαδή, οἱ κομμουνισταί δέν ἔχουν ἀρετή; Δέν ἔχουν ἠθική; Πῶς δέν ἔχουν ἀρετή; Καί πῶς δέν ἔχουν ἠθική; Σήμερα, πολλές φορές οἱ κομμουνισταί ἔχουν πολύ ἀνωτέρα ἠθική σέ πολλά θέματα ἀπό τούς καπιταλιστάς. Εἶναι γεγονός αὐτό. Οἱ δικές τους ἀντιλήψεις εἶναι ἀνώτερες ἀπό αὐτές τῶν καπιταλιστῶν, σέ πολλά θέματα. Καί ἐδῶ δέν πρέπει νά κρυβόμαστε, δηλαδή. Καλά, δέν μᾶς ἀρέσει, γιατί εἶναι ἄθεοι. Νά τούς βαρέσουμε πάνω στόν ἀθεϊσμό, τό δέχομαι, ἀλλά ἐκεῖ ὅμως πού κάνουν κάτι καλό, δέν μποροῦμε νά τούς βαρέσουμε. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματικότης. Ἀλλά, καί ὅπως ἔχω τονίσει, καί στόν ἀθεϊσμό τους, σέ τί διαφέρουν ἀπό τούς Ὀρθοδόξους; Τό ἔχω τονίσει καί αὐτό.

Γιατί ὁ λόγος πού εἶναι ἄθεοι εἶναι ἀκριβῶς ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἡ Ὀρθοδοξία ἰσχυρίζετο μέχρι σήμερα ἤ μέχρι χθές ἤ προχθές, ὅτι οἱ θεοί τῶν ἄλλων θρησκειῶν δέν ὑπάρχουν, οἱ θεοί τῶν ἄλλων θρησκειῶν δέν ὑπάρχουν. Γιατί; Διαβάστε ὁποιοδήποτε κομμουνιστικό βιβλίο θέλετε. Καί νά δῆτε ἐκεῖ ὡραιότατα ἀνεπτυγμένα ἐπιχειρήματα, γιατί δέν ὑπάρχουν οἱ θεοί τῶν διαφόρων θρησκειῶν.Ἀλλά ὅμως ἐκεῖ, στήν ἐπιχειρηματολογία τους, δέν συμπεριλαμβάνεται καί ὁ Θεός τῆς Ὀρθοδοξίας. Γιατί; Διότι δέν γνωρίζουν τόν Θεό τῆς Ὀρθοδοξίας. Διότι οἱ Ὀρθόδοξοι δέν πιστεύουν στόν Θεό γιά τούς ἰδίους λόγους πού πιστεύουν οἱ ἄλλοι στίς φαντασιώσεις τους».

Δυστυχῶς, καί στήν Ἑλλάδα συνδέθηκε ἡ Ὀρθοδοξία μέ μιά «ἠθική θρησκεία».

«Ἡ σημερινή Ὀρθοδοξία στήν Ἑλλάδα ἔχει ταυτισθῆ μέ ἕνα ἠθικό σύστημα. Γι’ αὐτό ἀρέσει πολύ καί ἡ φιλοσοφία. Διότι ἡ φιλοσοφία, τό πολύ πολύ πού μποροῦσε νά κάνη εἶναι νά μᾶς δώση ὁρισμένα ἠθικά συστήματα εἴτε εἶναι πλατωνικά εἴτε στωϊκά κ.ο.κ.
»

 
Καί ὅταν ἔγινε ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση, ἀπεφάσισαν οἱ ἐθνοπατέρες μας, μέ ἀρχηγό τόν Ἀδαμάντιο Κοραῆ, νά καταργήσουντήν Ὀρθοδοξία ἀπό ἀσκητική θρησκεία πού ἦταν μέχρι τότε καί νά τήν κάνουν μιά «ἠθική θρησκεία», πού νά εἶναι ὡραία γιά τήν μεσαία τάξη τῶν μπουρζουά τοῦ Παρισιοῦ, νά βοηθάη τήν ἀστυνομία νά κάνη καλούς πολίτες. Αὐτό ἦταν.Τό πρόβλημα, λοιπόν, δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἠθική πού μπορεῖ νά βρῆ κανείς καί σέ ἄλλα θρησκευτικά, φιλοσοφικά καί κοινωνικά συστήματα, ἀλλά ἡ ἀσκητική πού ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή θεολογία καί ἐμπνέεται ἀπό αὐτήν. Γιά τήν διαφορά μεταξύ ἠθικῆς καί ἀσκητικῆς θά λεχθοῦν τά ἀπαραίτητα σέ μιά ἑπομένη ἑνότητα.
 


β) Χριστιανική ἠθική

Ὅπως ὅλα τά φιλοσοφικά καί θρησκευτικά συστήματα, ἔτσι καί ὁ Χριστιανισμός, πού ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Χριστό, ἔχει τήν δική του πρακτική ἐφαρμογή τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως. Βέβαια, ἡ λέξη Χριστιανός ἀποδίδεται σέ ὅλες τίς Ὁμολογίες.


Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διατηρεῖ τήν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια, γι’ αὐτό καί θεωρεῖται ὡς ἡ ἱστορική Ἐκκλησία, εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, ἐνῶ οἱ ἄλλες χριστιανικές Ὁμολογίες ἔχουν διαφοροποιηθῆ στό δόγμα καί τήν ἠθική. Ἐνῶ στήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὅπως θά δοῦμε πιό κάτω, ἡ λεγομένη ἠθική συνίσταται στήν ἀσκητική, στίς ἄλλες Ὁμολογίες ἡ ἠθική ἔγινε ἐξωτερική, μιά ἠθικολογία. Ἔτσι, γίνεται λόγος γιά χριστιανική ἠθική. Ἡ δυτική χριστιανική μεταφυσική στηρίχθηκε στόν Ἀριστοτέλη, πού ἔκανε λόγο γιά ἀρετές, ὁπότε στήν Δύση ἀναπτύχθηκε ἡ χριστιανική ἠθική, ἐντελῶς διαφορετικά ἀπό αὐτό πού ὑπάρχει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπως τήν συναντᾶμε στήν Ἁγία Γραφή καί τά κείμενα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

«Οἱ Φράγκοι θεολόγοι εἶχαν ἀκολουθήσει τόσο πολύ τόν Ἀριστοτέλη, πού ἡ διδασκαλία τοῦ Ἀριστοτέλη περί ἀρετῶν ἔγινε ἡ ἠθική τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας, καί ἐν συνεχείᾳ πολλῶν προτεσταντικῶν παραδόσεων. Δηλαδή καταργήθηκε ἡ ὀρθόδοξη ἀσκητική στούς Φράγκους κι ἀντικαταστάθηκε ἀπό ἠθικολογία, ἀπό ἠθική. Ὁπότε, τό ἔργο τῆς θείας Χάριτος εἶναι συνεχῶς νά βοηθῆ τόν ἄνθρωπο νά γίνη ἐνάρετος, νά ἀποκτήση τίς ἀρετές, ὅπως τίς δίδασκαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι.

Γι’ αὐτόν τόν λόγο, ἱδρύθηκε στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν ἡ ἕδρα τῆς δογματικῆς καί τῆς ἠθικῆς, ὁ ἴδιος ὁ καθηγητής πού δίδασκε δογματική ἦταν ὑποχρεωμένος νά διδάξη καί τήν ἠθική. Γιατί; Διότι ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μεγαλύτερος δογματολόγος τῆς δυτικῆς παραδόσεως ὅλων τῶν αἰώνων τῆς φραγκιᾶς, διδάσκει μέσα στό Summa Theologica καί τήν δογματική καί τήν ἠθική, καί εἶναι ἠθική, ἠθικολογία πού τώρα ἔχει ἀποκηρυχθῆ ἀπό ὅλη τήν Εὐρώπη. Κανένας σήμερα μοντέρνος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά παραδεχθῆ αὐτήν τήν ἠθική κάποιου θεολόγου τῆς Δύσεως ἤ φιλοσόφου. Γιατί; Διότι ὅλα τά θεμέλια τῆς ἠθικῆς ἔχουν γκρεμιστεῖ, γι’ αὐτό ὑπάρχει καί ὁ χιπισμός στήν Εὐρώπη καί τήν Ἀμερική».

Ἡ ἠθικολογία αὐτή ἐπηρέασε καί τόν δυτικό μοναχισμό, ἀλλά καί ὅλη τήν χριστιανική ζωή.

«Στήν φραγκική παράδοση δέν μπορεῖ ποτέ νά γίνη καλόγρια μιά πού διετέλεσε πόρνη, ἄς ποῦμε. Αὐτό εἶναι μιά περίεργη ἀταξία.
» 

Καί, ἴσως, θά ἔπρεπε κανείς νά κάνη καί μιά διατριβή νά δῆ καί τά θεολογικά πλαίσια αὐτῆς τῆς διαφορᾶς στήν παράδοσή μας. Στήν δυτική παράδοση ὑπάρχει πάρα πολλή ἠθικολογία, διότι ἔχουν ἐπηρεασθῆ πολύ ἀπό τούς ἀρχαίους Ἕλληνας φιλοσόφους, ἀφοῦ οἱ κακοί δαίμονες τῆς σχολαστικῆς θεολογίας εἶναι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσο φοι. Καί ἐπειδή εἶχαν δελεασθῆ ἀπ’ αὐτούς, γι’ αὐτό καί βρῆκαν τόν μπελά τους οἱ καημένοι οἱ Φράγκοι».

Φυσικά, καί ἐδῶ ἰσχύει ὅ,τι ἀναφέρθηκε προηγουμένως, ὅτι δηλαδή, ἀφοῦ στήν Δύση, κατά τήν διάρκεια τοῦ Διαφωτισμοῦ, κατέρρευσε ἡ μεταφυσική, ἦταν ἑπόμενο νά καταρρεύση καί ἡ ἠθική πού στηριζόταν στήν μεταφυσική.

«Στήν φραγκική παράδοση ἡ μεταφυσική ἀπετέλεσε τήν σπονδυλική στήλη τῆς γνώσεως τῆς ἀληθείας ἀπό τό ἕνα μέρος, τοῦ νόμου καί τῆς ἠθικῆς ἀπό τό ἄλλο. Ἡ ἰδέα περί ἀληθείας, περί νόμου, περί ἠθικῆς βασίστηκε στήν μεταφυσική. Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον γκρεμίστηκε ἡ μεταφυσική, ἄρχισε νά γκρεμίζεται μέ τούς φιλοσόφους τοῦ 18ου αἰῶνος καί ἡ χριστιανική ἠθική. 


Καί ὁλοκληρώθηκε τό γκρέμισμα μέ τήν ἐμφάνιση τῆς θεωρίας τῆς ἐξελίξεως τοῦ Δαρβίνου. Ἀλλά καί μέ τήν νεωτέρα ἀστρονομία, κυρίως ἀπό τίς ἀρχές αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος, ἡ μεταφυσική πλέον γκρεμίστηκε καί δέν ὑπάρχει κανένας σοβαρός ἄνθρωπος νά παραδέχεται τήν μεταφυσική».

Σημαντικό ρόλο στήν διαμόρφωση τῆς ἠθικολογίας στήν Δύση καί τῆς ἠθικῆς διαδραμάτισαν οἱ ἀπόψεις τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου.
 

«Στήν αὐγουστίνεια παράδοση ἐμφανίσθηκε ἡ ἁμαρτία ὑπό μία ἠθική μορφή, ἐνῶ στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἔχει μορφή ἀρρώστιας καί ἐμφανίζεται ἡ ἐξάλειψη τῆς ἁμαρτίας μέ μορφή θεραπείας. Ὁπότε ἔχουμε ἀρρώστεια καί ἔχουμε θεραπεία».

Ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, δέν γνώριζε τήν ὀρθόδοξη ἀσκητική παράδοση, ὅπως ἐκφράζεται ἀπό τήν νηπτική θεολογία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
 

«Ὁ Αὐγουστῖνος δέν ἔχει ἰδέα περί νοερᾶς προσευχῆς, καρδίας, νοός κλπ., καί ἔχει μιά ἠθική ἀντίληψη περί τοῦ ἀνθρώπου,ἀλλά μέ διαφοροποίηση ὅτι ὁ ἄνθρωπος γιά νά κάνη καλά ἔργα, δέν μπορεῖ χωρίς τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, μιά παραλλαγή τῆς πατερικῆς διδασκαλίας ὅτι ὁ ἄνθρωπος μόνο ὅταν ἔχη νοερά εὐχή καί γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύμα τος μπορεῖ νά κάνη τά ἔργα σωστά, διότι ἔχει ἀγάπη, ἡ ὁποία "οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς" καί ἐξελίσσεται στήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη καί ἑπομένως κάνει σωστά τά ἔργα του. Γι’ αὐτό καί τά ἔργα τοῦ Φαρισαίου εἶναι ἀπαράδεκτα στόν Θεό, διότι εἶναι ἠθικά ἔργα. Δέν εἶναι ἔργα πού προέρχονται ἀπό τήν ἀνιδιοτέλεια».

Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει χριστιανική ἠθική, ὅπως τήν συναντᾶμε στήν δυτική θεολογία. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν πνευματικοί ἰατροί, πού θεράπευαν τούς ἀνθρώπους. Στά συγγράμματά τους συναντᾶμε μιά ἰατρική προοπτική.

                                                                                      
«Οἱ Πνευματικοί Πατέρες εἶναι γιατροί, δέν εἶναι ἠθικοπατέρες, δέν εἶναι γιά νά φυλάξουν τήν ἠθική τῶν ἀνθρώπων ἐκ μέρους τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, γιά νά ἔχουμε καλύτερους Ἕλληνας. Δέν εἶναι αὐτός ὁ σκοπός τῆς ὀρθοδόξου πνευματικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό καί τονίζω στούς φοιτητές ὅτι δέν ὑπάρχει ὀρθόδοξη ἠθική, δέν ὑπάρχει γιά μᾶς χριστιανική ἠθική. Τό γεγονός ὅτι ἱδρύσαμε ἕδρες χριστιανικῆς ἠθικῆς, εἶναι μία ἀπόδειξη πόσο μακρυά φύγαμε ἀπό τήν Ὀρθοδοξία».

Σέ κάποια ἱστορική φάση μεταφέρθηκε καί στήν Ἑλλάδα ἡ χριστιανική δυτική ἠθική, ἡ ὁποία ἀντικατέστησε τήν ὀρθόδοξη ἀσκητική. Αὐτή ἡ ἐκκοσμικευμένη ἠθική διδασκόταν παλαιότερα στίς Θεολογικές Σχολές.

«Μέ τήν νεοελληνική θεολογία στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν πού τά ξέρανε οἱ καθηγητές αὐτοί πού σπουδάσανε στήν Ρωσία, Γερμανία –αὐτοί ἦσαν οἱ πλέον μορφωμένοι θεολόγοι, ξέρανε καλύτερα ἀπ’ αὐτούς τούς ἀγράμματους– καί ἀπό τήν ἕδρα τους τί μᾶς δίδαξαν; Χριστιανική ἠθική καί μιά θεολογία χωρίς κάθαρση, φωτισμό καί θέωση. Καί ἀντικατέστησαν τήν κάθαρση, φωτισμό, θέωση μέ τί; Ἡ κάθαρση ἔγινε ἀπαλλαγή ἀπό ἠθικά παραπτώματα, ἀπό ἠθικῆς ἀπόψεως».

γ) Ἡ ὀρθόδοξη ἠθική ὡς ἀσκητική

Σέ ἀντίθεση μέ τόν δυτικό Χριστιανισμό, στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν γίνεται λόγος γιά μία αὐτόνομη ἠθική, γιά μιά ἠθικολογία, πού συνδέεται μέ μιά ἐξωτερική βελτίωση τῆς ζωῆς, ἀλλά κυρίως γιά ἀσκητική.
 

«Κατ’ ἀρχάς, ὅπως προαναφέρθηκε, ἡ λεγόμενη ἠθική συνδέεται μέ τήν δογματική, δέν στηρίζεται δηλαδή σέ φιλοσοφικές καί μεταφυσικές ἰδέες, ἀλλά στίς ἀποκαλυφθεῖσες ἀλήθειες.Ἐδῶ φαίνεται σαφῶς, ὅτι ἐξ ἐπόψεως ἀνθρωπολογικῆς δομῆς ὅτι ὑπάρχει μιά εἰδική ἀν τίληψη τῆς λειτουργίας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητας πού βέβαια ἔχει ἕναν χαρακτήρα πού ὁμοιάζει μέ τήν ἠθική, ἀλλά δέν εἶναι καθόλου ἠθική, διότι εἶναι ἀσκητική».

Διαβάζοντας τά πατερικά κείμενα, διακρίνουμε καθαρά ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν δέχονταν τήν ἠθική, ὅπως νοεῖται σήμερα. Ὅταν χρησιμοποιοῦσαν αὐτόν τόν ὅρο στά συγγράμματά τους, τά λεγόμενα ἀσκητικά, στήν πραγματικότητα ἐννοοῦσαν τήν ἀσκητική.



Ἔδιναν μεγάλη σημασία στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού διαφοροποιεῖται ἀπό τήν λογική καί εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς.
 

«Οἱ Πατέρες δέν δέχονται ἠθική, δέν ὑπάρχει ἠθική στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ἐννοῶ ὅτι οἱ Πατέρες διδάσκουν τήν ἀνηθικότητα, ἀλλά αὐτό πού σήμερα λέμε ἠθική, στούς Πατέρες λέγεται ἀσκητική. Λοιπόν, γιά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν δύο εἰδῶν ἄνθρωποι: Εἶναι ἄνθρωποι πού ἔχουν ἐσκοτισμένον τόν νοῦν καί, ἐπειδή ἔχουν ἐσκοτισμένον τόν νοῦν, ἔχουν τήν ὄψη ἀνήθικων ἀνθρώπων, αὐτό πού λέμε σήμερα εἶναι κακοί ἄνθρωποι, ἀνήθικοι ἄνθρωποι· ἀλλά οἱ Πατέρες τό ἐννοοῦν ὡς σκοτασμό τοῦ νοός. Καί εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν φωτισμό νοός».

«Ἑπομένως, τό κέντρο τῆς ἀσκητικῆς εἶναι ὁ φωτισμένος ἤ ἐσκοτισμένος νοῦς καί ὄχι ἁπλῶς μιά ἐξωτερική συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου.»
                                                                                      
«Καί ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἀσκητικῆς; Ὁ σκοπός τῆς ἀσκητικῆς εἶναι ἁπλούστατος. Διαβάστε ὅλα τά τροπάρια, διαβάστε τήν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος, διαβάστε τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὅλη τήν περίοδο ἀπό τό Πάσχα μέχρι τήν Πεντηκοστή, διαβάστε ὅλα τά λειτουργικά βιβλία προσεκτικά.
»

Ποιός εἶναι ὁ σκοπός; Ὁ σκοπός εἶναι ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός τοῦ νοός.

«Καί κάτι ἄλλο. Ὁ Χριστιανισμός ὑπάρχει μέ μοναδικό σκοπό νά περνάη τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν κάθαρση καί νά τούς ὁδηγῆ στόν φωτισμό. Ὑπάρχει κανένας ἄλλος σκοπός τοῦ Βαπτίσματος; Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός. Δέν ὑπάρχει ἄλλος σκοπός».
 

Κάθε ἠθικό σύστημα ἔχει διαφορετικά κριτήρια πού καθορίζουν τό ἠθικό καί τό ἀνήθικο. Στήν Ὀρθοδοξία συμβαίνει κάτι διαφορετικό.«Δέν μπορεῖς νά βασίσης ἕνα ἠθικό σύστημα σέ αὐτό, ὅτι δηλαδή αὐτό εἶναι ἠθικό καί αὐτό εἶναι ἀνήθικο. Δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τήν ἠθική ἀπό αὐτῆς τῆς ἀπόψεως. Ὀρθόδοξη ἠθική δέν ὑπάρχει, ὑπάρχει μόνον ἀσκητική».

Τά κριτήρια στήν ὀρθόδοξη παράδοση εἶναι ἀσκητικά. Ἔτσι δικαιολογοῦνται οἱ ξαφνικές ἀλλαγές πορνῶν καί τελωνῶν. Στήν ἀκολουθία τῆς Μ. Τρίτης λέγεται γιά τήν πόρνη γυναίκα: «Ἡ πρώην ἄσωτος γυνή ἐξαίφνης σώφρων ὤφθη, μισήσασα τά ἔργα τῆς αἰσχρᾶς ἁμαρτίας». Πρόκειται γιά ἀλλαγή πού γίνεται μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
 

Ὑπάρχει, ἄς ποῦμε, μιά αἴσθηση ἱστορική μέσα στήν παράδοσή μας, ἡ ὁποία δέν βασίζεται πάνω σέ ἠθικά κριτήρια, ἀλλά βασίζεται σέ ἀσκητικά κριτήρια. 

«Διότι, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά εἶναι βουλιαγμένος, ἄς ποῦμε, μέσα σ’ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἁμαρτία κλπ., ἄξαφνα, μέ μία ἀλλαγή, γίνεται ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας.»
«Ἔχουμε τέτοια παραδείγματα ἀρκετά στήν Ὀρθοδοξία. Ἐδῶ γιά νά δῆ κανείς μιά διαφορά βλέπει ὅτι στήν δική μας Ἐκκλησία μπορεῖ μία πόρνη νά γίνει καλόγρια σ’ ἐμᾶς, δηλαδή, καί μάλιστα κι εὐπρόσδεκτη κιόλας».
 

Ἄλλωστε, καί αὐτή ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ἠθική, ἀλλά πραγματική, πού συνετέλεσε στήν διαφθορά ὅλου τοῦ ἀνθρώπου, ἐπηρέασε ἀκόμη καί τήν κτίση. Ἡ πτώση ἐκφράζεται ὡς σκοτασμός τοῦ νοῦ, ὡς στέρηση «τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. γ΄, 23).
 

Πολλοί ἐννοοῦν τήν πτώση σήμερα ὡς ἠθική πτώση, ἐνῶ ὅταν μιλάη ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος γιά πτώση δέν ἐννοεῖ ἠθική πτώση, διότι δέν ἔχει ἠθική ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος.

Ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος εἶναι ἀσκητής. Διδάσκει ἀσκητική κι ὄχι ἠθική καί σκέφτεται ἀσκητικά καί ὄχι ἠθικά. Ἐννοεῖ ὅτι ἔχουν γίνει τώρα Ἐπίσκοποι ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν νοερά προσευχή. Αὐτό ἐννοεῖ. 


Γι’ αὐτό εἶναι σάν τούς παλαιοτέρους λαϊκούς, πού δέν εἶχαν ἀκόμα νοερά προσευχή, πού ἦσαν νεοφώτιστοι, ἀλλά ὄχι φωτισμένοι ἀκόμα».

Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ὁμιλεῖ γιά θέωση καί ὄχι γιά μιά ἠθική.

«Ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, λέει, γιά νά γίνη κανείς Δεσπότης, ἔπρεπε τήν θεολογία νά τήν κάνη βίωμα. Τώρα τό διαβάζουμε αὐτό καί νομίζουμε ὅτι θέλει νά πῆ ὅτι κάνοντας βίωμα τήν θεολογία, σημαίνει ὅτι γινόμαστε καλά παιδιά. Ὅσοι τά βλέπουν σήμερα αὐτά ταυτίζουν τό βίωμα τῆς θεολογίας μέ τήν ἠθική. Ναί, ἀλλά τό βίωμα δέν εἶναι ἠθική. Τό βίωμα τῆς θεολογίας εἶναι ἡ νοερά προσευχή καί ἡ θέωση, ὄχι ἡ ἠθική». 


«Ἐπίσης, ὅταν κάνη λόγο ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος γιά τό ὅτι οἱ Κληρικοί ἔχουν ἐκπέσει, δέν ἐννοεῖ ἁπλῶς τά ἠθικά παραπτώματα, ἀλλά ὅτι ἔχασαν αἰσθητῶς τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέν ἐννοεῖ ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ὅτι οἱ παπάδες καί οἱ δεσποτάδες ἔχουν γίνει ἀνήθικοι, παλιάνθρωποι μουντζουρωμένοι κ.ο.κ.»

Ἔτσι, ἡ ἠθική δέν χωρίζεται ἀπό τό δόγμα τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι καθαρά ἀσκητική. Γι’ αὐτό διαφέρει σαφέστατα ἡ χριστιανική ἠθική, ὅπως ἐπικράτησε στήν Δύση, ἀπό τήν ἀσκητική.


«Κανένας ἀπό τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δέν ἦταν φιλόσοφος καί ὁ τρόπος τῆς θεολογίας τους ἦταν καθαρά ἀντιορθολογικός, δηλαδή νοερά προσευχή κλπ. Ἡ ἄσκηση δέν ἦταν ἠθική.»
 

Ὑπάρχει διαφορά μεγάλη μεταξύ ἠθικῆς καί ἀσκητικῆς. Δέν εἶναι τό ἴδιο πράγμα. Διότι ἡ ἄσκηση εἶναι θεραπευτική, ἐνῶ ἡ ἠθική δέν βοηθᾶ σέ τίποτα. Ἡ ἠθική ὁδηγεῖ στήν κόλαση στό τέλος - τέλος. Δέν ἐννοῶ, νά εἶναι κανείς ἀνήθικος, ὄχι ὑπό αὐτή τήν ἔννοια.

Ἡ ὀρθόδοξη ἠθική εἶναι ἀσκητική, ἀλλά δέν ἔχει τά θεμέλια τῆς φιλοσοφίας. Δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν φιλοσοφική ἠθική. Οὔτε μέ τήν θρησκευτική ἠθική τῶν δυτικῶν Χριστιανῶν, σχολαστικῶν, προτεσταντῶν κλπ. Καμμιά σχέση μέ αὐτό τό φαινόμενο.

«Στήν Ὀρθοδοξία, ὁ χειρότερος ἄνθρωπος μπορεῖ νά καθαρισθῆ καί νά φθάση στήν φώτιση».
                                                                                 

Πηγή: Εμπειρική δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. Κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη † (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου) Επεξεργασία κειμένου: Δημήτρης Ρόδης για pneumatoskoinwnia.blogspot.gr